«Όταν οι μεταρρυθμίσεις, που είναι αναγκαίες για να έχουμε πραγματική ανάπτυξη ιστορούνται από τους κυβερνώντες μόνον ως αναπόφευκτα μέτρα μείωσης του δημοσιονομικού κόστους, είναι σίγουρο ότι η κοινωνία θα τις εκλάβει μόνον ως άδικες θυσίες. Αντί να τις ενστερνιστεί ως επιβεβλημένες, θα τις υπομείνει ως έξωθεν επιβαλλόμενες.»
Η ιστορική ευκαιρία για μεταρρύθμιση στην Ελλάδα κινδυνεύει να χαθεί οριστικά για μια γενιά ακόμη· όχι τόσο από την αντίδραση των ηχηρών, προνομιούχων μειοψηφιών που θίγονται, όσο λόγω της σχεδόν αποκλειστικά λογιστικής αντιμετώπισής της από αυτούς τους ίδιους, στους οποίους έλαχε η
υπεράσπισή της. Όταν οι μεταρρυθμίσεις, που είναι αναγκαίες για να έχουμε πραγματική ανάπτυξη, και που στην άλλοτε πεισματική και άλλοτε κουτοπόνηρη άρνησή τους οφείλεται εν πολλοίς αυτή η ίδια η κρίση, ιστορούνται από τους κυβερνώντες μόνον ως αναπόφευκτα μέτρα μείωσης του δημοσιονομικού κόστους, είναι σίγουρο ότι η κοινωνία θα τις εκλάβει μόνον ως άδικες θυσίες. Αντί να τις ενστερνιστεί ως επιβεβλημένες, θα τις υπομείνει ως έξωθεν επιβαλλόμενες, για να τις ακυρώσει τελικά στην πράξη. Δεν πρόκειται απλώς για ανεπαρκή επικοινωνιακή διαχείριση. Πρόκειται για την βαθειά ριζωμένη ιδεολογική άρνηση των μεταρρυθμίσεων από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος.
Έτσι, τελευταία, η μείωση του περιττού προσωπικού του Δημοσίου δεν κατανοείται και δεν εξηγείται ως απαραίτητη προϋπόθεση ανάπτυξης, αλλά μόνο ως λογιστική μείωση κόστους. Δεν εξηγείται ότι το κόστος για την οικονομία κάθε ενός παραπανίσιου υπαλλήλου δεν είναι ο μισθός του - αυτός δεν είναι πάρα μια κοινωνικά άδικη αναδιανομή εισοδήματος των φορολογουμένων - αλλά η χαμένη του παραγωγικότητα. Με απλά λόγια: αν το Δημόσιο μπορεί να παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες που παρέχει τώρα με 200.000 ανθρώπους λιγότερους, το πραγματικό μας κόστος είναι η συνολική αξία που θα είχαν τα πραγματικά προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρήγαγαν αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι σε πραγματικές, παραγωγικές δουλειές· όχι οι μισθοί τους. Οι μισθοί τους δημιουργούν απλά δημοσιονομικό έλλειμα και κοινωνικά άδικη φορολόγηση· είναι όμως η απώλεια της παραγωγής τους, λόγω της αναγκαστικής υποαπασχόλησης στο Δημόσιο, που μας στερεί, ανάμεσα σε άλλα, την πραγματική ανάπτυξη.
Θα είμαστε όλοι φτωχότεροι όσο μερικές χιλιάδες ανειδίκευτοι άνθρωποι υποαπασχολούνται ως θυρωροί, κηπουροί, οδηγοί, κλητήρες ή τεχνίτες στο Δημόσιο, σε Δήμους και ΔΕΚΟ, αντί να καλλιεργούν τα χωράφια που άφησαν για να διοριστούν. Όπως θα είμαστε όλοι φτωχότεροι όσο μερικές χιλιάδες άνθρωποι εξακολουθούν να ξοδεύουν τις μέρες τους διακινώντας και σφραγίζοντας άχρηστα έγγραφα, αντί να δουλεύουν παραγωγικά στις πραγματικές δουλειές, από τις οποίες έφυγαν για να διοριστούν.
Όσο δεν το συνειδητοποιούμε, θα βλέπουμε την μείωση του Δημοσίου σαν αναπόφευκτη περικοπή κόστους και όχι σαν αφετηρία ανάπτυξης. Θα συζητάμε την επίπτωση των απολύσεων στη ζήτηση και στην ύφεση, λες και οι άλλες εναλλακτικές, της ακόμη μεγαλύτερης μείωσης μισθών ή της ακόμη μεγαλύτερης αύξησης της φορολογίας, δεν θα έχουν την ίδια ακριβώς επίπτωση στην ζήτηση, χωρίς όμως την ελπίδα ανάπτυξης. Θα αντιτάσσουμε ότι το Δημόσιο είναι αναποτελεσματικό κι όχι τάχα μεγάλο, λες και αν γινόταν αποτελεσματικό, αυτό δεν θα σήμαινε εξ'ορισμού ότι θα μας προσέφερε καλύτερες υπηρεσίες με ακόμη λιγότερους ανθρώπους.
Ή ακόμα, αν είμαστε βέβαια ειλικρινείς με τον εαυτό μας, θα λέμε ό,τι είπε και στην Βουλή ο Υπουργός Οικονομικών, ως πρωταγωνιστής της τραγωδίας: «Με πόνο καρδιάς περικόπτουμε τις δυνατότητες των παιδιών μας να απασχοληθούν στον δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα». Για να μοιρολογήσουν εν χορώ οι ψηφοφόροι: «Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικό μας θά'ναι...».
Γ.Φ.
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου