Του Στέφανου Κωνσταντινίδη
Μετά τη θεαματική άνοδο του Εθνικού Μετώπου στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, που έρχεται ως συνέχεια της δυναμικής παρουσίας ακροδεξιών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, θα μπορούσε κανείς παραφράζοντας τη ρήση του Μαρξ να μιλήσει για ένα φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη και όχι μόνον -, αυτό τηςΆκρας Δεξιάς. Το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία εθεωρείτο πάντα το υπόδειγμα για τα υπόλοιπα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η νέα θεαματική άνοδός του με τη νέα του ηγεσία της Μαρίν Λεπέν, θα ενισχύσει πολιτικά και τους υπόλοιπους αντίστοιχους σχηματισμούς στον ευρωπαϊκό χώρο. Αν και οι συνθήκες από τη μια χώρα στην άλλη διαφέρουν, υπάρχουν κάποιες κοινές συνισταμένες που εξηγούν την πρόοδο αυτών των κομμάτων που πριν λίγα χρόνια ήταν περιθωριακά.
Μια πρώτη κοινή συνισταμένη είναι ασφαλώς η οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία και την απόγνωση.
Για πρώτη φορά η άνοδος της Ακροδεξιάς είναι και ποιοτική. Οι άνθρωποι δηλαδή που την ψηφίζουν δεν είναι πια φανατικά περιθωριακά στοιχεία, αλλά άνθρωποι της διπλανής πόρτας που έχασαν τη δουλειά τους και ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως η κοινωνιολογική αποτίμηση της ψήφου του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία παρουσιάζει ένα 30 με 35% των ψηφοφόρων του να ανήκουν στην ευρύτερη εργατική τάξη. Επιπλέον αυξάνονται σημαντικά τα ποσοστά των ψηφοφόρων που ανήκουν σε άλλες ευαίσθητες κοινωνικές κατηγορίες όπως οι νέοι, οι αγρότες και οι γυναίκες. Υπάρχει επομένως μια ευρύτερη κοινωνική διαστρωμάτωση των ψηφοφόρων της Άκρας Δεξιάς.
Το ίδιο φαινόμενο, ενδεχομένως όμως σε μικρότερο βαθμό, το συναντούμε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή η ευρύτερη λαϊκή στήριξη στα κόμματα της Άκρας Δεξιάς τους επιτρέπει να παρουσιάζουν την παραδοσιακή Δεξιά ως εκπρόσωπο των ελίτ, των αστών, των πλουσίων και της παγκοσμιοποίησης. Αυτός ο πολιτικός λόγος παραπέμπει εν μέρει στην περίοδο του μεσοπολέμου όπου και πάλι η οικονομική κρίση επέτρεψε την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη. Ασφαλώς οι συνθήκες είναι διαφορετικές σήμερα αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να παρασυρθεί ακόμη και η φιλελεύθερη Δεξιά σε μια αυταρχική σκλήρυνση των πολιτκών της θέσεων, κάτω από την πίεση της Ακροδεξιάς.
Η δεύτερη κοινή συνισταμένη που εξηγεί την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων είναι η μετανάστευση. Εκμεταλλεύονται από τη μια τη φοβία των ανθρώπων που μένουν χωρίς δουλειά και από την άλλη τη φοβία του ξένου γενικότερα. Υπάρχουν όμως και τα πραγματικά προβλήματα που προκαλεί η ανεξέλεγκτη μετανάστευση όπως τα βλέπουμε για παράδειγμα με τη διάλυση του κέντρου της Αθήνας ή στα προάστια του Παρισιού, ή ακόμη και στην Κύπρο με τη διοχέτευση λαθρομεταναστών από τα κατεχόμενα.
Στην Ελλάδα, αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, η άνοδος της Άκρας Δεξιάς στις εκλογές της 6ης Μαΐου θα είναι θεαματική. Μετά τη «νομιμοποίηση» του ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη από το ΠΑΣΟΚ, με το αντίτιμο της στήριξης του πρώτου μνημονίου, παρατηρείται μια θεαματική άνοδος της Χρυσής Αυγής, στην οποία οι δημοσκοπήσεις δίνουν ποσοστά πολύ ψηλότερα από αυτά που δίνουν στον Καρατζαφέρη που κινδυνεύει μάλιστα να μείνει εκτός Βουλής. Θεαματική άνοδο παρουσιάζει επίσης, πάντα σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το κόμμα του Πάνου Καμένου, η τρίτη συνισταμένη της ελληνικής Ακροδεξιάς, η οποία όμως είναι περισσότερο αντιμνημονιακή. Όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, η οικονομική κρίση αλλά και το μεταναστευτικό πρόβλημα τροφοδοτούν αυτή τη θεαματική άνοδο. Στην Ελλάδα όμως προστίθεται και η απαξίωση των κομμάτων του δικομματισμού, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όπως και η ανικανότητα της Αριστεράς να παρουσιάσει ένα κοινό μέτωπο και μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας.
Στην Κύπρο τα πράγματα είναι θολά. Κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα δεν τοποθετείται στον ακροδεξιό χώρο. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως δεν στεγάζονται ακροδεξιά στοιχεία σε κάποια από τα υπάρχοντα κόμματα. Είναι όμως γεγονός ότι όλα τα κυπριακά κόμματα κουβαλούν ένα συντηρητισμό που τους επιτρέπει να απορροφούν τους κραδασμούς της κοινωνίας σε θέματα όπως οι μετανάστες και η οικονομική κρίση, τα οποία σε άλλες χώρες οδήγησαν στην ανάδειξη ακροδεξιών κομμάτων. Η ύπαρξη κάποιων μικρών ομάδων δεν αλλοιώνει για την ώρα το κυπριακό πολιτικό πεδίο. Το ερώτημα είναι για πόσο καιρό θα καταφέρνουν τα κυπριακά κόμματα να απορροφούν τους κραδασμούς εκείνους της κοινωνίας που αλλού ανέδειξαν ισχυρά ακροδεξιά κόμματα. Προπάντων σήμερα με τη χαλάρωση του κονωνικού ιστού και την απαξίωση του κυπριακού πολιτικού συστήματος.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ε-mail: stephanos.constantinides@ gmail.com
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η νέα θεαματική άνοδός του με τη νέα του ηγεσία της Μαρίν Λεπέν, θα ενισχύσει πολιτικά και τους υπόλοιπους αντίστοιχους σχηματισμούς στον ευρωπαϊκό χώρο. Αν και οι συνθήκες από τη μια χώρα στην άλλη διαφέρουν, υπάρχουν κάποιες κοινές συνισταμένες που εξηγούν την πρόοδο αυτών των κομμάτων που πριν λίγα χρόνια ήταν περιθωριακά.
Μια πρώτη κοινή συνισταμένη είναι ασφαλώς η οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία και την απόγνωση.
Για πρώτη φορά η άνοδος της Ακροδεξιάς είναι και ποιοτική. Οι άνθρωποι δηλαδή που την ψηφίζουν δεν είναι πια φανατικά περιθωριακά στοιχεία, αλλά άνθρωποι της διπλανής πόρτας που έχασαν τη δουλειά τους και ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως η κοινωνιολογική αποτίμηση της ψήφου του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία παρουσιάζει ένα 30 με 35% των ψηφοφόρων του να ανήκουν στην ευρύτερη εργατική τάξη. Επιπλέον αυξάνονται σημαντικά τα ποσοστά των ψηφοφόρων που ανήκουν σε άλλες ευαίσθητες κοινωνικές κατηγορίες όπως οι νέοι, οι αγρότες και οι γυναίκες. Υπάρχει επομένως μια ευρύτερη κοινωνική διαστρωμάτωση των ψηφοφόρων της Άκρας Δεξιάς.
Το ίδιο φαινόμενο, ενδεχομένως όμως σε μικρότερο βαθμό, το συναντούμε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή η ευρύτερη λαϊκή στήριξη στα κόμματα της Άκρας Δεξιάς τους επιτρέπει να παρουσιάζουν την παραδοσιακή Δεξιά ως εκπρόσωπο των ελίτ, των αστών, των πλουσίων και της παγκοσμιοποίησης. Αυτός ο πολιτικός λόγος παραπέμπει εν μέρει στην περίοδο του μεσοπολέμου όπου και πάλι η οικονομική κρίση επέτρεψε την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη. Ασφαλώς οι συνθήκες είναι διαφορετικές σήμερα αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να παρασυρθεί ακόμη και η φιλελεύθερη Δεξιά σε μια αυταρχική σκλήρυνση των πολιτκών της θέσεων, κάτω από την πίεση της Ακροδεξιάς.
Η δεύτερη κοινή συνισταμένη που εξηγεί την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων είναι η μετανάστευση. Εκμεταλλεύονται από τη μια τη φοβία των ανθρώπων που μένουν χωρίς δουλειά και από την άλλη τη φοβία του ξένου γενικότερα. Υπάρχουν όμως και τα πραγματικά προβλήματα που προκαλεί η ανεξέλεγκτη μετανάστευση όπως τα βλέπουμε για παράδειγμα με τη διάλυση του κέντρου της Αθήνας ή στα προάστια του Παρισιού, ή ακόμη και στην Κύπρο με τη διοχέτευση λαθρομεταναστών από τα κατεχόμενα.
Στην Ελλάδα, αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, η άνοδος της Άκρας Δεξιάς στις εκλογές της 6ης Μαΐου θα είναι θεαματική. Μετά τη «νομιμοποίηση» του ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη από το ΠΑΣΟΚ, με το αντίτιμο της στήριξης του πρώτου μνημονίου, παρατηρείται μια θεαματική άνοδος της Χρυσής Αυγής, στην οποία οι δημοσκοπήσεις δίνουν ποσοστά πολύ ψηλότερα από αυτά που δίνουν στον Καρατζαφέρη που κινδυνεύει μάλιστα να μείνει εκτός Βουλής. Θεαματική άνοδο παρουσιάζει επίσης, πάντα σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το κόμμα του Πάνου Καμένου, η τρίτη συνισταμένη της ελληνικής Ακροδεξιάς, η οποία όμως είναι περισσότερο αντιμνημονιακή. Όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, η οικονομική κρίση αλλά και το μεταναστευτικό πρόβλημα τροφοδοτούν αυτή τη θεαματική άνοδο. Στην Ελλάδα όμως προστίθεται και η απαξίωση των κομμάτων του δικομματισμού, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όπως και η ανικανότητα της Αριστεράς να παρουσιάσει ένα κοινό μέτωπο και μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας.
Στην Κύπρο τα πράγματα είναι θολά. Κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα δεν τοποθετείται στον ακροδεξιό χώρο. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως δεν στεγάζονται ακροδεξιά στοιχεία σε κάποια από τα υπάρχοντα κόμματα. Είναι όμως γεγονός ότι όλα τα κυπριακά κόμματα κουβαλούν ένα συντηρητισμό που τους επιτρέπει να απορροφούν τους κραδασμούς της κοινωνίας σε θέματα όπως οι μετανάστες και η οικονομική κρίση, τα οποία σε άλλες χώρες οδήγησαν στην ανάδειξη ακροδεξιών κομμάτων. Η ύπαρξη κάποιων μικρών ομάδων δεν αλλοιώνει για την ώρα το κυπριακό πολιτικό πεδίο. Το ερώτημα είναι για πόσο καιρό θα καταφέρνουν τα κυπριακά κόμματα να απορροφούν τους κραδασμούς εκείνους της κοινωνίας που αλλού ανέδειξαν ισχυρά ακροδεξιά κόμματα. Προπάντων σήμερα με τη χαλάρωση του κονωνικού ιστού και την απαξίωση του κυπριακού πολιτικού συστήματος.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ε-mail: stephanos.constantinides@
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου