Μαρία Σαρλά - Πεντάζου
Επιμελήτρια αρχαιοτήτων
Βαγγέλης Πεντάζος
Έφορος Αρχαιοτήτων Δελφών
Στα νοτιοανατολικά της Κομοτηνής (30 χλμ.) σε μια πεδιάδα, πού την προστατεύει ό 'Ισμαρος (ύψ. 678 μ.) απ' τους βοριάδες, κρύβονται τα λείψανα της αρχαίας Μαρώνειας. Το ήμερο τοπίο, κατάφυτο από ελιές, μυγδαλιές, πεύκα και άγριοκυπαρίσσια, πουρνάρια, πλατάνια, δρυς και κέδρους, αναπαύει το βλέμμα του σημερινού επισκέπτη.
Ή περιοχή κατοικήθηκε από τα νεολιθικά ήδη χρόνια (3η χιλιετία π.Χ.). Στην περίοδο αυτή όσο και στήν επόμενη, την πρωτοχαλκή, (2η χιλιετία π.Χ.), είναι αναμφισβήτητη ή ύπαρξη επτά, τουλάχιστον, σημαντικών οργανωμένων οικισμών, πού ή οικονομία τους βασιζόταν στη γεωργία καί κτηνοτροφία. Τα αρχαιολογικά δεδομένα (για πρώτη φορά οχυρωμένες
ακροπόλεις, κεραμεική) δείχνουν ότι στο τέλος της 2ης χιλιετίας (13ος -12ος αι. π.Χ.) θρακικά φυλά πλημμύρισαν τη χώρα. Σύμφωνα και με την παράδοση τα φυλά αυτά διέσχισαν τη Θράκη κι έφτασαν μέχρι την Τροία. Δεκαοχτώ, τουλάχιστον, θρακικοί οικισμοί εντοπίστηκαν, κυρίως στην ενδοχώρα, με αμφίβολη διάρκεια ζωής. Μερικοί πάντως υπήρχαν και τον 7ο αι. π.Χ. όταν εμφανίστηκαν οι πρώτοι "Έλληνες.
Ή πρώτη γραπτή πηγή για τη Μαρώνεια είναι ο Όμηρος. Την αναφέρει σαν πατρίδα του Μάρωνα, ιερέα του Απόλλωνα, πού κατοικούσε σ' ένα ιερό άλσος του θεού, γεμάτο δένδρα, στην πόλη "Ισμαρο. Στην 'Οδύσσεια αναφέρεται ότι την εποχή του τρωϊκού πολέμου κατοικούσε εδώ το πολυάνθρωπο γένος των θρακών Κικόνων πού είχαν ιδρύσει, σύμφωνα με τον Στράβωνα, 3 πόλεις: Ξάνθη, Μαρώνεια, 'Ισμαρο. Στην Ίλιάδα εμφανίζονται σαν γενναίοι πολεμιστές να αγωνίζονται, πεζοί ή έφιπποι, στο πλευρό των συμμάχων τους Τρωών κατά των Ελλήνων.
Μετά τον πόλεμο ό 'Οδυσσέας σταμάτησε στα μαρωνίτικα ακρογιάλια και φιλοξενήθηκε από τον Κύκλωπα Πολύφημο στη σπηλιά του. Για να γλυτώσει και να ξεφύγει με τους συντρόφους του, μέθυσε τον οικοδεσπότη του με το περίφημο μαρωνίτικο κρασί, πού ο Όμηρος εξυμνεί το κόκκινο χρώμα και την ευωδιά του. Σήμερα μια σπηλιά ανάμεσα στα χωριά Προσκυνητές και Μαρώνεια, στην όποια συστηματικές ανασκαφές έφεραν στο φως κεραμεική από τη νεολιθική εποχή μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια, ονομάζεται απ' τους ντόπιους «Σπηλιά του Κύκλωπα". Τον 7ο αι. π.Χ. ξεκινάει το κύμα του β' ελληνικού αποικισμού. Ή ανάπτυξη αστικής τάξης στις ελληνικές πόλεις και οι αγώνες της εναντίον της αριστοκρατίας, ή ανάγκη επέκτασης του εμπορίου και εξεύρεσης νέων πηγών πλούτου οδήγησαν σ' αυτόν. ΟΙ ακτές της Θράκης, του Αιγαίου και των μικρασιατικών παραλίων, ήταν γνωστές στους "Έλληνες, γιατί από εκεί προμηθεύονταν ναυπηγήσιμη ξυλεία, πολύτιμα μέταλλα, δούλους. Έτσι άποικοι από την κεντρική και τη νησιώτικη "Ελλάδα εγκαθίστανται σ' όλο το μήκος της θρακιώτικης παραλίας και Ιδρύουν μια σειρά από Ελληνικές πόλεις.
Ή εξαιρετικά προνομιακή γεωγραφική θέση, το εύκρατο μεσογειακό κλίμα και ή ευφορία της περιοχής της Μαρώνειας προσέλκυσαν τους Χίους αποίκους, πού το α' μισό του 7ου αϊ. π.Χ. έφτασαν εδώ αναζητώντας καινούρια πατρίδα. Σαν οικιστής της νέας πόλης, πού εξελίχθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες και άξιολογότερες της Θράκης, φέρεται ό Μάρωνας, γιος του Εύάνθη.
Ή θέση του πρώτου χιώτικου οικισμού είναι μέχρι σήμερα άγνωστη. Από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη έχει διατυπωθεί ή άποψη ότι μία ακρόπολη στην κορυφή του Ίσμάρου, "Αγ. Γεώργιος, στα Α. της Μαρώνειας πιθανόν να είναι ή πρώτη ακρόπολη των Χιών αποίκων. Κτισμένη σε απόκρημνη περιοχή (υψ. 461 μ.), δυνατή και απροσπέλαστη, έχει περίμετρο 1330 μ. Ή πολυγωνική τοιχοδομία της Α. πλευράς τη δείχνει προπερσική, ενώ όπως δείχνει ή κεραμεική, δεν αποκλείεται ορισμένα τμήματα της να ανήκουν σε οχυρωμένο οικισμό των θρακών του 13ου-12ου αϊ. π.Χ. Ή ακρόπολη εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και μετά την κατασκευή του Ισχυρού κλασικού περιβόλου της γειτονικής Μαρώνειας γιατί λόγω της θέσης της την προστάτευε από Α. Δύο μικρά τείχη ξεκινούν από τη μέση της Α. και Δ. πλαγιάς του 'Αγ. Γεωργίου και καταλήγουν στη θάλασσα, όπου θα υπήρχε λιμάνι. Στη μέση περίπου του Α. σκέλους διατηρείται μικρός περίβολος, για την ενίσχυση της άμυνας στο πεδινό και ευπρόσβλητο αυτό σημείο. Τα σκέλη του τείχους δεν φθάνουν μέχρι την ακρόπολη γιατί οι πλαγιές του λόφου είναι σχεδόν αδιάβατες, προστατευόμενες από πελώριους βράχους. Δεν είναι γνωστό αν ή εγκατάσταση των καινούριων κατοίκων έγινε ειρηνικά ή ύστερα από σκληρούς αγώνες με τους Κίκονες, θα πρέπει όμως με την πάροδο του χρόνου να αναπτύχθηκαν φιλικές σχέσεις και Ίσως να έγινε και εδώ, όπως στη Θάσο και στη Σαμοθράκη, μια ειρηνική ανάμειξη 'Ελλήνων και θρακών. Σ' αυτό πιθανόν οφείλονται τα λίγα γνωστά θρακικά ονόματα από μεταγενέστερες επιγραφές της Μαρώνειας. Βάση της οικονομίας της νέας πόλης με τον πλούσιο ελαιώνα, τα καρπερά αμπέλια, τα δάση και τα βοσκοτόπια ήταν ή γεωργία κι ή κτηνοτροφία. "Όμως γρήγορα οι κάτοικοι στράφηκαν και στο εμπόριο και τη θάλασσα, αφού ή θέση της πόλης, κοντά σ' έναν ασφαλή για τα πλοία όρμο, ευνοούσε την ανάπτυξη και σ' αυτούς τους τομείς.
Δυστυχώς δεν έχουμε στοιχεία για τη ζωή στα αρχαϊκά χρόνια. Μπορούμε όμως να συμπεράνουμε ότι, καθώς οι Μαρωνίτες έρχονταν από τη Χίο, όπου ήδη οι τέχνες γνώριζαν μεγάλη άνθηση, θα έφεραν μαζί τους μιαν αναπτυγμένη καλλιτεχνική παράδοση. Άψευδείς και μόνοι μάρτυρες τα όμορφα νομίσματα τους πού από το τέλος του 6ου αι. π.Χ. δίνουν μια ιδέα του επιπέδου της τέχνης τους, αλλά και της ήδη αναπτυγμένης οικονομικής ζωής. Ή μόνη ιστορική πληροφορία πού έχουμε για την πόλη την περίοδο αυτή είναι ή διαμάχη της με τη Θάσο στα μέσα του 7ου αϊ. π.Χ. για την κατοχή της αποικίας των θασίων Στρύμης. Όπως φαίνεται, στην περίοδο των περσικών πολέμων, ή Μαρώνεια ακολούθησε την τύχη των άλλων ελληνικών πόλεων της Θράκης και υποτάχτηκε στους Πέρσες. Ό Ηρόδοτος μιλώντας για την εκστρατεία του Ξέρξη κατά της Ελλάδος αναφέρει τη Μαρώνεια, γιατί απ' την περιοχή της περνάει ή στρατιά του. Μετά τη συντριβή των Περσών, ιδρύεται ή α' Αθηναϊκή Συμμαχία το 478/ 7. Στους φορολογικούς καταλόγους των μελών της βρίσκουμε τη Μαρώνεια να πληρώνει εισφορά 1 τάλαντο καί 3.000 δραχμές. Το ποσό αυτό αυξάνει το 437 π.Χ. σε 3 τάλαντα, ποσό πού μαρτυρεί τη μεγάλη οικονομική άνθηση της πόλης. ΕΙναι άλλωστε γνωστό ότι από την περίοδο αυτή ή Μαρώνεια, μαζί με τα γειτονικά "Άβδηρα καί την Αίνο (σημ. στην Τουρκία, κοντά στίς άνατ. όχθες των εκβολών του Έβρου), είναι οι τρεις σημαντικότερες καί πλουσιότερες πόλεις της Θράκης. Γύρω στα μέσα του 5ου αϊ. π.Χ. οι βασιλείς των θρακών Όδρυσών Τήρης καί ό γιος του Σιτάλκης, υποτάσσοντας τα θρακικά φύλα της περιοχής, Ίδρυσαν ισχυρό βασίλειο πού περιλάμβανε τμήμα της Άνατ. Μακεδονίας μέχρι το Στρυμόνα, τη Θράκη μέχρι το Βυζάντιο και' τη σημ. Βουλγαρία. Δεν είναι εξακριβωμένο αν ή Μαρώνεια, όπως οι άλλες ελληνικές πόλεις των παραλίων, αναγκάστηκε να πληρώνει φόρο στους 'Οδρύσες βασιλείς. Ένα είναι βέβαιο, ότι είχε στενές σχέσεις μαζί τους όπως δείχνουν τα νομίσματα των Όδρυσών πού είτε κόπηκαν στο νομισματοκοπείο της Μαρώνειας, είτε έγιναν από Μαρωνίτες χαράκτες. Ό 4ος αι. είναι ή εποχή της μεγάλης ακμής της Μαρώνειας. Οι ανασκαφές, πού άρχισαν το 1969 και συνεχίζονται συστηματικά από το 1978, αποκαλύπτουν κάθε χρόνο καινούρια στοιχεία για να στηρίξουν αυτή την άποψη πού μέχρι τώρα βασιζόταν σε ενδείξεις (αρχαίοι συγγραφείς, νομισματοκοπία, επιγραφές). Ένα Ισχυρό τείχος προστάτευε την πόλη. Είχε περίμετρο 10.400 μ. περίπου καί σώζονται αρκετά τμήματα του καί πύργοι. Ξεκινάει από την ψηλότερη κορυφή του Ίσμάρου, τον 'Αγ. Αθανάσιο, όπου και ή ακρόπολη καί με 2 σκέλη, πού κλείνουν μια τεράστια έκταση, κατεβαίνει ως τη θάλασσα. Δεν είναι πιθανόν ότι όλο αυτό το χώρο καταλάμβανε ή πόλη, πού θα πρέπει να περιοριζόταν στα πεδινά καί πλησιέστερα στη θάλασσα. Μάλλον απέβλεπαν να ασφαλίσουν μία μεγάλη περιοχή, όπου στις δύσκολες ώρες των εχθρικών επιδρομών θα μπορούσε να καταφύγει ό πληθυσμός της υπαίθρου, ακόμη καί τα κοπάδια. Το τείχος σώζεται, στα καλύτερα διατηρημένα τμήματα του, σε ϋψος το πολύ 2μ. ενώ το πάχος του είναι 2,30-3 μ. Είχε κατά διαστήματα ορθογώνιους ή ημικυκλικούς πύργους, σε πυκνότερη διάταξη στα πεδινά μέρη πού ήταν πιο ευπρόσβλητα. Στο μέσο της περιτειχισμένης περιοχής, όπου δεν έχουν εντοπιστεί λείψανα κατοίκησης, υπήρχε κάποια εγκατάσταση στρατοπέδου, της οποίας σώζονται τμήματα τείχους καί πύργος. Γνεύσιο καί σαθρός γρανίτης, πετρώματα από ντόπια λατομεία, χρησιμοποιήθηκαν σαν οικοδομικό υλικό. Ή τοιχοδομία είναι κατά κύριο λόγο ίσοδομική, αλλά σε ορισμένα σημεία οι λιθόπλινθοι είναι πολυγωνικοί κι άλλου μικρές πέτρες γεμίζουν τα κενά των αρμών. Αποτελείται από έναν εσωτερικό τοίχο κι έναν εξωτερικό, ενώ το μεταξύ τους κενό γεμίστηκε με λιθορριπή και χώμα. Δυστυχώς δεν εντοπίστηκε μέχρι τώρα καμιά πύλη.
Ένας μικρότερος περίβολος, του οποίου βρέθηκαν ελάχιστα αμφίβολα λείψανα, θα προστάτευε την περιοχή του λιμανιού. Στη θέση αυτή κυριαρχούν σήμερα τα επιβλητικά λείψανα της βυζαντινής οχύρωσης. Ό φυσικός όρμος παρείχε ασφάλεια από νότιους, βόρειους καί ανατολικούς ανέμους. Τον 4ο αι., πιθανότατα, εποχή της μεγάλης ακμής της πόλης, δημιουργήθηκε ένα τεχνητό λιμάνι, για την καλύτερη προστασία του ισχυρού πολεμικού καί εμπορικού της στόλου. Ένας λιμενοβραχίονας ξεκινάει από την Α. άκρη του όρμου, προχωρεί γύρω στα 170 μ., έπειτα κάμπτεται και με ΒΔ κατεύθυνση προχωρεί γύρω στα 130 μ. Δεν ξέρουμε αν υπήρχε και δεύτερος βραχίονας από Δ. Είναι όμως πολύ πιθανόν γιατί έτσι θα εξασφαλιζόταν καλύτερα ό στόλος ιδίως σε πολεμικές περιόδους.
Ή ύπαρξη ισχυρού στόλου καί ή ανθηρή οικονομία φαίνεται από το ότι τα πληρώματα του αθηναϊκού στόλου εγκατέλειπαν, πολλές φορές, τα πλοία τους καί κατατάσσονταν στο μαρωνίτικο στόλο όπου έβρισκαν καλύτερους οικονομικούς όρους. Ή έκταση των τειχών όσο και ή εισφορά στο ταμείο της 'Αθηναϊκής Συμμαχίας δείχνουν ακόμη ότι ή Μαρώνεια, την περίοδο αυτή, θα πρέπει να ήταν από τις πιο πολυάνθρωπες πόλεις. 'Υπολογίζεται ότι θα πρέπει να είχε γύρω στους 12.000 κατοίκους. Την περίοδο αυτή οι 'Αθηναίοι παίζουν το ρόλο του ρυθμιστή στις τύχες των ελληνικών πόλεων των θρακικών παραλίων. Το 337 π.Χ., σε μία σύγκρουση των Μαρωνιτών με τους 'Αβδηρίτες παρεμβαίνει ό 'Αθηναίος στρατηγός Χαβρίας. Το 361 π.Χ. οι Μαρωνίτες καταλαμβάνουν τη Στρύ-μη, αλλά την επόμενη χρονιά ή μητρόπολη της τελευταίας, ή Θάσος, με τη βοήθεια των 'Αθηναίων την ξαναπαίρνει. Στα μέσα του 4ου αι. εμφανίζεται στην περιοχή μια άλλη μεγάλη δύναμη οι Μακεδόνες, πού με τον Φίλιππο Β' επεκτείνουν ολοένα τα όρια της κυριαρχίας τους. Την άνοιξη του 353 ό Φίλιππος επετέθη στη Μαρώνεια αλλά δεν κατόρθωσε να την καταλάβει γιατί συνάντησε μεγάλη αντίσταση από το σύμμαχο της πόλης, τον θράκα ηγεμόνα Άμάδοκο, πού ήταν κύριος της περιοχής ανάμεσα στον Έβρο καί το Νέστο. Κινδύνεψε μάλιστα κι από τον αθηναϊκό στόλο. "Όμως ό Φίλιππος δεν το βάζει κάτω. Το 350 π.Χ. θέτει τέρμα στην ανεξαρτησία της πόλης και την προσαρτά στο βασίλειο του. Τότε σταματάει και ή κυκλοφορία των αυτόνομων χρυσών (είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν το α' μισό του 4ου αι. π.Χ.) και ασημένιων νομισμάτων. Μια σειρά από 28 ασημένια τετράδραχμα του α' μισού του 4ου αι. π.Χ. είναι εκτεθειμένα στο Νομισματικό Μουσείο. Επιτρέπουν στη Μαρώνεια να κόβει μόνο μικρά χάλκινα νομίσματα για τις εσωτερικές της ανάγκες.
ΟΙ ανασκαφές αποκάλυψαν, μέχρι σήμερα, από την πόλη του 4ου και 3ου αι. π.Χ. το θέατρο, ένα ιερό αφιερωμένο, κατά πάσαν πιθανότητα, στο Διόνυσο και κατοικίες.
Στην τοποθεσία «Καμπάνα» ήταν γνωστή ή θέση του αρχαίου θεάτρου από το 1905, όταν οι Μαρωνίτες πήραν τα εδώλια και τα χρησιμοποίησαν στην κατασκευή του δημοτικού σχολείου. Ή πρώτη μορφή του θεάτρου ανήκει στα Ελληνιστικά χρόνια. Τρείς σειρές εδωλίων από ασβεστόλιθο σώθηκαν στη θέση τους, ενώ είναι βέβαιη ή ύπαρξη 10 σειρών πού ήταν χωρισμένες με 9 κερκίδες συνολικής χωρητικότητας πάνω από 2.500 θεατών. Πιθανή είναι και ή ύπαρξη άνω διαζώματος οπότε ή χωρητικότητα του θα ξεπερνούσε τους 5.000-6.000 θεατές. Στα ρωμαϊκά χρόνια έγινε μετασκευή, όπως σ' όλα τα ελληνικά θέατρα. Προστέθηκε σειρά θωρακίων για να προστατεύει τους θεατές κατά τις θηριομαχίες. Ενώ ή αρχική κατασκευή, εδώλια, κλίμακες είναι πολύ επιμελημένη, ή ρωμαϊκή μετασκευή είναι πρόχειρη και σε μερικές περιπτώσεις κατάστρεψε τα εδώλια της πρώτης σειράς. Ή σκηνή των ρωμαϊκών χρόνων και, αυτή, δεν έχει αποκαλυφθεί ακόμη ολόκληρη, ενώ το κεντρικό της τμήμα, έχει παρασυρθεί από το χείμαρρο πού περνούσε από το θέατρο στα μεταγενέστερα χρόνια. Κιονίσκοι και έπιστύλια σώθηκαν από τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο της σκηνής καθώς και μερικοί θρόνοι, όχι όμως στη θέση τους. Το θέατρο κτίστηκε πάνω σε έναν χείμαρρο. "Ένας αγωγός, βάθους 1.00 μ. και πλάτους 6,30 μ., συγκέντρωνε τα νερά του χειμάρρου πού μέσω του αγωγού της ορχήστρας χύνονταν πίσω από τη σκηνή όπου συνεχιζόταν ό αγωγός. Ή ορχήστρα πιθανότατα ήταν από πατημένη γη αρχικά και δεν είμαστε βέβαιοι για τη ρωμαϊκή της φάση, γιατί δεν έχει αποκαλυφθεί ολόκληρη. Επιγραφές σώθηκαν στα εδώλια, όπως της αρχαίας πόλης Τοπείρου πού δεν έχει εντοπιστεί, και της Γερουσίας.
Τα λίγα Ιστορικά στοιχεία πού έχουμε για τη Μαρώνεια πού βρισκόταν στην περιφέρεια του ελληνικού κόσμου πλουτίζονται από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Πενιχρά είναι τα λείψανα ενός ιερού, Ίσως του Διονύσου, πού αναφέρεται στις επιγραφές. Ή ταράτσα του όμως στηριζόταν σε ένα ωραιότατο άνάλημμα πού μας δείχνει πώς θα ήταν τα πάνω μέρη του Ιερού, αν σωζόταν. "Ένας πλατύς πρόδομος με σηκό και εστία ή βάση αγάλματος μαζί με συμπληρωματικούς χώρους στις δύο πλευρές συγκροτούν μία μορφή ενός τυπικού επαρχιακού Ίερού του 4ου αϊ. π.Χ. Πρόσφατα μακρόστενοι χώροι με χωρίσματα ανασκάφτηκαν κοντά στο Ιερό και θα χρησίμευαν για τις λειτουργίες του.
Μια ιδέα για το επίπεδο ζωής των κατοίκων της ελληνιστικής Μαρώνειας μας δίνει ένα σπίτι των αρχών του 3ου αϊ. π.Χ. Το μέγεθος του κτιρίου — 450 μ2 περίπου —, ή επιμελημένη τοιχοδομία πού καλύπτεται με κονιάματα, το ψηφιδωτό πού λαμπρύνει τον άνδρώνα, όλα δείχνουν ότι οι Μαρωνίτες εκτιμούσαν και στην ιδιωτική τους ζωή την πολυτέλεια και την άνεση, πού τους επέτρεπε ή οικονομική τους επιφάνεια. Το σπίτι ήταν προσιτό από μία περίστυλη, λιθόστρωτη αυλή, ενώ δίπλα σ' αυτήν υπάρχει μια δεύτερη ανοιχτή, πλακοστρωμένη. Αποτελείται από δύο μικρά δωμάτια, Ίσως κοιτώνες, ένα λουτρό (;), ένα μεγάλο δωμάτιο πού ή εστία στο κέντρο δείχνει ότι πρέπει να προοριζόταν για λατρεία, έναν ευρύχωρο άνδρώνα με ψηφιδωτό δάπεδο με φυτική διακόσμηση και ένα τελευταίο, μεγάλο επίσης, δωμάτιο, όπου το πλήθος των άγνύθων υποδεικνύει την ύπαρξη στο χώρο αυτό αργαλειών.
Στα ελληνιστικά χρόνια αλλάζει συχνά έπικυρίαρχο, από το Λυσίμαχο της Θράκης στον Πτολεμαίο Γ' της Αιγύπτου για να κατακτηθεί από τον Φίλιππο Ε' και λίγα χρόνια αργότερα να περιέλθει στον Άντίοχο Γ' της Συρίας (197 - 189 π.Χ.). Την περίοδο αυτή τη Μαρώνεια και τη γειτονική της Αίνο διεκδικούν ό Ευμενής της Περγάμου και ό Φίλιππος Ε" της Μακεδονίας. Τότε στα πράγματα της 'Ελλάδας επεμβαίνουν κάθε τόσο οι Ρωμαίοι, με πρόσκληση μάλιστα των Ίδιων των ελληνικών πόλεων. Έτσι κιαυτή τη φορά ή ρωμαϊκή Σύγκλητος, για να αποσοβήσει τη σύγκρουση των δύο βασιλέων, κηρύσσει ανεξάρτητες την Αίνο και τη Μαρώνεια. Την προστασία όμως της Ρώμης ή Μαρώνεια την πλήρωσε ακριβά. Μένοντας μόνη ήταν περισσότερο εκτεθειμένη στις επιθέσεις των θρακικών φύλων, χωρίς και να πάψει να σπαράσσεται από εμφύλιες διαμάχες ανάμεσα στο φιλομακεδονικό και φιλοπεργαμινό κόμμα.
0ι αρχαιότερες και σημαντικότερες λατρείες της πόλης πρέπει να ήταν του Απόλλωνα και του Διονύσου. Και για με τον Απόλλωνα έχουμε το χωρίο του Όμηρου, πού αναφέρθηκε στην αρχή, ενώ για το Διόνυσο μαρτυρεί ή εικόνα του θεού και το σύμβολο του, το σταφύλι, πού αποτελούν δύο από τους κύριους νομισματικούς τύπους. Αργότερα προστέθηκε και ή λατρεία του μυθικού οικιστή της πόλης Μάρωνα. Παράλληλα, από επιγραφές γνωρίζουμε ότι λατρεύονταν ό Δίας, ό Ποσειδώνας, ό Έρμης και ό Ασκληπιός. Από τα ελληνιστικά, όπως φαίνεται, χρόνια εισάγονται στην πόλη ο'ι αιγύπτιοι θεοί 'Ισις, Σέραπις, "Ανουθις και Άρποκράτης. Στα ρωμαϊκά χρόνια προστίθεται και ή λατρεία της Ρώμης. 'Από αναθηματικές μάλιστα επιγραφές φαίνεται ότι ό Διόνυσος, ό Μάρων, ό Ζευς κι ή Ρώμη είχαν κοινό ιερέα. Για το πολίτευμα της πόλης στοιχεία δίνουν επιγραφές της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου. Υπάρχει Βουλή, Δήμος και, από επιγραφή στο θέατρο, φαίνεται ότι υπήρχε και Γερουσία. Το πολίτευμα ήταν δημοκρατικό και, όπως φαίνεται, οι απόγονοι των πρώτων οικιστών αποτελούσαν την αριστοκρατική τάξη. Μετά την υποδούλωση της Ελλάδας στους Ρωμαίους, ή Μαρώνεια από καιρό ευνοούμενη τους, αποκτά την ελευθερία της και γνωρίζει μια νέα εμπορική και οικονομική άνθηση. Μάρτυρες τα ασημένια τετράδραχμα πού έθεσε σε κυκλοφορία λίγο μετά το 148 π.Χ. και πού μαζί με τα σχεδόν όμοια θασίτικα ήταν, την περίοδο αυτή, τα κυριότερα νομίσματα της Θράκης. Μια επιγραφή πού μνημονεύει συνθήκη μεταξύ Μαρώνειας και Ρώμης το 127-129 μ.Χ., και ένα εγκώμιο, σε επιγραφή επίσης, στην 'Ισιδα του 1ου αι. μ.Χ. δείχνουν και τη δύναμη της πόλης και τις διεθνείς της σχέσεις με Ρώμη και Αίγυπτο. Μια διπλή μνημειακή πύλη με τρία ανοίγματα σε κάθε πλευρά, Ίσως κτίστηκε προς τιμή του αυτοκράτορα 'Αδριανού όταν πιθανολογείται ότι επισκέφθηκε τη Μαρώνεια το 124/25 μ.Χ. (ε'ικ. 12) Τμήμα πιθανώς ύστερορωμαϊκού αποχετευτικού αγωγού καλής κατασκευής δείχνει επίσης ότι ή πόλη σ' αυτήν την περίοδο παρέμενε ακόμη σε ακμή.
Ή πόλη συνέχισε τη ζωή της και στα βυζαντινά χρόνια. "Ηταν μάλιστα έδρα επισκόπου. Σώζονται στην παραλία 'Αγ. Χαράλαμπος τμήματα του βυζαντινού τείχους καί πύργοι, ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής και ψηφιδωτό δάπεδο της Ίδιας εποχής, θεμέλια βυζαντινής εκκλησίας καί κτιρίων. Στα μεσαιωνικά χρόνια ό φόβος των πειρατικών επιδρομών ανάγκασε τους κατοίκους να αποτραβηχτούν στο εσωτερικό, όπου Ίδρυσαν το ομώνυμο (σήμερα) με την αρχαία πόλη χωριό στα ΒΔ από την κορυφή 'Αγ. 'Αθανάσιο του Ίσμάρου. Στην Ίδια εποχή οι κάτοικοι κατάστρεψαν το λιμάνι και το κατάχωσαν για να μη βρίσκουν καταφύγιο οι πειρατές.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα, για μια πόλη σαν τη Μαρώνεια, είναι ακόμη λίγα. Δεν βρέθηκε ή αγορά—πιθανότατα είναι κρυμμένη κάτω από τα βυζαντινά ερείπια — και τα ιερά της. Όλες οι ενδείξεις μας πείθουν ότι ή γη της Μαρώνειας κρύβει ακόμη σπουδαία ευρήματα πού με την πρόοδο των ερευνών δε θ' αργήσουν να αποκαλυφθούν.
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου