Ο Αλέξης άλλων εποχών: Ο Ιωάννης Μαντάς από τα Ορεστειακά


γράφει ο Γιώργος Δαμιανός
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη (Γιώργος Σεφέρης, “Ελένη”, Ίκαρος).
Όποιος επιχειρούσε, το 1903, να μεταφράσει στη δημοτική γλώσσα την Αρχαία Λογοτεχνία εθεωρείτο, για τους κατ΄ επάγγελμα πατριώτες, εθνικός προδότης και τον κατηγορούσαν ότι «υποκινείται από προδοτικές διαθέσεις και χρηματοδοτείται με ρούβλια από την ρωσική προπαγάνδα για την κατάτμηση του ελληνισμού». Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα ο καλλιτεχνικός Διευθυντής του Βασιλικού (σήμερα Εθνικού) Θεάτρου Στ. Στεφάνου αποφάσισε να ανεβάσει την Ορέστεια του Αισχύλου. Η παράσταση ήταν μία μοναδική υπερπαραγωγή, για τα ελληνικά δεδομένα, τα πάντα είχαν έρθει από τη Βιέννη, αλλά η μετάφραση, του πανεπιστημιακού Γεώργιου Σωτηριάδη, ήταν στην απλή δημοτική γλώσσα. Απειλούσε, δηλαδή, τον Ελληνισμό κατά τον έτερο πανεπιστημιακό Γεώργιο Μιστριώτη και γι αυτό οι παραστάσεις έπρεπε να
σταματήσουν πάραυτα, διαφορετικά ο Μιστριώτης με τους φοιτητές του θα έκαιγαν το θέατρο. Ο μισαλλόδοξος Μιστριώτης θεωρούσε έργο της ρωσικής προπαγάνδας ό,τι δεν ήταν γραμμένο στην καθαρεύουσα, ο ίδιος αυτοχαρακτηριζόταν ως ο μοναδικός προστάτης της Ελληνικής Γλώσσας, οι φοιτητές ορκίζονταν στο όνομα του και έδιναν μαζικά το παρόν σε όλα τα συλλαλητήρια, στα οποία απαιτούσαν να σταματήσει η παράσταση της Ορέστειας, διαφορετικά θα έκαιγαν το θέατρο. Από την άλλη το θέατρο κάθε βράδυ ήταν ασφυκτικά γεμάτο, ενώ οι αυτόκλητοι προστάτες του Έθνους συγκεντρώνονταν απ έξω και αποκαλούσαν τους θεατές ως εθνικούς προδότες. Τελικά, οι φανατισμένοι φοιτητές της φιλολογίας (άνθρωποι που θα διδάξουν γενιές Ελλήνων και, δυστυχώς, θα τους απομακρύνουν από το μεγαλείο της γλώσσας μας) θα επιχειρήσουν να πραγματοποιήσουν την απειλή τους. Όμως, έξω από το θέατρο τους περίμενε το ιππικό, που δε θα διστάσει να ανοίξει πυρ με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο 22χρονος Ι. Μαντας και να τραυματιστούν δεκαπέντε διαδηλωτές. Η παράσταση, κατά τη διάρκεια των επεισοδίων, συνεχίστηκε κανονικά, και μάλιστα σε κάθε ομοβροντία του ιππικού το κοινό χειροκροτούσε. Την επόμενη μέρα, η Ορέστεια επαύθη οριστικά και τα επεισόδια έμειναν γνωστά στην ιστορία ως «τα Ορεστειακά».
Και σήμερα υπάρχουν δογματικοί Μιστριωτες, που δεν μπορούν να ανεχθούν την ετερότητα.
Και σήμερα υπάρχει όχλος ανίκανος να σκεφτεί και να επιλέξει (για παράδειγμα: αντί για ρωσική προπαγάνδα βλέπουν παντού εβραϊκές συνωμοσίες).
Και σήμερα υπάρχουν υπάνθρωποι, που χειροκροτούν, όταν πυροβολείται ο αδελφός, δεν γνωρίζουν ότι σε μία εμφύλια σύρραξη δεν υπάρχει τίποτα πιο αξιολύπητο από τον ίδιο το νικητή.
Και σήμερα υπάρχουν αδικοχαμένα θύματα κρατικής βίας, όπως ο διαδηλωτής του 1903, που σκοτώθηκε για ένα άδειο πουκάμισο από τους στρατιώτες του ιππικού.
Ο δικός μας Αλέξης του 2008 μαζί με το αδικοχαμένο παλικάρι του 1903, ίσως να ψιθυρίζουν αγκαλιασμένοι στον Παράδεισο το τραγουδάκι:
«τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά.
Γέλα, γέλα πουλί μου γέλα, είναι η ζωή μια τρέλα».

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια