Στα πλαίσια του πρώτου καθαρά μιντιακού πολιτικού μορφώματος για τα ελληνικά δεδομένα, ονόματι “Ποτάμι”, η ηγετική του ομάδα αρχίζει να κάνει τις πρώτες εμφανίσεις της και τα στελέχη του μηχανισμού του να παίρνουν τη “θέση μάχης” που αναλογεί στον καθένα, ενόψει Ευρωεκλογών.
Αρχικά, ο Σταύρος Θεοδωράκης και η βολεμένη ομάδα των κονδυλοφόρων του που υποστήριξαν με «δημοσιογραφικό πάθος» από το site protagon.gr, επί τέσσερα χρόνια την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ και τα μνημόνια -που συγκροτούν τον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής- και πλέον συναποτελούν το «Ποτάμι», προωθήθηκαν σε επικοινωνιακό επίπεδο, από όλα τα συστημικά ΜΜΕ που στηρίζουν το «μνημονιακό μπλοκ» των πολιτικών δυνάμεων. Το αρνητικό όμως, κλίμα που εισέπραξαν από τον προοδευτικό κόσμο, ως προϊόν του συστήματος, τους οδήγησε σε αναπροσαρμογή της επικοινωνιακής στρατηγικής τους.
Πλέον, ως βασικό επικοινωνιακό όχημα δεν θα χρησιμοποιήσει το πλήρως απαξιωμένο στην ελληνική κοινωνία και με ασήμαντη πλέον πολιτική επιρροή στους προοδευτικούς πολίτες, συγκρότημα ΔΟΛ – αν και αποτελεί κατεξοχήν πολιτικό προϊόν για την εξυπηρέτηση των πολιτικό-οικονομικών επιδιώξεων που το αντίστοιχο σύμπλεγμα διαπλοκής προωθεί – και τα παραδοσιακά του επικοινωνιακά εργαλεία, MEGA, ΒΗΜΑ, ΤΑ ΝΕΑ κλπ. Αλλά αντιθέτως, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα free press έντυπα με επικοινωνιακή «ναυαρχίδα» την Athens Voice, που προωθούν την ίδια σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική ατζέντα αλλά με σαφώς καλύτερο επικοινωνιακό περιτύλιγμα και με μεγάλη διείσδυση στην ελληνική νεολαία, ευρύτερα τμήματα της οποίας είναι πολιτικά απαίδευτα, στα πλαίσια του ρεύματος αποπολιτικοποίησης, ατομικισμού και μη ενασχόλησης με τα κοινά που κυριάρχησε τις τελευταίες δεκαετίες.
Η δουλειά των εν λόγω εντύπων είναι ομολογουμένως, τόσο σε επίπεδο ιδεολογικό-πολιτικής κατ’ ουσία, ζύμωσης αλλά με την ταμπέλα του «απολιτικού», της δήθεν «κοινής λογικής» και του «αυτονοήτου», που υπερβαίνει τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και το πολιτικό λόγο που αρθρώνουν, όσο και σε επίπεδο προώθησης «προτύπων ζωής», με βασικό στόχο την επικράτηση στο ηγεμονικό πεδίο -με γκραμσιανούς όρους – εξαιρετικά προσεκτική, σοβαρή και συνεπής στο χρόνο, εδώ και μια δεκαετία. Ενδεικτικό είναι ότι η πρώτη «χαλαρή» συνέντευξη-παρουσίαση του υπευθύνου της πολιτικής καμπάνιας του «Ποταμιού», κύριου Γιατρωμανωλάκη, υπότροφου του ιδρύματος Σωκράτη Κόκκαλη, γίνεται στην Lifo στη στήλη «Η φωνή του Λαού» (!).
Αντίστοιχα οργανωμένη ιδεολογικό-πολιτική δουλειά την τελευταία δεκαετία σε καθαρά κομματικό επίπεδο, μόνο η Χρυσή Αυγή διαθέτει που υπήρξε «πρωτοπόρος» και στη χρήση του διαδικτύου, ως εργαλείου προπαγάνδας και διάχυσης του πολιτικού της μηνύματος στους νέους και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους, που ως κοινωνικό-πολιτικό φαινόμενο, διατηρεί τη δυναμική του και ο σκληρός πυρήνας της εξακολουθεί να τη στηρίζει, παρά τα όσα έχουν πλέον αποδεδειγμένα αποκαλυφθεί στην ελληνική κοινωνία την τελευταία περίοδο για τη δράση των στελεχών της.
Καθόλου τυχαία λοιπόν, αλλά με σαφή πολιτική και επικοινωνιακή στόχευση, επιλέχθηκε η πολιτική ονομασία «Ποτάμι», αλλά και το αρχικό πολιτικό τους σλόγκαν «Πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν» που έδωσε πλέον τη θέση του, αν και χρησιμοποιείται από στελέχη του, στο πιο εύστοχο επικοινωνιακά, «Πολιτική για όλους». Το «Ποτάμι» πολιτικά δεν εκφράζει τίποτε αλλά σε συμβολικό επίπεδο λειτουργεί ως έννοια που υποδηλώνει μια επιθετική δυναμική, με θετικό όμως πρόσημο. Το «Ποτάμι» εκφράζει συμβολικά τη «μούντζα» των αγανακτισμένων της ακροδεξιάς, αντιπολιτικής και εντέλει αντιδημοκρατικής «πάνω πλατείας» στη Βουλή, αντεστραμμένη.
Συγκεκριμένα έχει μία μόνο ποιοτική διαφορά, καθοριστικής όμως, σημασίας: Η «μούντζα» είναι συμβολικά το ίδιο δυνατή και το ίδιο επιθετική, έχει όμως αρνητικό πρόσημο και υποδηλώνει ετεροπροσδιορισμό, καθώς αυτός που μουντζώνει τη Βουλή και τους εκπροσώπους της, ετεροπροσδιορίζεται. Δεν υποδηλώνει θέση αλλά αντίθεση, ως προς αυτόν που απευθύνεται η «μούντζα». Ο ετεροπροσδιορισμός, ως προς κάποιον «άλλο» και ο αρνητικός λόγος ποτέ δεν κατορθώνει στην πολιτική να δημιουργήσει δυναμική στην κοινωνία με διάρκεια.
Αντιθέτως, το «Ποτάμι» συμβολικά έρχεται να εκφράσει και να προκαλέσει τα ίδια συναισθήματα και συνειρμούς αλλά με θετικό πρόσημο και με αυτοπροσδιορισμό. Υποσυνείδητα, το μήνυμα έγκειται στο ότι έρχεται να συμπαρασύρει πολιτικά μέσα από μια τυφλή γενίκευση, αυτό – δηλαδή το παρόν πολιτικό σύστημα και τους εκπροσώπους του χωρίς καμία απολύτως πολιτική διάκριση – που μέχρι πρότινος οι πολίτες απλώς «μούντζωναν». «Εγώ μπορώ να πάω στον κόσμο. Οι πολιτικοί μπορούν;», αναφέρει χαρακτηριστικά ο «απλός πολίτης» Στ. Θεοδωράκης, αποκρύπτοντας εσκεμμένα ότι είναι συγκεκριμένοι οι πολιτικοί που εξαιτίας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που άσκησαν, «δεν μπορούν» και όχι όλοι συλλήβδην.
Έρχεται να καβαλήσει το «Κύμα» – η έτερη ονομασία που τελικά απορρίφθηκε, όπως έγινε γνωστό, καθόλου τυχαία επίσης – της λαϊκής δυσαρέσκειας απέναντι στους πολιτικούς και φυσικά να το κατευθύνει αναλόγως, για την εξυπηρέτηση των επιδιώξεων του οικονομικού, μιντιακού και πολιτικού συμπλέγματος διαπλοκής που το δημιούργησε.
Επίσης, καθόλου τυχαία δεν είναι η μη ξεκάθαρη τοποθέτηση σε επίπεδο ρητορικής, στον άξονα Αριστερά-Δεξιά: «Το Ποτάμι δεν είναι ούτε αριστερό ούτε δεξιό», ισχυρίστηκε ο επικεφαλής της κίνησης στην πρώτη συνέντευξη Τύπου. «Το Ποτάμι δεν έχει ιδεολογία και αυτό είναι πολύ θετικό καθώς οι ιδεολογίες εμποδίζουν την σωστή πολιτική», δηλώνε ο συνιδρυτής του αν και πλέον αποχωρήσας, συγγραφέας Ν. Δήμου, γνωστός για τις περίτεχνα αντιδραστικές και νεοφιλελεύθερες απόψεις του. Ένας προσεκτικός πολιτικά, πολίτης αντιλαμβάνεται ήδη σαφώς το κλείσιμο του ματιού προς τα δεξιά: «Το μνημόνιο τελειώνει το Μάιο», «να χρησιμοποιήσω κάτι παλιό και αριστερό», η αναφορά του Στ. Θεοδωράκη σε ενδεχόμενη συνεργασία με τη Ν.Δ., η επιχείρηση αποπολιτικοποίησης του αποτελέσματος των ευρωεκλογών, κ.λπ.
Διόλου τυχαίο επίσης, δεν είναι και το γεγονός ότι οι πολιτικές θέσεις κατά κύριο λόγο, δημοσιεύονται μέσω βίντεο, αποσπασμάτων από συνεντεύξεις του επικεφαλής και του προφορικού λόγου και όχι του γραπτού που απαιτεί πολύ πιο συγκροτημένο και σαφή πολιτικά λόγο και φανερώνει πολύ πιο έντονα τις πολιτικές επιδιώξεις του
γράφοντος. Και το μέσο είναι μήνυμα, όπως πρεσβεύει το αμερικάνικο πολιτικό μάρκετινγκ: the medium is the message. Το πολιτικό μήνυμα είναι γρήγορο, εύπεπτο, δεν προϋποθέτει την προσοχή, τη συγκέντρωση, την πολιτική παιδεία και ανάλυση του πολίτη-δέκτη. Αλλά αντιθέτως, διαμέσου της κυριαρχίας της εικόνας και του λόγου-σύνθημα -οι πολιτικές θέσεις ανακοινώνονται με τη μορφή ερωτήσεων-απαντήσεων με τηλεγραφικό τρόπο καθώς και σε βίντεο-, επιδιώκει εντέχνως τον αποπροσανατολισμό τους. Ένα πολιτικό μήνυμα fast food που όμως, ανταποκρίνεται σαφώς στο μοτίβο λήψης πολιτικών αποφάσεων, που είναι σήμερα κυρίαρχο στις μερίδες της κοινωνίας που το «Ποτάμι» διεκδικεί ως ψηφοφόρους. Όχι «καφενειακή πολιτική» πλέον, αλλά σύγχρονη, «Internet-café πολιτική».
Με εργαλεία αυτή την φαινομενικά ιδεολογική ασάφεια και την πολιτική σύγχυση προκειμένου να αποκρύψουν την επί της ουσίας νεοφιλελεύθερη, με μια επίφαση προοδευτικότητας ατζέντα τους, τα στελέχη του πατούν σαφώς πάνω τόσο στο πραγματικό αίτημα που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία για άνοιγμα της «πολιτικής αγοράς» όσο και στο ισχυρότατο αντιπολιτικό και αντικομματικό «ποτάμι» που είναι διάχυτο σήμερα στην ελληνική κοινωνία.
Το αντιπολιτικό αυτό ρεύμα, αν και δεν προέκυψε εν πολιτικώ κενώ, τέσσερα χρόνια πριν αλλά οι «πηγές» του μας πάνε πίσω στη δεκαετία του ’90 με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, γιγαντώθηκε όμως σαφώς, όταν οι ίδιες οι πολιτικές ηγεσίες των μέχρι το 2010, ηγεμονικών κομμάτων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. αλλά και οι πολιτικές ηγεσίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οδήγησαν στην τελειωτική ήττα και συντριβή από τις αγορές, την ίδια την Πολιτική.
Η απαξίωση της Πολιτικής, και δη της Προοδευτικής Πολιτικής, δεν προήλθε καταρχήν, από την κοινωνία, τόσο της ελληνικής όσο και της ευρωπαϊκής, μιας και το αντιπολιτικό φαινόμενο δε συνιστά ελληνική πολιτική ιδιαιτερότητα. Αυτό ήταν το σύμπτωμα της απαξίωσης της Πολιτικής δια της πλήρους παράδοσης τους στις επιταγές της αγοράς, από αυτούς που υποτίθεται ότι αποτελούσαν τους βασικούς εκπροσώπους της.
Στα πλαίσια αυτά, μετά και την πρώτη πολιτικά πλήρως αποτυχημένη αλλά επικοινωνιακά πλήρως επιτυχημένη καθώς, όπως συνηθίζουν να λένε και οι αγγλοσάξονες, μετρ της πολιτικής επικοινωνίας, «bad publicity is actually publicity» (η αρνητική δημοσιότητα είναι εντέλει δημοσιότητα), παρουσίαση από το Σταύρο Θεοδωράκη, αρχίζει να ξεδιπλώνεται η επικοινωνιακή στρατηγική τους, της οποίας βασικό της χαρακτηριστικό είναι η αίσθηση του δήθεν αυθόρμητου και πηγαίου, του δήθεν εναλλακτικού και του δήθεν εκπορευόμενου από τους απλούς πολίτες, που δημιουργεί. Καθόλου τυχαία δεν ήταν ούτε η ανακοίνωση που έγινε και δημοσιεύτηκε μέσω video από κινητό τηλέφωνο, η παρουσίαση στο Hub, ένα στέκι του trendy και hipster κόσμου της ελληνικής νεολαίας, με τον επικεφαλή Στ. Θεοδωράκη όρθιο σε διαρκή κίνηση και όχι στατικό, casual ντυμένο, να απαντάει σε «αυθόρμητες» ερωτήσεις αλλά και χρήση μεθόδων όπως το «γίνε εθελοντής» και το crowd funding, η υποτιθέμενη δηλαδή ενίσχυση του κόμματος από χρήματα που προσφέρουν οι πολίτες, προκειμένου να δημιουργεί την αίσθηση της ενεργούς συμμετοχής των πολιτών, ενώ παράλληλα η χρηματοδότηση που θα προέρχεται από μη δημόσια ελέγξιμες «πηγές του Ποταμιού», θα ρέει άφθονη.
Είναι ενδεικτικό ότι το «Ποτάμι» από την πρώτη μέρα δημοσιοποίησης της κίνησης, διαθέτει site, πλήρη μιντιακή προώθηση, επιχορηγούμενες; οικονομικά, ομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με διαρκή ροή, μηχανισμό ανθρώπων που επομένως ασχολείται συνεχώς, γραφεία και πούλμαν για την προεκλογική περιοδεία τους που ήδη πραγματοποιείται. Ταυτόχρονα το site του Στ. Θεοδωράκη protagon.gr, ήταν και είναι γεμάτο από διαφημίσεις Τραπεζών, του ΟΠΑΠ αλλά και οργανισμούς του Δημοσίου. Ο Στ. Θεοδωράκης παραμένει μέτοχος του εν λόγω site, επομένως, έχει εισοδήματα από τις τράπεζες και όλους τους ιδιωτικούς ως επί το πλείστον οργανισμούς, που θα έπρεπε να έχει απέναντι στην πολιτική του, μιας και παρουσιάζει το «Ποτάμι» ως κόμμα της Κεντροαριστεράς.
Στην πραγματικότητα, όπως γίνεται αντιληπτό, τίποτε δεν είναι αυθόρμητο. Όλα είναι σύμφωνα με μια επιμελώς μελετημένη και σύγχρονη επικοινωνιακή στρατηγική. Το «Ποτάμι» είναι κατ’ ουσία ένα πολύ καλά μελετημένο, πολιτικά και επικοινωνιακά project και όχι κόμμα, που αντλεί στοιχεία από την επικοινωνιακή στρατηγική των Μπλερ και Ομπάμα αλλά και μεγάλων αμερικάνικων εταιρειών τεχνολογίας και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί αλλά να αντιμετωπιστεί επαρκώς και εν τη γενέσει του, όχι μόνο πολιτικά αλλά και με όρους επικοινωνίας. Η επικοινωνία ήταν πάντοτε, κατεξοχήν και επί της ουσίας άσκηση πολιτικής καθώς διαμορφώνει απόψεις και «πραγματικότητες», δημιουργεί κλίμα. Πόσω μάλλον σε μια εποχή όπως η σημερινή όπου τα κόμματα ως φορείς έκφρασης συλλογικών κοινωνικών συμφερόντων και ως ιμάντες διαμεσολάβησης μεταξύ των πολιτικών ελίτ και της κοινωνίας των πολιτών, βρίσκονται σε καθεστώς πλήρους ανυποληψίας και παρακμής.
Το «Ποτάμι» αποτελεί σχεδιασμένη παρέμβαση επιχειρηματιών, καναλαρχών, δημοσιογράφων και ομάδας πολιτικών παραγόντων, ως εναλλακτική λύση στην αποτυχία του εγχειρήματος Κ. Σημίτη- Β. Βενιζέλου, με την κίνηση των 58. Το «έριξαν» στην κεντρική πολιτική σκηνή και στο δημόσιο βίο, προκειμένου να επιχειρήσει να εδραιώσει με το περιτύλιγμα μιας δήθεν λαϊκής, νεολαιίστικης επικοινωνίας, τη βασική τους επιδίωξη που αφορά τη δικαίωση του «νεοφιλελεύθερου μονόδρομου», ως μόνη επιλογή για την ελληνική κοινωνία, παρά την οικονομική καταστροφή και την κοινωνική ερήμωση που προκάλεσε και προκαλεί στη χώρα. Το «Ποτάμι» και τα στελέχη του είναι στην πραγματικότητα οι «λάιτ» απολογητές της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας που βίωσε και βιώνει η ελληνική κοινωνία και ο Στ. Θεοδωράκης ο σύγχρονος εμποράκος της νέας πολιτικής απάτης και των ψεύτικων ελπίδων.
Το «Ποτάμι», το φέρνουν προκειμένου να τα αλλάξει όλα σε επίπεδο πολιτικής επικοινωνίας, για να μην αλλάξει εντέλει τίποτα σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής. Έρχεται να αλλάξει το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό αλλά όχι το σύστημα διαπλοκής που το συντηρεί και του οποίου αποτελεί «παιδί». Διαμέσου αυτού, το σύστημα της διαπλοκής αποκτά επίσημο κομματικό βραχίονα και αναβαθμίζει το ρόλο του ως κυρίαρχος πολιτικός παίχτης.
Βασική επιδίωξη των δημιουργών του είναι να ανακόψει τη δυναμική του πραγματικού ποταμιού που έχει αναπτυχθεί στην ελληνική κοινωνία στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο απέναντι στη νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων. Απέναντι σε μια πολιτική, που έχει οδηγήσει σε ύφεση και σε εκατομμύρια ανέργους, διαλύοντας οικονομικές και κοινωνικές δομές, εν ονόματι της αντιμετώπισης του
δημόσιου χρέους και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και έχει οδηγήσει σε ένα φαύλο κύκλο μονόπλευρης λιτότητας, ύφεσης και ανεργίας, με αποτέλεσμα το οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών.
Στόχος είναι στην παρούσα φάση και ενόψει των ευρωεκλογών και των εκλογών στην Τ.Α., μια νέα υφαρπαγή της λαϊκής ψήφου. Αυτή τη φορά, όμως η στρατηγική δεν αφορά τόσο ένα εμπόριο φόβου και εκβιασμών που εξάντλησε πλέον τα περιθώρια επηρεασμού της ψήφου της πλειοψηφίας των πολιτών αλλά ένα εμπόριο ψεύτικων ελπίδων ως υποκατάστατο του φόβου, τόσο από τους παραδοσιακούς πολιτικούς εκπροσώπους του ευρύτερου «μνημονιακού μπλοκ» όσο και από πολιτικούς-αχυρανθρώπους, νέας κοπής. Επιδίωξη τους είναι να αποσοβηθεί η καταγραφή της ξεκάθαρης ήττας και εκλογικής συντριβής αυτής της πολιτικής, να εδραιωθεί η θεωρία του «νεοφιλελεύθερου μονόδρομου» που έβλαψε τη χώρα και την κοινωνία και ωφέλησε τους «ημέτερους» τους. Να μην απονομιμοποιηθεί μέσω ενός ξεκάθαρου εκλογικού αποτελέσματος αυτή η πολιτική και να μας παρουσιαστεί σε μια πιο light, διανοουμενίστικη και «τελευταίας τεχνολογίας» πολιτική «συσκευασία».
Οδηγούμαστε πλέον, σε νέα φάση και σε ένα υπό διαμόρφωση πολιτικό σύστημα, που αν σταθεροποιηθεί, θα είναι σαφώς πιο αποφασιστικά ελεγχόμενο από το ισχύον σύστημα διαπλοκής. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων δεν συνιστά απλώς κρίση πλέον, αλλά τη ζώσα πραγματικότητα. Η «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» που επιβλήθηκε από τις πολιτικές ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., συνιστά μια εν δυνάμει και υπό διαμόρφωση κανονικότητα που επιδιώκουν να ριζώσει και να οδηγήσει την ελληνική κοινωνία σε μια νέα πολιτειακή και οικονομική συγκυρία όπου θα συνεχίζεται η στρατηγική της λιτότητας, ενώ παράλληλα θα προβαίνουν σε κατ’ επίφαση «προοδευτικές» διορθωτικές πολιτικές, απόλυτα όμως ενσωματωμένες στα συμφέροντα τους, αποκαλώντας τεχνηέντως όλο αυτό, «μετά-μνημονιακή εποχή».
Οι προοδευτικοί πολίτες στο σύνολο τους και η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας που έχει πληγεί από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων, έχουμε υποχρέωση να μη μείνουμε απαθείς απέναντι στα σχέδια του ευρύτερου «μνημονιακού μπλοκ» δυνάμεων αλλά από κοινού να συμβάλλουμε στην ήττα αυτής της πολιτικής και στη δημοκρατική και προοδευτική λύση που θα απαντά χωρίς να συσκοτίζει, στα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Η προοδευτική έξοδος από την κρίση, δε θα προκύψει ως ώριμο φρούτο. Μόνη λύση η δημοκρατική συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων. Μόνη λύση για τους πολίτες της Ε.Ε. να κρατήσουμε προοδευτικά ψηφοδέλτια στις επερχόμενες Ευρωεκλογές, να οδηγήσουμε σε πολιτική ήττα την νεοφιλελεύθερη πολιτική με τη ψήφο μας και στην αντιπολίτευση τις πολιτικές δυνάμεις που την ψήφισαν, την στήριξαν, την εφάρμοσαν και συνεχίζουν να το κάνουν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, σε κάθε κάλπη.
Μαμώλη Κατερίνα, Ψυχολόγος- Πολιτική Επιστήμονας με ειδίκευση στην Πολιτική Επικοινωνία, μέλος Πολιτικού Συμβουλίου Σοσιαλιστικού Κόμματος.
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου