Τα φαινόμενα των επιθέσεων εναντίον πολιτικών ηγετών, με τελευταία περίπτωση αυτήν του Βουλευτή Κ. Χατζηδάκη, μπορεί να αναζητούν ερείσματα σε προσπάθειες αιτιολόγησης, αλλά σίγουρα δύσκολα δικαιολογούνται. Ωστόσο γεννιούνται και έχουν εκκολαφθεί ως προϊόντα μιας συνολικής παθογένειας, που τι αστείο, θιασώτες της υπήρξαν οι εκάστοτε παθόντες και βιώνονται συνολικά ως επιφαινόμενα μιας πρωτόφαντης κρίσης σε επίπεδο αξιών, που επέφερε άλλωστε και την σοβαρή οικονομική κρίση που διερχόμαστε.
Οι ρίζες της ιδιαίτερα σοβαρής ανωμαλίας που διερχόμαστε ως χώρα πάνε πολύ παλιά. Για περισσότερα από 170 χρόνια από τη δολοφονία του πρώτου άξιου πολιτικού άνδρα του νεότευκτου ελληνικού κρατιδίου, του Ιωάννη Καποδίστρια, υλοποιήθηκε μια συστηματική προσπάθεια διαστροφής
και διατάραξης βεβαιοτήτων που οικοδομούν τον κοινωνικό βίο κάθε λογικά σκεπτόμενου ανθρώπου και λαού. Βεβαιοτήτων που οδήγησαν λαούς και έθνη να στηρίξουν τις προσπάθειες οικονομικής και κοινωνικής τους επιβίωσης, όπως αυτή της αξιοκρατίας για παράδειγμα, που υπαγορεύει αυτονόητα ευθύνες απορρέουσες από την κλασσική αρχή της δημοκρατίας και η οποία προβλέπει ότι όποιος έχει να παρουσιάσει έργο και διακρίνεται για την αξιοσύνη του στον συλλογικό βίο προτιμάται στα κοινά. Στον τόπο μας όμως τη θέση αυτής της αρχής πήρε η αισχρή πελατειακή πολιτική του λαϊκισμού που ισοπέδωνε τους πάντες και ξεχώριζε μόνο τους κομματικούς εκλεκτούς της διοίκησης. Οι πραγματικά άξιοι, αλλά μη κομματικοί, βούλιαζαν στην αφάνεια η έπαιρναν το δρόμο του ξενιτεμού.
και διατάραξης βεβαιοτήτων που οικοδομούν τον κοινωνικό βίο κάθε λογικά σκεπτόμενου ανθρώπου και λαού. Βεβαιοτήτων που οδήγησαν λαούς και έθνη να στηρίξουν τις προσπάθειες οικονομικής και κοινωνικής τους επιβίωσης, όπως αυτή της αξιοκρατίας για παράδειγμα, που υπαγορεύει αυτονόητα ευθύνες απορρέουσες από την κλασσική αρχή της δημοκρατίας και η οποία προβλέπει ότι όποιος έχει να παρουσιάσει έργο και διακρίνεται για την αξιοσύνη του στον συλλογικό βίο προτιμάται στα κοινά. Στον τόπο μας όμως τη θέση αυτής της αρχής πήρε η αισχρή πελατειακή πολιτική του λαϊκισμού που ισοπέδωνε τους πάντες και ξεχώριζε μόνο τους κομματικούς εκλεκτούς της διοίκησης. Οι πραγματικά άξιοι, αλλά μη κομματικοί, βούλιαζαν στην αφάνεια η έπαιρναν το δρόμο του ξενιτεμού.
Η κρατική μηχανή στελεχωνόταν μόνο για να εξασφαλίσει την επανεκλογή πάση θυσία των λογής πολιτευτών και των κομματαρχών τους, ενώ μέσα από τον διορισμό των κουϊσλιγκ συνδικαλιστικών ηγεσιών εξασφαλιζόταν ο έλεγχος κάθε αντίρροπης τάσης. Η πολιτική εξουσία δηλαδή, αντί να πασχίζει για μια υγιή οικονομική ανάπτυξη που θα στηριζόταν στην ανταγωνιστικότητα και την υγιή – όσο μπορεί μέσα στον καπιταλισμό να είναι υγιής αυτή- κοινωνική διαστρωμάτωση, εργαζόταν να προαγάγει τον λασπωμένο αγρότη σε αργόμισθο γραφιά, πουλώντας του εκδούλευση και βέβαια ψευδαισθητικά κοινωνική αναγνώριση. Το όνειρο μιας θεσούλας στο δημόσιο που θα παρείχε σίγουρο μισθό, αλλά και «λούφα» στην εργασία, ίσως και εικονική απασχόληση ακόμα, κατέστη με την ευλογία των εκάστοτε κυβερνώντων το όνειρο του κάθε ταλαιπωρημένου μικροαστού που συμπλήρωνε το πενιχρό του εισόδημα με τα γεννήματα από το χωριό.
Αυτή η εγκληματική τακτική η οποία γέννησε το τέρας της αστυφιλίας και την Αθήνα τερατούπολη, διόγκωσε το κράτος, αύξησε σημαντικά τις ανάγκες του, την στιγμή που το ίδιο δεν παρήγαγε σχεδόν τίποτα, ενώ άμβλυνε σταθερά τη δυνατότητα μεταρρυθμίσεων, καθώς οι κοινωνικές τάξεις, όπως δημιουργήθηκαν στο «εργαστήριο» από την πολιτική εξουσία, μακριά από τον κοινωνικό στίβο, αντιδρούσαν και απειλούσαν την επανεκλογή των πατρώνων τους. Έτσι ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να παραχθεί πολιτική, να γίνουν τομές και μεταρρυθμίσεις τις οποίες κάθε ζωντανός οργανισμός έχει ανάγκη, παρά υλοποιούνταν απλώς διαχειριστικές τροποποιήσεις γραφειοκρατικής τρέλας.
Όταν όμως η δυσπλασία κατέστη νόσος φανερή, το πολιτικό προσωπικό θεωρήθηκε υπεύθυνο, γιατί όχι μόνο δεν έκανε εγκαίρως τα αποφασιστικά εκείνα βήματα που απαιτούνταν, αλλά αράδιαζε ασύστολα επιστημονικώς τεκμηριωμένα, όπως αποδείχτηκαν, ψεύδη περί «ευημερίας» και «δυνατής οικονομίας», που θύμιζαν την εφήμερη ευφορία του χρήστη ουσιών λίγο πριν την κατάρρευση. Με αυτήν την τακτική παρέσυρε ολόκληρη την κοινωνία σε ένα όργιο δανεικού καταναλωτικού παραδείσου, ο οποίος αποδεικνύεται κόλαση φοβερή! Στο ίδιο πλαίσιο βεβαίως και η αριστερά η οποία, μονολιθική και αυτιστική σε όλη σχεδόν την πορεία της από τον εμφύλιο και δώθε, δεν αντελήφθη ποτέ τίποτα εγκαίρως, αλλά βαυκαλίζεται ακόμα και σήμερα να επιζητεί δάφνες αγωνιστικότητας και πρωτοπορίας, τη στιγμή που ο λαός βιώνει τραγικά αδιέξοδα.
Σήμερα λοιπόν αυτήν η φοβερή κρίση γεννάει μίσος και επιθετικότητα εναντίον των πολιτικών προσώπων ενώ ο φόβος της ανέχειας και η αδυσώπητη πραγματικότητα της ανεργίας απειλούν να βυθίσουν τον τόπο σε διαμάχες εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα, ανεπίστροφες και αδιέξοδες. Ο έλεγχος δυστυχώς σε τέτοιες καταστάσεις είναι εύκολο να απολεσθεί, αν δεν έχει ήδη συμβεί, και τότε η πορεία παραπέμπει σε αυτήν του ήρωα της αρχαίας τραγωδίας που περνάει μέσα από την ολέθρια κάθαρση. Έχουμε σίγουρα ως λαός το ιστορικό υπόβαθρο να παλέψουμε και να κρατήσουμε μακριά την κοινωνική αποδόμηση, υιοθετώντας την κάθαρση και απευχόμενοι την ολέθρια εκδοχή της.* O Σεραφείμ Κωνσταντίνου είναι φιλόλογος
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου