Το Σουφλί δοκιμάζεται σκληρά από τη Βουλγαρική Κατοχή του 1913-19


 *Οι βουλγαρικές ωμότητες στη Θράκη, 
μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους


Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

          Η Δυτική Θράκη στη διάρκεια του 20ου αιώνα υπέστη δύο φορές με συνέπειες τραγικές, την βουλγαρική κατοχή.
          Την πρώτη φορά μετά τον τερματισμό του δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου το 1913, όταν με βάση κυρίως τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, η περιοχή επιδικάσθηκε στην ηττημένη Βουλγαρία αν και είχε απελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό.
          Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου του Αυγούστου 1913, υπήρξε άδικη για την ελευθερωμένη Θράκη. Με δυτικό όριο τη γραμμή του Νέστου, η Θράκη παραχωρήθηκε στη Βουλγαρία. Έτσι έσβησε άδοξα το πρώτο όνειρο της απελευθέρωσης. Η εν συνεχεία συνθήκη της Κωνσταντινούπολης με την οποία επισημοποιήθηκε η συνθήκη του Βουκουρεστίου οριστικοποίησε, αυτό που ήθελαν να αποφύγουν Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι της Θράκης. Μια βουλγαρική κατοχή. Οι Βούλγαροι άρχισαν να προωθούνται σταδιακά και να καταλαμβάνουν εδάφη της Θράκης, από τον Οκτώβριο του 1913. Ο πληθυσμός της περιοχής βρέθηκε σε απόγνωση.
*Το Σουφλί του 1913 σε φωτογραφία των τουρκικών κρατικών αρχείων.  
Στο κέντρο η κρήνη Χαμιδιέ

          Από τον Αύγουστο με έμμεση ελληνοτουρκική υπόδειξη ανακηρύχθηκε η αυτονομία της ευρύτερης περιοχής της Γκιουμουλτζίνας. Η λεγόμενη Δημοκρατία της Γκιουμουλτζίνας πρόβλεψε την στρατιωτική και διοικητική διαίρεση της περιοχής στον τομέα της Γκιουμουλτζίνας με Οθωμανό πρόεδρο. Στον τομέα του Δεδέαγατς και του Σουφλίου, προβλέφθηκε  η τοποθέτηση Ελλήνων προέδρων. Οι αναμνήσεις των Θρακών από εκείνη τη Βουλγαρική κατοχή είναι απολύτως δυσάρεστες. Το νεόκοπο επαναστατικό μόρφωμα, που είχε έδρα στην Οργάνη της Ροδόπης, εξέδωσε μερικά γραμματόσημα, συμβάλλοντας και αυτό με την έκδοσή τους στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.
          Την δεύτερη φορά, αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας στον πόλεμο με την ναζιστική Γερμανία το 1941. Τότε η Δυτική Θράκη και η Ανατολική Μακεδονία με εξαίρεση τον νομό Έβρου, παραδόθηκαν στην Βουλγαρία, που ήταν σύμμαχος του Χίτλερ.
          Και οι δύο βουλγαρικές κατοχές έχουν αποτυπωθεί στην ιστορική μνήμη των Θρακών με τα μελανότερα χρώματα, εξαιτίας της βαρβαρότητας των Βουλγάρων, του πνεύματος ρεβανσισμού που τους κατείχε, της πρακτικής αφελληνισμού της περιοχής και της ιδέας που είχαν ότι επιτέλους κατόρθωσαν να φτάσουν στη θάλασσα του Αιγαίου.
          Στα αρχεία του Ιδρύματος Ελευθερίου Βενιζέλου έχει διασωθεί μια έκθεση του Ελληνικού προξενείου Ξάνθης προς το υπουργείο Εξωτερικών για την κατάσταση που επικρατούσε στη Δυτική Θράκη, η οποία τελούσε υπό Βουλγαρική κατοχή. Η έκθεση έχει ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 1915 και αποτελείται από 19 σελίδες. Περιέχει στοιχεία και περιγραφές που απεικονίζουν τις προσπάθειες της ηττημένης Βουλγαρίας να αφελληνίσει πλήρως την περιοχή.
*Οι δοκιμασίες για το Σουφλί άρχισαν. Δημοσίευμα της 11ης Ιανουαρίου 1914 της εφημερίδας "Καιροί" δείχνει το σχέδιο εκβουλγαρισμού της κατεχόμενη Θράκης 

          Ο διωγμός των κατοίκων του Σουφλίου κατά την αναφορά του Προξενείου Ξάνθης «παρουσιάζει μίαν αλγεινήν εικόνα της Βουλγαρικής ωμότητος και αποδεικνύει την ασυμβίβαστον αντίθεσιν μεταξύ Ελληνικού πολιτισμού και Βουλγαρικής βαρβαρότητος».
          Όταν αποφασίσθηκε η κατάληψη, δεν εμφανίστηκαν σε πρώτη φάση επίσημα οι αρχές, αλλά στίφη κομιτατζήδων «μετ’ αλαλαγμών» και ύβρεων» μπήκαν στην πόλη και συνέλαβαν τους Κουρτίδη (Σ.Σ. Ο Κωνσταντίνος Κουρτίδης υπήρξε σημαντική πνευματική μορφή της Θράκης. Ήταν εκπαιδευτικός και πολιτικός. Κατά τη διάρκεια της τρίμηνης αυτονομία της Θράκης πριν από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου ο Κουρτίδης ήταν πρόεδρος της ζώνης Σουλίου) και Θεοχαρίδη και με ξίφη και λόγχες έμπαιναν στη συνέχεια στα σπίτια των ευπόρων Σουφλιωτών, τους οποίους εκβίαζαν και έπαιρναν χρήματα.
*Τα τούρκικα χαμάμ του Σουφλίου

          Αργότερα, ο Βούλγαρος διοικητής κάλεσε τους προκρίτους και… με ευγενικές εκφράσεις τους ευχαρίστησε γιατί επί τρεις μήνες, στο διάστημα που έγινε το αυτονομιστικό κίνημα στα βουνά της Θράκης, οι Σουφλιώτες διέσωσαν και περιέθαλψαν 8.000 Βούλγαρους χωρικούς. Υποσχέθηκε ακόμα ότι θα υπάρχει ασφάλεια, και σεβασμός των ιδιωτικών περιουσιών, των Ελληνικών σχολείων και των Εκκλησιών.
          Αλλά με βάση πάντα την αναφορά του προξενείου Ξάνθης πριν περάσουν τρείς μέρες άρχισαν να  αθετούνται αυτές οι «ωραίες» βουλγαρικές υποσχέσεις.
          Αρχικά έγινε κατάληψη των ελληνικών σχολείων. Στη συνέχεια οι Βούλγαροι κατέλαβαν τον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου (η αξία τότε ήταν περί τις 30.000 λίρες) τον οποίο εσύλησαν, αρπάζοντας όλα τα ιερά σκεύη και τα άμφια.
          Ταυτόχρονα άρχισαν και οι απελάσεις των πλουσίων και έγκριτων οικογενειών, των οποίων τα σπίτια άρπαζαν αμέσως Βούλγαροι αξιωματικοί, οι οποίοι αφαιρούσαν από μέσα τα βαρύτιμα έπιπλα και τα«κλειδοκύμβαλα των οικιών». Και επειδή επικρατούσε ψύχος, έκαιγαν τα θρανία και τους πίνακες των σχολείων, καθώς και τις βιβλιοθήκες των απελαυνομένων επιστημόνων. 
*Ο Κωνσταντίνος Κουρτίδης

          Με το πρόσχημα της κατ’ οίκον έρευνας, έμπαιναν στα σπίτια, άρπαζαν ότι ήθελαν, αλλά έκαναν και απαγωγές γυναικών «προς ατίμωσιν» καταγγέλλεται στην έκθεση. Στις 3 Οκτωβρίου 1913 μετά τον Εσπερινό, είχαν συλλάβει τον οικονόμο παπά Αντώνιο και τους πολίτες του Σουφλίου Σταμάτιο Παπαδόπουλο, 80 ετών τον οποίο έδειραν ανηλεώς, Ηλία Αργυριάδη, Παναγιώτη Καραγιώργη, Σταμάτη Σμυρλή, Ιωάννη Ευστρατίου, Χρηστόπουλο, Ιωάννη Σακελλαρίδη, Σταμάτιο Παλαβούζη, Μαυρουδή  Μεμερτζή (Σ.Σ. ίσως είναι Δεμερτζής) και Αθανάσιο Κούκο. Τους συλληφθέντες, τους έκλεισαν σε σκοτεινό δωμάτιο όπου τους κακοποίησαν και μετά τους έστειλαν σιδηροδρομικώς στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη)/ Εκεί τους φυλάκισαν, έως ότου πέρασε αυστριακό πλοίο της γραμμής και τους απέλασαν στην Ελλάδα.
          Ο ανθελληνικός διωγμός, μέρα με τη μέρα εντείνονταν. Όργανα της Βουλγαρικής αρχής, κομιτατζήδες και πρόσφυγες Βούλγαροι που είχαν μεταφερθεί από τη Μακεδονία συνέχιζαν να διαρπάζουν τις ελληνικές περιουσίες διώχνοντας του Έλληνες, από τα σπίτια τους, τα μαγαζιά τους, τα εργαστήριά τους και τα χωράφια τους. Τα χωράφια ειδικά τα καλλιεργούσαν οι Έλληνες «αλλά τους καρπούς συγκομίζουσι αποκλειστικώς οι Βούλγαροι». Η συμβίωση με τους Βουλγάρους κατέστη μαρτυρική. Δύο χωριά του Σουφλίου το Καβατζήκι (σημερινή Λευκίμη) και η Κορνοφωλιά, έμειναν χωρίς Έλληνες κατοίκους, αφού σιγά- σιγά όλοι έφυγαν. Οι κάτοικοι της Δαδιάς, πήγαν στο Σουφλί και έφυγαν σιδηροδρομικώς από εκεί.
          Από το Σουφλί σύμφωνα πάντα με την αναφορά του προξενείου Ξάνθης μετανάστευσαν μαζικά κατά το 1914 πάρα πολλά άτομα. Από τους 10.000 κατοίκους είχαν μείνει το πολύ 300 οικογένειες, και αυτές κρατήθηκαν με τη βία, για να διδάξουν σε Βουλγάρους επήλυδες την τέχνη της σηροτροφίας που οι Σουφλιώτες γνώριζαν τόσο καλά, κάνοντας τα μετάξια τους γνωστά διεθνώς. Αλλά ενώ οι Βούλγαροι ήθελαν να διώξουν τον κόσμο από το Σουφλί και τα γύρω χωριά αυτό δεν ήταν εύκολο για τους Έλληνες αν και ήθελαν να φύγουν για να γλυτώσουν από τη βουλγαρική βαρβαρότητα. Κάθε οικογένεια που ήθελε να φύγει από τη βουλγαρική ζώνη κατοχής έπρεπε να πληρώσει 30 έως 120 φράγκα ανάλογα με την οικονομική της κατάσταση και 2 φράγκα επιπλέον για κάθε αποσκευή και πάλι για πράγματα που οι Βούλγαροι τους επέτρεπαν να πάρουν μαζί τους. Τις και οι αποσκευές αυτές καταληστεύονταν τις σιδηροδρομικούς σταθμούς και στα τελωνείο του Δεδέαγατς από κομιτατζήδες και χωροφύλακες.
          Σε όσους έμειναν στον τόπο τις από ανάγκη τα πρόστιμα έπεφταν βροχή για την παραμικρότερη αιτία. Και μάλιστα με την απαίτηση να πληρώνονται επί τόπου για να μην αντιμετωπίσουν οι Έλληνες άμεση φυλάκιση.
*Το μουσουλμανικό τέμενος, που υπήρχε στο Σουφλί επί Τουρκοκρατίας

          Εκείνες τις μέρες κατά την αναφορά του προξενείου σημειώθηκε και ένα μεθοριακό επεισόδιο. Τέσσερις κομιτατζήδες πήγαν σε ένα παραμεθόριο φυλάκιο, αλλά οι Τούρκοι φρουροί τις πυροβόλησαν και τις σκότωσαν. Οι βουλγαρικές αρχές απέδωσαν τις φόνους σε Σουφλιώτες. Το γεγονός αυτό έγινε αφορμή να παραβιασθούν ξανά σπίτια Ελλήνων και να κλαπούν χρήματα που βρέθηκαν, τρόφιμα ή άλλα άξια λόγου αντικείμενα. «Νεάνιδες δε αποσπαθείσαι των οικογενειών των ήχθησαν βία εις οικίας Αξιωματικών και Κομιτατζήδων ίνα υποστώσι τον έσχατον εξευτελισμόν».
          Δύο κομιτατζήδες, ο Ρώσος και ο Νικόλας είχαν καταστεί οι πραγματικοί σατράπες του Σουφλίου. Έκαναν ό,τι ήθελαν. Αυτοί οι δύο και οι συμμορίτες που τις ακολουθούσαν, στην πραγματικότητα, είχαν υποκαταστήσει τις αρχές, οι οποίες με τον τρόπο αυτό, απέδιδαν τις ευθύνες σ’ τις και απέφευγαν κάθε ευθύνη για τις ωμότητες.


*Απόσπασμα από την αφήγηση του Σουφλιώτη Γεώργιου Αναστασίου 
στην εφημερίδα "Νέα Ημέρα".

Τα βάσανα άρχισαν από το 1913

          Η εφημερίδα «Νέα Ημέρα» στις 18 Ιουλίου 1913 δημοσίευσε σειρά καταγγελιών για τις βουλγαρικές ωμότητες στο Σουφλί, κατά τη διάρκεια ακόμα του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, πριν δηλαδή επισημοποιηθεί η κατάληψη της Θράκης. Όταν δηλαδή η Ελλάδα είχε στραφεί κατά της πρώην συμμάχου της Βουλγαρίας.
          Πρόκειται για αφηγήσεις Σουφλιωτών οι οποίοι είχαν στρατολογηθεί δια της βίας από τις 5 Απριλίου, για να μεταφέρουν με τα βοϊδάμαξά τους εφόδια του βουλγαρικού στρατού στην Ανατολική Μακεδονία. Ορισμένοι από αυτούς δραπέτευσαν και κατόρθωσαν να φτάσουν στη Θεσσαλονίκη, όπου περιέγραψαν τα βάσανά τους.
          Σύμφωνα με την ανταπόκριση της εφημερίδας, περίπου 100 χωρικοί από την περιοχή Σουφλίου, οδηγήθηκαν στο Δεδέαγατς και υποχρεώθηκαν να μεταφέρουν άλευρα, τροφές και άλλα είδη του Βουλγαρικού στρατού. Στη συνέχεια τους πήγαν στην Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή), Ξάνθη, Δράμα, Σέρρες και Δεμίρ Ισάρ (Σιδηρόκαστρο). «Ο άρτος εξέλιπε, εζώμεν δεν με στάχεις σίτου, ους εκόπτομεν εκ των αγρών» διηγήθηκαν οι φυγάδες. Στην περιοχή του Δεμίρ Ισάρ οι Βούλγαροι στρατιώτες τους έκλεψαν ό,τι είχαν επάνω τους.
          Ο Γεώργιος Πούλιου, ένας από τους διασωθέντες είπε στη Θεσσαλονίκη, ότι είδε με τα μάτια του να εκτελούν τον Γεώργιο Καβατζιώτη γιατί δεν γνώριζε Βουλγαρικά!!!
          Ο Σταύρος Αθανασίου είπε ότι είδε να απάγονται για να εκτελεσθούν επτά σύντροφοί του.
          Ο Αναστάσιος Καραμερτζάνης, κατόρθωσε να κρυφτεί με κάποιον άλλον σε μια σπηλιά και αργότερα άκουσαν από Μουσουλμάνους της περιοχής να αφηγούνται λεπτομέρειες για τη δολοφονία του μητροπολίτη Μελενίκου και των προκρίτων του Δεμίρ Ισάρ.
          Ο Σουφλιώτης Γεώργιος Αναστασίου όταν έφτασε στη Θεσσαλονίκη είχε ίχνη σπαθισμού στο πίσω μέρος της κεφαλής του, από Βούλγαρο ταγματάρχη. Ο ίδιος αφηγήθηκε ότι με 10 συντρόφους του, είχε κρυφτεί σε τσιφλίκι στην Κούλα. Τους ανακάλυψε εκεί ένας Βούλγαρος ταγματάρχης ο οποίος με 40 άνδρες συνόδευαν 12 άμαξες του Ερυθρού Σταυρού με φάρμακα και νοσοκομειακά είδη. Τους έδεσαν πισθάγκωνα και τους οδήγησαν στις όχθες του ποταμού Μπίστριτσα, παραπόταμου του Στρυμόνα, όπου τους ξάπλωσαν κάτω. Στα πόδια κάθε αιχμάλωτου έβαζε δύο στρατιώτες και «αυτός δε πατών την κεφαλήν απέκοπτε τον τράχηλον δια τριών κτυπημάτων της σπάθης». Ο ταγματάρχης, αποκεφάλισε τέσσερις, και οι στρατιώτες τους άλλους πέντε, βρίζοντας μεγαλόφωνα το ελληνικό έθνος!!!
*Το Σουφλί κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους

          Ο Αναστασίου σώθηκε εκ θαύματος. Ήταν τελευταίος αλλά εκείνη τη στιγμή εμφανίσθηκαν δύο αξιωματικοί, που απέτρεψαν την εκτέλεση. Πιθανολογούσε ότι πρέπει να ήταν αξιωματικοί του Βουλγαρικού στρατού μάλλον  Ελληνικής καταγωγής, γιατί του είπαν: «Πήγαινε για κρύψου τώρα για να σωθείς». Έτσι ξεκίνησε να πάει προς το Δεμίρ Ισάρ. Οι περιπέτειές του όμως δεν τελείωσαν. Στο δρόμο τον συνέλαβε μια 15μελής συμμορία κομιτατζήδων. Προσποιήθηκε πως είναι Τούρκος. Οι κομιτατζήδες όμως τον ξεγύμνωσαν και διαπίστωσαν, ότι δεν είχε υποστεί περιτομή!!! Άρα ήταν Χριστιανός. Τον οδήγησαν στο στρατηγείο τους στην Κούλα. Ήταν όμως και πάλι τυχερός. Ενώ δόθηκε διαταγή να φυλακισθεί, εκείνη τη στιγμή αναγγέλθηκε εσπευσμένη υποχώρηση. Οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν όπλα και αιχμάλωτο και έτρεχαν να εξαφανιστούν. Ο Αναστασίου κατέφυγε τελικά στο Δεμίρ Ισάρ, όπου τον συνέλαβαν ξανά οι Βούλγαροι, που συνόδευαν άμαξες γεμάτες με είδη από λεηλατημένα σπίτια του Δεμίρ Ισάρ. Ο επικεφαλής ταγματάρχης τον χτύπησε με το σπαθί στη κεφάλι και στην πλάτη. Έπεσε κάτω λιπόθυμος. Όταν συνήλθε κατέφυγε στο σπίτι ενός Τούρκου. Την επομένη πήγε στη Μητρόπολη, αλλά το κτίριο ήταν κατεστραμμένο. Η μάνα του Μητροπολίτη πεθαμένη. Μαζί με άλλους την έθαψαν. Στη συνέχεια κατόρθωσε να φτάσει στη Θεσσαλονίκη και να γλιτώσει. 
           Οι Βούλγαροι τότε, πήραν πολλούς Σουφλιώτες και τους πήγαν στη Βουλγαρία, όπου εκτελούσαν καταναγκαστική εργασία, κάτω από ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες. Μεταξύ άλλων είχαν απαγάγει και τον Πασχάλη Νάνο, ο οποίος επέστρεψε με μόνιμο πρόβλημα αναπηρίας στο πόδι. Ο Νάνος διετέλεσε πολύ αργότερα δήμαρχος Σουφλίου και εκτελέσθηκε από τον ΕΛΑΣ το 1942.
          Η αγωνία για τον πληθυσμό της Θράκης ήταν μεγάλη. Στην Αθήνα δραστηριοποιήθηκαν οι Θράκες   , οι οποίοι με επικεφαλής τον Πανθρακικό Σύλλογο είχαν επιδώσει σχετικά ψηφίσματα στην κυβέρνηση , στο Τύπο και στους πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων, διεκτραγωδώντας την κατάσταση στις περιοχές που είχαν καταληφθεί από τους Βουλγάρους (εφημερίδα Καιροί, Ιούλιος 1915).
          Η ζωή στη Θράκη υπό Βουλγαρική κατοχή ήταν μαρτυρική. Και δυστυχώς αυτό συνέβη και στο διάστημα 1941-44, όταν ο Χίτλερ θέλησε να ανταμείψει τους συμμάχους του με έξοδο στη θάλασσα.

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια