Κεντρική Ομιλία Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας, Καθηγητού Ευάγγελου Βενιζέλου, κατά την διάρκεια γεύματος που κλείνει τις διεργασίες της Ετήσιας Συνάντησης των Μελών του Διεθνούς Ένωσης Τραπεζών (IIF)
Από το 2008 μέχρι σήμερα, περνάμε από διάφορες φάσεις της διεθνούς οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης, είναι τώρα προφανές πως η κρίση είναι κάτι παραπάνω από μια οικονομική ή χρηματοπιστωτική κρίση.
Είναι μια κρίση πολιτική και θεσμική.
Το ζήτημα είναι αν η Ευρωζώνη, που διαχειρίζεται ένα από τα ισχυρότερα νομίσματα του κόσμου, έχει αυτές τις θεσμικές δομές και την πολιτική ικανότητα που μπορεί να δίνει τις άμεσες, γρήγορες και αποφασιστικές απαντήσεις που απαιτούνται και να παίρνει αποφάσεις που πείθουν τις αγορές.
Με άλλα λόγια, το ερώτημα είναι αν η ενιαία ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική –όπως αυτή ασκείται από την ΕΚΤ- μπορεί να είναι επαρκής και αποτελεσματική, χωρίς την αντίστοιχη στήριξη από δημοσιονομικές, φορολογικές αλλά και αναπτυξιακές πολιτικές.
Μέσα στα διεθνή και ευρωπαϊκά συμφραζόμενα, το ελληνικό πρόβλημα είναι αναμφίβολα πολύ σημαντικό, πρωτίστως για εμάς τους Έλληνες. Δεν είναι, όμως, η Ελλάδα το κεντρικό πρόβλημα της Ευρωζώνης, ούτε και ο καταλύτης μιας νέας φάσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας δεν της δίνει αυτό το ρόλο.
Το πρόβλημα του δημοσίου χρέους στην Eυρωζώνη είναι ζωτικής σημασίας και το γεγονός ότι ήδη τρεις από τις 17 χώρες-μέλη έχουν ενταχθεί σε προγράμματα στήριξης από την ίδια την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ δείχνει ότι η Ευρώπη έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα όσον αφορά την διαχείρηση του προβλήματος.
Ωστόσο, και οι τρεις αυτές χώρες (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία) συγκεντρώνουν μόλις το 6% του συνολικού δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα αντιστοιχεί σε μόλις 3% του συνολικού δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης. Αν και ένα χρέος αυτού του μεγέθους είναι πολύ υψηλό για την Ελλάδα, ενδέχεται να μη είναι ακόμα ικανό να προκαλέσει ένα domino effect πανευρωπαϊκών διαστάσεων.
Όσοι γνωρίζουν την Ελλάδα όχι αποκλειστικά και μόνο με τη μορφή μακροοικονομικών και δημοσιονομικών δεικτών, γνωρίζουν ότι είναι γοητευτική όχι μόνο λόγω της ιστορίας της αλλά και λόγω των αντιφάσεών της. Η Ελλάδα παρά την κρίση και την ύφεση για τρείς συνεχόμενές χρονιές, παραμένει μια από τις 30 μεγαλύτερες οικονομίες διεθνώς με πληθυσμό μόλις 11 εκατομμυρίων. Ο ελληνικός τουρισμός και η ελληνική ναυτιλεία είναι πάντα δύο ισχυρά ελληνικά brand names. Φέτος, και ενώ η ύφεση βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, είδαμε μια γρήγορη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, παρά το γεγονός πως αυτές είχαν ως σημείο αφετηρίας μια σχετικά μικρή βάση.
Ταυτόχρονα ωστόσο, η Ελλάδα έχει μια παραοικονομία μεγάλης κλίμακας, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, ένα μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κι ένα εξίσου μεγάλο έλλειμμα στην ανταγωνιστικότητα της.
Η Ελλάδα εντάχθηκε στο αρχικό πρόγραμμα στήριξης από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ τον Μάιο του 2010. Αυτό συνέβη πριν δημιουργηθούν ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως το EFSF. Βασική υπόθεση εργασίας του αρχικού προγράμματος ήταν πως μια πολύ βαθιά προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής μέχρι τα μέσα του 2013 θα ήταν εφικτή και θα οδηγούσε στην επάνοδο της Ελλάδας στις αγορές ήδη από τα μέσα του 2012.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 2011, έγινε κατανοητό πως οι παράμετροι του προγράμματος ήταν πολύ αυστηροί και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι έπρεπε να βελτιωθούν αισθητά οι όροι του δανείου τόσο ως προς τη διάρκεια αποπληρωμής όσο και ως προς το επιτόκιο. Το ΔΝΤ αναμένεται επίσης να παρατείνει τις ωριμάνσεις του ελληνικού δανείου, ώστε να επιτρέψει στις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται να έχουν ένα μεγαλύτερο διαθέσιμο χρονικό ορίζοντα για να έχουν επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της χώρας. Τόσο η Ιρλανδία όσο και η Πορτογαλία ωφελήθηκαν από αυτές τις αλλαγές και είχαν μια πιο ομαλή έναρξη στα δικά τους προγράμματα.
Ήδη όμως έχει ανακύψει το ερώτημα εάν το αρχικό πρόγραμμα μπορούσε να δώσει μια πειστική απάντηση στο ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους. Με εξαίρεση την πρώτη αναθεώρηση του προγράμματος για την καταβολή της β’ δόσης, σε κάθε επόμενη αναθεώρηση ανέκυπτε συνεχώς το ερώτημα αν η Ελλάδα είχε την ικανότητα ως χώρα να εφαρμόσει ένα τόσο ριζοσπαστικό και βαθύ πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων που θα άλλαζε τις βασικές δομές και τις πρακτικές της χώρας.
Τους τελευταίους 15 μήνες εφαρμογής του προγράμματος κάναμε πολλά δύσκολα πράγματα. Πρώτον, κατά την εφαρμογή του προγράμματος τον πρώτο χρόνο, είδαμε μια γρήγορη μείωση του δημοσιονομικού έλλειμματος κατά 5 μονάδες του ΑΕΠ. Αλλά και άλλες πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις όπως αυτή του συνταξιοδοτικού που μείωσε το αναλογιστικό έλλειμμα περίπου 10 μονάδες του ΑΕΠ, μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας που αύξησε σημαντικά τον επιτρεπόμενο αριθμό απολύσεων, μείωση της αποζημίωσης στο μισό, τρεις φορές αύξηση της δοκιμαστικής περιόδου για νεοδιοριζόμενους, κάναμε τις επιχειρησιακές συμφωνίες να υπερισχύουν των κλαδικών. Ένας μεγάλος αριθμός κλειστών επαγγελμάτων άνοιξε. Πολλές άλλες σημαντικές αλλαγές έλαβαν χώρα.
Πιστεύουμε περισσότερο από τον καθένα πως αυτές οι αλλαγές είναι απολύτως αναγκαίες για το μέλλον της πατρίδας μας.
Η Ελλάδα συμφώνησε επίσης να προωθηθεί ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων με στόχο να συγκεντρώσει 28 δισ. ευρώ πριν το τέλος του 2014 σε μια περίοδο που η κεφαλαιοποίηση του ελληνικού χρηματιστηρίου έχει μειωθεί πάρα πολύ.
Η αναθεώρηση του Ιουνίου/Ιουλίου 2011 δεν ήταν εύκολη, καθώς ήταν συνδεδεμένη με την απόφαση των θεσμικών μας εταίρων να διπλασιάσουν την χρηματοδότηση που παρείχαν, προσθέτοντας επιπλέον 109 δις Ευρώ και επιμηκύνοντας την διάρκεια του προγράμματος μέχρι το 2014.
Το πιο σημαντικό, όμως, στοιχείο της απόφασης της 21ης Ιουλίου ήταν η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Αυτό προέκυψε ως αποτέλεσμα μίας διεξοδικής και πολύπλοκης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στο Euro Working Group και το ΙΙF, με την αποφασιστική συμβολή του Προέδρου του IIF, κ. Joseph Ackermann και του Εκτελεστικού Διευθυντή κ. Charles Dallara, τους οποίους και θέλω προσωπικά να ευχαριστήσω για την καθοριστική, πραγματικά, συμβολή τους.
Το PSI κατέστη έτσι ένας σημαντικός πυλώνας της απόφασης της 21ης Ιουλίου, εξίσου σημαντικός με τον πυλώνα της συμμετοχής του δημόσιου τομέα.
Οι αποφάσεις του Ιουλίου, ωστόσο, προβλέπουν και έναν διευρυμένο ρόλο του ESFF ως προοίμιο για τον μόνιμο μηχανισμό, αυτόν του ESM, από τον Ιούλιο του 2013 και μετά. Αυτή είναι μία θεμελιώδης απόφαση της Ευρωζώνης, όχι μόνο για την προστασία ή τη διευκόλυνση της Ελλάδας αλλά και για την αποσυμφόρηση των πιέσεων που δέχεται ο σκληρός πυρήνας του ευρώ.
Από τις 21 Ιουλίου μέχρι την έναρξη της πέμπτης αναθεώρησης του προγράμματος που ξεκίνησε στα τέλη Αυγούστου μεσολάβησε ένα χρονικό διάστημα μικρότερο του ενός μηνός κατά την διάρκεια του οποίου η Ελλάδα προσπαθούσε, εν μέσω των γνωστών δομικών της προβλημάτων και της αδύναμης δημόσιας διοίκησης να εξηγήσει και να εφαρμόσει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής που είχε αποφασιστεί. Αυτό που βλέπαμε εδώ ήταν οι ήδη γνωστές δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένης της ιδιομορφίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, της απουσίας ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης για την ανάγκη πλήρους και ταχείας εφαρμογής του προγράμματος, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία.
Παρόλα αυτά θετικές ενδείξεις συναίνεσης υπάρχουν και στην περίπτωση των ιδιωτικοποιήσεων και σε αυτή του νέου θεσμικόυ πλαίσιου του EFSF, οι οποίες ψηφίστηκαν με πλειοψηφικά που υπερβαίνει τα 2/3 της Βουλής.
Στο μεταξύ, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, μετά τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, οργανώθηκε σε στενή συνεργασία με το Euro Working Group και τον ιδιωτικό τομέα, το PSI. Διαμορφώθηκε το πλαίσιο που περιγράφετο στο Letter of Inquiry και όλες οι ενδείξεις δείχνουν προς την κατεύθυνση πως μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους που τέθηκαν τον Ιούλιο, ολοκληρώνοντας έτσι μία μεγάλη διεθνή χρηματοοικονομική επιχείρηση με πολλά καινοτομικά χαρακτηριστικά. Μία επιχείρηση που υποστηρίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους, σύμφωνα με την ανάλυση που έδωσε στις 22 Σεπτεμβρίου στη δημοσιότητα το IIF.
Οι αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού, σε συνδυασμό με την πολύ βαθύτερη ύφεση φέτος και τις σφιχτές συνθήκες ρευστότητας στην οικονομία, επέβαλαν τη λήψη πρόσθετων μέτρων για να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος του 2011 και να διαμορφωθεί ο προϋπολογισμός του 2012 έτσι ώστε να προκύψουν πρωτογενή πλεονάσματα στο πρώτο μισό του 2012.
Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια θα έχουμε μειώσει τα πρωτογενή ελλείμματα από 24 δισ. στα περίπου 2 δισ. Ευρώ, όταν θα επιτύχουμε τους στόχους του 2011. Η προσαρμογή από το 2009 έως το 2011 είναι 10% του ΑΕΠ ενώ ταυτόχρονα υπάρχει σωρευτικά ύφεση που ξεπερνά το 12% του ΑΕΠ.
Δεν νομίζω πως θα βρείτε πολλά παραδείγματα μιας τέτοιας τεράστιας και ταχείας δημοσιονομικής προσαρμογής σε διεθνές επίπεδο. Αλλά πρέπει να ξέρετε πως αυτή επιτυγχάνεται με πολιτικό και κοινωνικό κόστος.
Για εμάς αυτό που είναι σημαντικό είναι να θέσουμε ένα τέλος στον φαύλο κύκλο μέσα στον οποίο είμαστε εγκλωβισμένοι. Τα σκληρά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα και τη ζήτηση. Οι φήμες και το διεθνές κλίμα τροφοδοτείται από την εσωτερική ανασφάλεια και το αντίστροφο. Όλα αυτά κάνουν πιο βαθιά την ύφεση και πιο σφιχτή την ρευστότητα. Προσπαθούμε να πετύχουμε τους δημοσιονομικούς στόχους ενώ την ίδια στιγμή η ύφεση τους σπρώχνει πιο μακριά. Απαντούμε με την υιοθέτηση πρόσθετων μέτρων. Το πολιτικό και κοινωνικό κόστος του προγράμματος ανεβαίνει.
Η Ελλάδα νιώθει τη διεθνή αβεβαιότητα και γνωρίζει ότι οι εταίροι μας πρέπει να δίνουν εξηγήσεις στα κοινοβούλια και τις κοινωνίες τους για την πορεία και τα αποτελέσματα των προγραμμάτων στήριξης.
Αλλά η Ελλάδα δεν είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος της Ευρωζώνης ή της παγκόσμιας οικονομίας. Είναι μια ιστορική και υπερήφανη χώρα με πολίτες που υπόκεινται σε πολλές θυσίες για να την σώσουν και να την δουν να επανακάμπτει.
Οριστική και αμετάκλητη απόφασή της Ελλάδας είναι να κάνει ό,τι πρέπει προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι των εταίρων της, έναντι της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ.
Είναι τόσα πολλά αυτά που έχουν γίνει τους τελευταίους 15 μήνες. Δεν είναι όλα, αλλά είναι πάρα πολλά. Το φως όμως πέφτει πάντα στις καθυστερήσεις και τις αποκλίσεις και όχι στην γενικότερη εικόνα, αυτή των επιτευγμάτων.
Τις τελευταίες ημέρες χρειάστηκε να πάρουμε πολύ δύσκολες και σκληρές αποφάσεις και το κάναμε χωρίς να υπολογίσουμε το πολιτικό κόστος, παρότι χρειάζεται να υπάρχει αρραγές εθνικό μέτωπο και υποστήριξη των αποφάσεων αυτών με μια ενιαία φωνή.
Κατά την διάρκεια των τελευταίων 2 εβδομάδων μια σειρά δράσεων ελήφησαν με σκοπό να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2011 και 2012 μέσα σε ένα πλαίσιο βαθιάς ύφεσης, άσχημων συνθηκών ρευστότητας, αβεβαιότητας και άγχους.
Τρεις μήνες μετά την λήψη των πρόσθετων μέτρων τον Ιούνιο του 2011, υιοθετήθηκαν την εβδομάδα που μας πέρασε από την Κυβερνητική Επιτροπή επιπρόσθετα μέτρα απόδοσης 3% του ΑΕΠ.
Τα νέα μέτρα περιλαμβάνουν:
Πριν δύο εβδομάδες, μια ειδική συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής αφιερώθηκε στον τομέα της επιτάχυνσης των διαρθρωτικών αλλαγών.
Για ακόμα μια φορά, πήραμε δύσκολες πολιτικές αποφάσεις γιατί επιθυμία μας και αποφασιστικότητα μας είναι να εφαρμόσουμε πλήρως το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής και να πετύχουμε τους στόχους του.
Οι ελληνικές τράπεζες μετέχουν στο PSI αποδεχόμενες πλήρως τις σχετικές απώλειες. Πλήρης είναι και η συμμετοχή των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων. Οι ελληνικοί φορείς αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος της όλης προσπάθειας. Οι απαντήσεις που δέχτηκα στο LOI είναι πολύ ενθαρρυντικές. Οι στόχοι είναι επιτεύξιμοι αρκεί να γίνει αντιληπτό ότι διαμορφώνεται μια αμοιβαία επωφελής κατάσταση μεταξύ Ελλάδας, θεσμικών εταίρων και ιδιωτικού τομέα.
Η Ελλάδα και θέλει και μπορεί. Οι αποφάσεις της 21ης Ιουλίου είναι ένα σαφές και ασφαλές θεσμικό πλαίσιο. Είναι ένα σημείο συνάντησης μιας δημιουργικής ισορροπίας μεταξύ του επίσημου και του ιδιωτικού τομέα.
Η Ελλάδα είναι και θα είναι πάντοτε ένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα πάντα σέβεται και εφαρμόζει τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Eurogroup σε θέματα υψίστης σημασίας όχι μόνο για χάρην της ίδιας αλλά και για χάρη των μηχανισμών ασφάλειας της Ευρωζώνης.
Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι πρέπει να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο, να απομακρύνουμε την αβεβαιότητα και την ασάφεια, να απαντήσουμε στις κερδοσκοπικές επιδιώξεις και να επιβεβαιώσουμε τη βούληση και την ικανότητα της Ευρωζώνης να θωρακίσει το ευρώ.
Η εφαρμογή του νέου προγράμματος για την Ελλάδα είναι ένα σημαντικό βήμα που θα απομακρύνει αυτή την αβεβαιότητα, θα αυξήσει τη ρευστότητα και θα πείσει τις αγορές ότι η Ευρωζώνη μπορεί να προστατέψει τον εαυτό της και τα κράτη μέλη της. Αυτό, σε συνδυασμό με την δική μας επιμονή στους στόχους, μπορεί να αλλάξει το κλίμα.
Ζητείται από την Ελλάδα να αποδείξει την προθυμία και την δέσμευσή της. Το κάνουμε χωρίς να διστάζουμε να λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα, όποτε αυτό είναι αναγκαίο. Χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη το πολιτικό κόστος.
Αλλά είναι λογικό και δίκαιο να λάβουμε ως αντάλλαγμα έναν θεσμικό και πολιτικό θώρακα, όχι μόνο για την ίδια την Ελλάδα, αλλά για την Ευρωζώνη συνολικά και τελικά για την ίδια τη διεθνή οικονομία. Και αυτό είναι σημαντικό και για τον ελληνικό λαό που υποφέρει κατά την διάρκεια αυτής της δύσκολης διαδικασίας προσαρμογής
Από το 2008 μέχρι σήμερα, περνάμε από διάφορες φάσεις της διεθνούς οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης, είναι τώρα προφανές πως η κρίση είναι κάτι παραπάνω από μια οικονομική ή χρηματοπιστωτική κρίση.
Είναι μια κρίση πολιτική και θεσμική.
Το ζήτημα είναι αν η Ευρωζώνη, που διαχειρίζεται ένα από τα ισχυρότερα νομίσματα του κόσμου, έχει αυτές τις θεσμικές δομές και την πολιτική ικανότητα που μπορεί να δίνει τις άμεσες, γρήγορες και αποφασιστικές απαντήσεις που απαιτούνται και να παίρνει αποφάσεις που πείθουν τις αγορές.
Με άλλα λόγια, το ερώτημα είναι αν η ενιαία ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική –όπως αυτή ασκείται από την ΕΚΤ- μπορεί να είναι επαρκής και αποτελεσματική, χωρίς την αντίστοιχη στήριξη από δημοσιονομικές, φορολογικές αλλά και αναπτυξιακές πολιτικές.
Μέσα στα διεθνή και ευρωπαϊκά συμφραζόμενα, το ελληνικό πρόβλημα είναι αναμφίβολα πολύ σημαντικό, πρωτίστως για εμάς τους Έλληνες. Δεν είναι, όμως, η Ελλάδα το κεντρικό πρόβλημα της Ευρωζώνης, ούτε και ο καταλύτης μιας νέας φάσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας δεν της δίνει αυτό το ρόλο.
Το πρόβλημα του δημοσίου χρέους στην Eυρωζώνη είναι ζωτικής σημασίας και το γεγονός ότι ήδη τρεις από τις 17 χώρες-μέλη έχουν ενταχθεί σε προγράμματα στήριξης από την ίδια την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ δείχνει ότι η Ευρώπη έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα όσον αφορά την διαχείρηση του προβλήματος.
Ωστόσο, και οι τρεις αυτές χώρες (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία) συγκεντρώνουν μόλις το 6% του συνολικού δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα αντιστοιχεί σε μόλις 3% του συνολικού δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης. Αν και ένα χρέος αυτού του μεγέθους είναι πολύ υψηλό για την Ελλάδα, ενδέχεται να μη είναι ακόμα ικανό να προκαλέσει ένα domino effect πανευρωπαϊκών διαστάσεων.
Όσοι γνωρίζουν την Ελλάδα όχι αποκλειστικά και μόνο με τη μορφή μακροοικονομικών και δημοσιονομικών δεικτών, γνωρίζουν ότι είναι γοητευτική όχι μόνο λόγω της ιστορίας της αλλά και λόγω των αντιφάσεών της. Η Ελλάδα παρά την κρίση και την ύφεση για τρείς συνεχόμενές χρονιές, παραμένει μια από τις 30 μεγαλύτερες οικονομίες διεθνώς με πληθυσμό μόλις 11 εκατομμυρίων. Ο ελληνικός τουρισμός και η ελληνική ναυτιλεία είναι πάντα δύο ισχυρά ελληνικά brand names. Φέτος, και ενώ η ύφεση βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, είδαμε μια γρήγορη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, παρά το γεγονός πως αυτές είχαν ως σημείο αφετηρίας μια σχετικά μικρή βάση.
Ταυτόχρονα ωστόσο, η Ελλάδα έχει μια παραοικονομία μεγάλης κλίμακας, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, ένα μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κι ένα εξίσου μεγάλο έλλειμμα στην ανταγωνιστικότητα της.
Η Ελλάδα εντάχθηκε στο αρχικό πρόγραμμα στήριξης από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ τον Μάιο του 2010. Αυτό συνέβη πριν δημιουργηθούν ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως το EFSF. Βασική υπόθεση εργασίας του αρχικού προγράμματος ήταν πως μια πολύ βαθιά προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής μέχρι τα μέσα του 2013 θα ήταν εφικτή και θα οδηγούσε στην επάνοδο της Ελλάδας στις αγορές ήδη από τα μέσα του 2012.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 2011, έγινε κατανοητό πως οι παράμετροι του προγράμματος ήταν πολύ αυστηροί και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι έπρεπε να βελτιωθούν αισθητά οι όροι του δανείου τόσο ως προς τη διάρκεια αποπληρωμής όσο και ως προς το επιτόκιο. Το ΔΝΤ αναμένεται επίσης να παρατείνει τις ωριμάνσεις του ελληνικού δανείου, ώστε να επιτρέψει στις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται να έχουν ένα μεγαλύτερο διαθέσιμο χρονικό ορίζοντα για να έχουν επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της χώρας. Τόσο η Ιρλανδία όσο και η Πορτογαλία ωφελήθηκαν από αυτές τις αλλαγές και είχαν μια πιο ομαλή έναρξη στα δικά τους προγράμματα.
Ήδη όμως έχει ανακύψει το ερώτημα εάν το αρχικό πρόγραμμα μπορούσε να δώσει μια πειστική απάντηση στο ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους. Με εξαίρεση την πρώτη αναθεώρηση του προγράμματος για την καταβολή της β’ δόσης, σε κάθε επόμενη αναθεώρηση ανέκυπτε συνεχώς το ερώτημα αν η Ελλάδα είχε την ικανότητα ως χώρα να εφαρμόσει ένα τόσο ριζοσπαστικό και βαθύ πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων που θα άλλαζε τις βασικές δομές και τις πρακτικές της χώρας.
Τους τελευταίους 15 μήνες εφαρμογής του προγράμματος κάναμε πολλά δύσκολα πράγματα. Πρώτον, κατά την εφαρμογή του προγράμματος τον πρώτο χρόνο, είδαμε μια γρήγορη μείωση του δημοσιονομικού έλλειμματος κατά 5 μονάδες του ΑΕΠ. Αλλά και άλλες πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις όπως αυτή του συνταξιοδοτικού που μείωσε το αναλογιστικό έλλειμμα περίπου 10 μονάδες του ΑΕΠ, μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας που αύξησε σημαντικά τον επιτρεπόμενο αριθμό απολύσεων, μείωση της αποζημίωσης στο μισό, τρεις φορές αύξηση της δοκιμαστικής περιόδου για νεοδιοριζόμενους, κάναμε τις επιχειρησιακές συμφωνίες να υπερισχύουν των κλαδικών. Ένας μεγάλος αριθμός κλειστών επαγγελμάτων άνοιξε. Πολλές άλλες σημαντικές αλλαγές έλαβαν χώρα.
Πιστεύουμε περισσότερο από τον καθένα πως αυτές οι αλλαγές είναι απολύτως αναγκαίες για το μέλλον της πατρίδας μας.
Η Ελλάδα συμφώνησε επίσης να προωθηθεί ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων με στόχο να συγκεντρώσει 28 δισ. ευρώ πριν το τέλος του 2014 σε μια περίοδο που η κεφαλαιοποίηση του ελληνικού χρηματιστηρίου έχει μειωθεί πάρα πολύ.
Η αναθεώρηση του Ιουνίου/Ιουλίου 2011 δεν ήταν εύκολη, καθώς ήταν συνδεδεμένη με την απόφαση των θεσμικών μας εταίρων να διπλασιάσουν την χρηματοδότηση που παρείχαν, προσθέτοντας επιπλέον 109 δις Ευρώ και επιμηκύνοντας την διάρκεια του προγράμματος μέχρι το 2014.
Το πιο σημαντικό, όμως, στοιχείο της απόφασης της 21ης Ιουλίου ήταν η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Αυτό προέκυψε ως αποτέλεσμα μίας διεξοδικής και πολύπλοκης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στο Euro Working Group και το ΙΙF, με την αποφασιστική συμβολή του Προέδρου του IIF, κ. Joseph Ackermann και του Εκτελεστικού Διευθυντή κ. Charles Dallara, τους οποίους και θέλω προσωπικά να ευχαριστήσω για την καθοριστική, πραγματικά, συμβολή τους.
Το PSI κατέστη έτσι ένας σημαντικός πυλώνας της απόφασης της 21ης Ιουλίου, εξίσου σημαντικός με τον πυλώνα της συμμετοχής του δημόσιου τομέα.
Οι αποφάσεις του Ιουλίου, ωστόσο, προβλέπουν και έναν διευρυμένο ρόλο του ESFF ως προοίμιο για τον μόνιμο μηχανισμό, αυτόν του ESM, από τον Ιούλιο του 2013 και μετά. Αυτή είναι μία θεμελιώδης απόφαση της Ευρωζώνης, όχι μόνο για την προστασία ή τη διευκόλυνση της Ελλάδας αλλά και για την αποσυμφόρηση των πιέσεων που δέχεται ο σκληρός πυρήνας του ευρώ.
Από τις 21 Ιουλίου μέχρι την έναρξη της πέμπτης αναθεώρησης του προγράμματος που ξεκίνησε στα τέλη Αυγούστου μεσολάβησε ένα χρονικό διάστημα μικρότερο του ενός μηνός κατά την διάρκεια του οποίου η Ελλάδα προσπαθούσε, εν μέσω των γνωστών δομικών της προβλημάτων και της αδύναμης δημόσιας διοίκησης να εξηγήσει και να εφαρμόσει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής που είχε αποφασιστεί. Αυτό που βλέπαμε εδώ ήταν οι ήδη γνωστές δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένης της ιδιομορφίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, της απουσίας ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης για την ανάγκη πλήρους και ταχείας εφαρμογής του προγράμματος, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία.
Παρόλα αυτά θετικές ενδείξεις συναίνεσης υπάρχουν και στην περίπτωση των ιδιωτικοποιήσεων και σε αυτή του νέου θεσμικόυ πλαίσιου του EFSF, οι οποίες ψηφίστηκαν με πλειοψηφικά που υπερβαίνει τα 2/3 της Βουλής.
Στο μεταξύ, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, μετά τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, οργανώθηκε σε στενή συνεργασία με το Euro Working Group και τον ιδιωτικό τομέα, το PSI. Διαμορφώθηκε το πλαίσιο που περιγράφετο στο Letter of Inquiry και όλες οι ενδείξεις δείχνουν προς την κατεύθυνση πως μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους που τέθηκαν τον Ιούλιο, ολοκληρώνοντας έτσι μία μεγάλη διεθνή χρηματοοικονομική επιχείρηση με πολλά καινοτομικά χαρακτηριστικά. Μία επιχείρηση που υποστηρίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους, σύμφωνα με την ανάλυση που έδωσε στις 22 Σεπτεμβρίου στη δημοσιότητα το IIF.
Οι αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού, σε συνδυασμό με την πολύ βαθύτερη ύφεση φέτος και τις σφιχτές συνθήκες ρευστότητας στην οικονομία, επέβαλαν τη λήψη πρόσθετων μέτρων για να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος του 2011 και να διαμορφωθεί ο προϋπολογισμός του 2012 έτσι ώστε να προκύψουν πρωτογενή πλεονάσματα στο πρώτο μισό του 2012.
Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια θα έχουμε μειώσει τα πρωτογενή ελλείμματα από 24 δισ. στα περίπου 2 δισ. Ευρώ, όταν θα επιτύχουμε τους στόχους του 2011. Η προσαρμογή από το 2009 έως το 2011 είναι 10% του ΑΕΠ ενώ ταυτόχρονα υπάρχει σωρευτικά ύφεση που ξεπερνά το 12% του ΑΕΠ.
Δεν νομίζω πως θα βρείτε πολλά παραδείγματα μιας τέτοιας τεράστιας και ταχείας δημοσιονομικής προσαρμογής σε διεθνές επίπεδο. Αλλά πρέπει να ξέρετε πως αυτή επιτυγχάνεται με πολιτικό και κοινωνικό κόστος.
Για εμάς αυτό που είναι σημαντικό είναι να θέσουμε ένα τέλος στον φαύλο κύκλο μέσα στον οποίο είμαστε εγκλωβισμένοι. Τα σκληρά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα και τη ζήτηση. Οι φήμες και το διεθνές κλίμα τροφοδοτείται από την εσωτερική ανασφάλεια και το αντίστροφο. Όλα αυτά κάνουν πιο βαθιά την ύφεση και πιο σφιχτή την ρευστότητα. Προσπαθούμε να πετύχουμε τους δημοσιονομικούς στόχους ενώ την ίδια στιγμή η ύφεση τους σπρώχνει πιο μακριά. Απαντούμε με την υιοθέτηση πρόσθετων μέτρων. Το πολιτικό και κοινωνικό κόστος του προγράμματος ανεβαίνει.
Η Ελλάδα νιώθει τη διεθνή αβεβαιότητα και γνωρίζει ότι οι εταίροι μας πρέπει να δίνουν εξηγήσεις στα κοινοβούλια και τις κοινωνίες τους για την πορεία και τα αποτελέσματα των προγραμμάτων στήριξης.
Αλλά η Ελλάδα δεν είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος της Ευρωζώνης ή της παγκόσμιας οικονομίας. Είναι μια ιστορική και υπερήφανη χώρα με πολίτες που υπόκεινται σε πολλές θυσίες για να την σώσουν και να την δουν να επανακάμπτει.
Οριστική και αμετάκλητη απόφασή της Ελλάδας είναι να κάνει ό,τι πρέπει προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι των εταίρων της, έναντι της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ.
Είναι τόσα πολλά αυτά που έχουν γίνει τους τελευταίους 15 μήνες. Δεν είναι όλα, αλλά είναι πάρα πολλά. Το φως όμως πέφτει πάντα στις καθυστερήσεις και τις αποκλίσεις και όχι στην γενικότερη εικόνα, αυτή των επιτευγμάτων.
Τις τελευταίες ημέρες χρειάστηκε να πάρουμε πολύ δύσκολες και σκληρές αποφάσεις και το κάναμε χωρίς να υπολογίσουμε το πολιτικό κόστος, παρότι χρειάζεται να υπάρχει αρραγές εθνικό μέτωπο και υποστήριξη των αποφάσεων αυτών με μια ενιαία φωνή.
Κατά την διάρκεια των τελευταίων 2 εβδομάδων μια σειρά δράσεων ελήφησαν με σκοπό να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2011 και 2012 μέσα σε ένα πλαίσιο βαθιάς ύφεσης, άσχημων συνθηκών ρευστότητας, αβεβαιότητας και άγχους.
Τρεις μήνες μετά την λήψη των πρόσθετων μέτρων τον Ιούνιο του 2011, υιοθετήθηκαν την εβδομάδα που μας πέρασε από την Κυβερνητική Επιτροπή επιπρόσθετα μέτρα απόδοσης 3% του ΑΕΠ.
Τα νέα μέτρα περιλαμβάνουν:
- Επιπλέον μείωση κατά 20% στους μισθούς του δημόσιου (επιπροσθέτως του 15% που έχει ήδη εφαρμοστεί για τους δημοσίους υπαλλήλους και τις περικοπές της τάξεως του 25% στις ΔΕΚΟ). Αυτές οι μισθολογικές περικοπές συνδυάζονται με διαρθρωτικές αλλαγές στο μισθολογικό πλέγμα του Δημοσίου, κάτι που διασφαλίζει μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση και βελτιώνει την παραγωγικότητα του δημόσίου τομέα.
- Μια, κατά μέσο όρο, επιπλέον περικοπή 4% στις συντάξεις (επιπροσθέτως του 10% που ήδη εφαρμόζεται). Αυτές οι περικοπές συμπληρώνονται από την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στο Ασφαλιστικό (μέσω και της μεταρρύθμισης στα επικουρικά ταμεία) που διασφαλίζει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος.
- Την δημιουργία του καθεστώτος εργασιακής εφεδρείας στην οποία θα ενταχθούν 30 χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι μέχρι το τέλος του 2011.
- Την εφαρμογή του κανόνα μια πρόσληψη για κάθε δέκα αποχωρήσεις καθ’όλη την διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής.
- Σημαντική περικοπή στις φοροαπαλλαγές της τάξεως του 0,6% του ΑΕΠ που θα ισχύσει αναδρομικά από τον Ιανουάριο του 2011
- Την εισαγωγή ένα τέλους ακινήτων που θα εισπράτεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ και θα αποδίδει ετησίως έσοδα της τάξεως του 1,1% του ΑΕΠ για όλη την διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής
Πριν δύο εβδομάδες, μια ειδική συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής αφιερώθηκε στον τομέα της επιτάχυνσης των διαρθρωτικών αλλαγών.
Για ακόμα μια φορά, πήραμε δύσκολες πολιτικές αποφάσεις γιατί επιθυμία μας και αποφασιστικότητα μας είναι να εφαρμόσουμε πλήρως το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής και να πετύχουμε τους στόχους του.
Οι ελληνικές τράπεζες μετέχουν στο PSI αποδεχόμενες πλήρως τις σχετικές απώλειες. Πλήρης είναι και η συμμετοχή των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων. Οι ελληνικοί φορείς αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος της όλης προσπάθειας. Οι απαντήσεις που δέχτηκα στο LOI είναι πολύ ενθαρρυντικές. Οι στόχοι είναι επιτεύξιμοι αρκεί να γίνει αντιληπτό ότι διαμορφώνεται μια αμοιβαία επωφελής κατάσταση μεταξύ Ελλάδας, θεσμικών εταίρων και ιδιωτικού τομέα.
Η Ελλάδα και θέλει και μπορεί. Οι αποφάσεις της 21ης Ιουλίου είναι ένα σαφές και ασφαλές θεσμικό πλαίσιο. Είναι ένα σημείο συνάντησης μιας δημιουργικής ισορροπίας μεταξύ του επίσημου και του ιδιωτικού τομέα.
Η Ελλάδα είναι και θα είναι πάντοτε ένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα πάντα σέβεται και εφαρμόζει τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Eurogroup σε θέματα υψίστης σημασίας όχι μόνο για χάρην της ίδιας αλλά και για χάρη των μηχανισμών ασφάλειας της Ευρωζώνης.
Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι πρέπει να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο, να απομακρύνουμε την αβεβαιότητα και την ασάφεια, να απαντήσουμε στις κερδοσκοπικές επιδιώξεις και να επιβεβαιώσουμε τη βούληση και την ικανότητα της Ευρωζώνης να θωρακίσει το ευρώ.
Η εφαρμογή του νέου προγράμματος για την Ελλάδα είναι ένα σημαντικό βήμα που θα απομακρύνει αυτή την αβεβαιότητα, θα αυξήσει τη ρευστότητα και θα πείσει τις αγορές ότι η Ευρωζώνη μπορεί να προστατέψει τον εαυτό της και τα κράτη μέλη της. Αυτό, σε συνδυασμό με την δική μας επιμονή στους στόχους, μπορεί να αλλάξει το κλίμα.
Ζητείται από την Ελλάδα να αποδείξει την προθυμία και την δέσμευσή της. Το κάνουμε χωρίς να διστάζουμε να λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα, όποτε αυτό είναι αναγκαίο. Χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη το πολιτικό κόστος.
Αλλά είναι λογικό και δίκαιο να λάβουμε ως αντάλλαγμα έναν θεσμικό και πολιτικό θώρακα, όχι μόνο για την ίδια την Ελλάδα, αλλά για την Ευρωζώνη συνολικά και τελικά για την ίδια τη διεθνή οικονομία. Και αυτό είναι σημαντικό και για τον ελληνικό λαό που υποφέρει κατά την διάρκεια αυτής της δύσκολης διαδικασίας προσαρμογής
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου