Πτώχευση, παραζάλη και διλήμματα


Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Η Ελλάδα κινείται συνεχώς στον αστερισμό της αναδιάρθρωσης του χρέους της, δηλαδή μιας ελεγχόμενης πτώχευσης, όχι μόνον επειδή η κυβέρνηση είναι – εκ των πραγμάτων – αναγκασμένη να απαντά καθημερινά σε ποικίλα σενάρια των διεθνών αναλυτών και των ΜΜΕ. Αλλά, επιπλέον, επειδή πολλά από τα σενάρια τα διακινεί στο παρασκήνιο η ίδια προβάλλοντας το μοντέλο αναδιάρθρωσης που επιθυμεί: την επιμήκυνση χωρίς «κούρεμα» και όπου βγάλει. Αλλά και διότι η αντιπολίτευση προβάλλει τις δικές της επιθυμίες, χωρίς ωστόσο να είναι σαφής. Η ζαλάδα του κόσμου λοιπόν είναι δεδομένη.

Μπορεί, λοιπόν, όλοι να μιλούν για αναδιάρθρωση, αλλά σχεδόν κανείς δεν είναι βέβαιος για το τι εννοεί. Δεν είναι ίδιοι οι σχεδιασμοί του ΔΝΤ, της Γερμανίας και των Ευρωπαίων τραπεζιτών. Παράδειγμα λαμπρό της πολυγλωσσίας, των διαφορετικών συμφερόντων, αλλά και των διαφορετικών σεναρίων αποτυπώνεται στην πρόσφατη ειδησεογραφία:
● Ο έλεγχος της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους δείχνει ότι δεν είναι απαραίτητη η αναδιάρθρωση και το «κούρεμά» του. Αυτή η διαπίστωση ανήκει στο μέλος του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ολλανδίας Νουτ Βέλινκ και τη διατύπωσε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Financial Times Deutschland.
● Ο έλεγχος της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους δείχνει ότι είναι απαραίτητο το «κούρεμά» του κατά 50%. Αυτή η άποψη ανήκει στην Deutsche Bank, η οποία τη διατύπωσε σε χθεσινή έκθεσή της.
● Το ΔΝΤ παροτρύνει την Ελλάδα να ζητήσει μόνο την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους της, ενώ παρασκηνιακά λέει στους Ευρωπαίους ότι πρέπει να γίνει η αναδιάρθρωση επειδή δεν είναι δυνατόν να πληρώνουν τη νύφη οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι.
Ειδικά στο εσωτερικό της Ευρώπης ο καυγάς υπέρ ή κατά της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους δεν γίνεται πια με όρους βιωσιμότητας της Ελλάδας, αλλά ανάλογα με το ποια χώρα ή τραπεζικός οργανισμός έχει ή δεν έχει ξεφορτωθεί – και σε πόσο μέρος – τα τοξικά ελληνικά ομόλογα.
Έτσι η Γερμανία, η οποία αρχικά επέμενε να μην γίνει κανένα «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, τώρα είναι ένθερμος υποστηρικτής αυτής της επιλογής προκαλώντας τη σφοδρή αντίδραση άλλων χωρών, όπως η Γαλλία, αλλά και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής τράπεζας, η οποία έχει μεταβληθεί σε χωματερή τοξικών ομολόγων. Δεν είναι τυχαίο ότι, όπως έγραψε την περασμένη εβδομάδα η ολλανδική εφημερίδα Volkskrant, το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της EKT Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι δήλωσε στη Ρώμη:
«Η αναδιοργάνωση του ελληνικού δημοσίου χρέους μπορεί να οδηγήσει σε πραξικόπημα. Οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες θα πτωχεύσουν. Η ελληνική οικονομία θα καταρρεύσει. Και αυτό θα έχει τεράστιες συνέπειες για την κοινωνική συνοχή και την επιβίωση της δημοκρατίας"».
Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας μας η συζήτηση βρίσκεται στο φόρτε της.
Η Ν.Δ. ζήτησε επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου και ταυτόχρονα αρνήθηκε την αναδιάρθρωση του χρέους επειδή «σε μια κρίσιμη στιγμή για την οικονομία της χώρας αυτά τα σενάρια καταστροφολογίας δεν βοηθούν». Τώρα, σε αυτό το κλίμα ανταγωνισμών και αντιθέσεων στο εσωτερικό της τρόικας, αλλά και μεταξύ των εταίρων μας στην Ε.Ε., η Ν.Δ. δεν μας λέει ποιος θα διαπραγματευθεί με ποιον για να πετύχει τον αναπροσδιορισμό των όρων του μνημονίου.
Ακόμη περισσότερο δεν μας λέει ποιοι είναι αυτοί οι όροι που θα πρέπει να αναδιατυπωθούν. Άλλωστε, αν αυτοί οι όροι αγγίζουν τον τρόπο διαχείρισης του χρέους, τότε μιλάει για κάποια μορφή αναδιάρθρωσης, την οποία όμως ταυτόχρονα... ξορκίζει!
Παράλληλα η συζήτηση αυτή εκτείνεται από τον ΛΑΟΣ μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά χωρίς ποτέ ο κόσμος να καταλαβαίνει τι ακριβώς εννοεί ο καθένας. Μόνο το ΚΚΕ προτιμά να μην συμμετέχει σ’ αυτό το νταραβέρι λέγοντας ότι αυτό «δεν είναι υπόθεση του λαού».

Πλήρης σύγχυση
Αν κάτι πάντως είναι κοινό σε όλες τις τοποθετήσεις, αυτό είναι η σχεδόν πλήρης – σκόπιμη ή από άγνοια; – σύγχυση μεταξύ των όρων «αναδιάρθρωση», «αναδιαπραγμάτευση», «επιμήκυνση», «χρεοκοπία» κ.λπ. Ίσως το πιο τραγικό είναι πως συστηματικά αποκρύπτεται ότι κάθε είδους αναδιάρθρωση συνιστά ένα είδος χρεοκοπίας – είτε την ονομάσεις έτσι είτε όχι.
Η απίστευτη συνέπεια της σύγχυσης - απόκρυψης είναι ότι βλέπουμε πολύ συχνά κόμματα και παρατάξεις, που προτείνουν διαφορετικά μοντέλα αναδιάρθρωσης, να αλληλοκατηγορούνται για «προτάσεις πτώχευσης» ενώ στην πραγματικότητα όλοι οι εκατέρωθεν κατηγορούμενοι προτείνουν μια μορφή πτώχευσης.
Αν ποτέ οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις αποφασίσουν ότι πρέπει να κάνουν καθαρές τις απόψεις τους προς την ελληνική κοινωνία, είναι υποχρεωμένες να απαντήσουν σε μερικά πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα. Στην πραγματικότητα οι επιλογές δεν είναι πολλές για ένα χρέος που είναι αδύνατον να εξυπηρετηθεί, όπως το ελληνικό.

Πληρώνουμε και πόσο;
Κατ' αρχάς οφείλεις να αποφασίσεις ως πολιτική δύναμη αν το πληρώνεις ή δεν το πληρώνεις – εξ ολοκλήρου ή σε κάποιο ποσοστό. Στην περίπτωσή μας, για παράδειγμα, η κυβερνητική επιλογή «πληρώνουμε εξ ολοκλήρου» είναι αυτή που μας οδηγεί στην πτώχευση, αφού δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα να υλοποιηθεί ούτε με επιμήκυνση ούτε με κάποιον από τους γνωστούς τρόπους. Πολύ περισσότερο αυτό είναι αδύνατον με τη μέθοδο της δημιουργίας νέου χρέους για την αποπληρωμή του παλαιότερου, η οποία άλλωστε μας οδήγησε στη σημερινή τραγική κατάσταση.
Μια βασική ερώτηση αφορά το ποσοστό του χρέους που είναι ικανή η χώρα – και η οικονομία της – να εξυπηρετήσει χωρίς ο ελληνικός λαός να εξανδραποδιστεί και να μεταβληθεί σε δούλο για δεκαετίες, χωρίς εθνική ιδιοκτησία, νομική ασυλία του κράτους και δυνατότητα ανάπτυξης προς όφελος των Ελλήνων και όχι των ξένων τραπεζών, «επενδυτών», κερδοσκόπων και άλλων «λαμόγιων».

Μακροπρόθεσμη στρατηγική
Κάθε επιλογή, εδώ που βρισκόμαστε, έχει πια μεγάλο βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος. Επομένως το όποιο μοντέλο επιλεγεί θα πρέπει να συνοδεύεται από μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο, το οποίο συμπεριλαμβάνει υποχρεωτικά το μοντέλο ανάπτυξης. Άρα θα πρέπει κάθε πολιτική δύναμη να περιγράψει το είδος του κράτους και της κοινωνίας που έχει κατά νου για τα επόμενα πολλά χρόνια.
Οι σαχλαμάρες του τύπου «σώζουμε τη χώρα» απλώς μεγιστοποιούν το κόστος που θα εισπράξει όποια κυβέρνηση επωμιστεί το βάρος της όποιας μορφής πτώχευσης. Η οποία μάλιστα μπορεί ακόμη και να μην είναι στιγμιαία, αλλά διαρκείας, με τη μορφή μιας επιμήκυνσης του χρέους για πολλά χρόνια, η οποία, χωρίς ποτέ να ονομαστεί «πτώχευση», θα αποτελέσει τη χειρότερη μορφή της.
Μια άλλη συναφής ερώτηση αφορά το είδος και το πραγματικό κόστος του ελληνικού δανεισμού. Όταν ήδη σχεδόν το σύνολο του δανεισμού γίνεται για να αποπληρωθούν παλαιότερα χρέη, τότε σαφώς δεν μπορούμε να μιλάμε για βιώσιμο χρέος. Συνεπώς πάλι οφείλουμε να συζητήσουμε για το είδος της οικονομίας που θέλουμε.

Ευρώ και πτώχευση
Δεδομένου ότι υπάρχει ήδη συζήτηση για την παραμονή μας ή όχι στο ευρώ, μέγα ζήτημα αποτελεί το αν η συμμετοχή στο ευρώ αποτρέπει τις πτωχεύσεις. Τα μέχρι τώρα δεδομένα και του χρέους και της οικονομίας δείχνουν ότι μια πτώχευση του ελληνικού κράτους δεν θα συμβεί απαραίτητα επειδή εμείς θα την επιλέξουμε. Εκτός της όποιας ελεγχόμενης πτώχευσης, υπάρχει και η ανεξέλεγκτη, η οποία μπορεί να επέλθει από την πλήρη κατάρρευση της οικονομίας.
Στην πραγματικότητα καμιά συζήτηση περί αναδιάρθρωσης δεν θα είχε τεθεί εκ μέρους των δανειστών μας αν δεν υπήρχε πραγματικός κίνδυνος για μια ανεξέλεγκτη – και ακόμη αν δεν υπήρχε ο φόβος ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να επιλέξει να πτωχεύσει αμυντικά έναντι των απαιτήσεων των δανειστών της, όπως πάρα πολλές άλλες χώρες στο παρελθόν.
Στην περίπτωσή μας – όπως και στις περιπτώσεις άλλων υπερχρεωμένων χωρών – η επιχειρηματολογία που λέει ότι δεν υφίσταται πτώχευση εντός της ευρωζώνης είναι εκκρεμής και έωλη. Είναι ανάλογης ποιότητας με τον ισχυρισμό ότι το ΔΝΤ δεν θα μπορούσε να αναλάβει μια χώρα της ευρωζώνης επειδή «δεν προβλέπεται». Η οικονομία όμως δεν υπακούει σε ντιρεκτίβες ανόητων γραφειοκρατών.
● Το ότι η Ευρώπη αποφάσισε ελεγχόμενες πτωχεύσεις, δηλαδή αναδιαρθρώσεις – οι οποίες θεωρούνταν μέχρι πρότινος αδιανόητες – στο πλαίσιο του μόνιμου μηχανισμού στήριξης από τα μέσα του 2013 είναι η καλύτερη απόδειξη.
● Το ότι υπάρχει συζήτηση για παρόμοια πρόβλεψη ελεγχόμενης χρεοκοπίας ακόμη και στον προσωρινό μηχανισμό δείχνει πως τίποτε δεν είναι αδιανόητο επειδή έτσι αποφάσισαν κάποτε κάποιοι χαρτογιακάδες.

Ποιος θα την ελέγξει;
Αν μια χώρα υποστεί πτώχευση οποιασδήποτε μορφής, τότε κάποιος θα ελέγξει και θα καθορίσει όχι μόνο τους όρους της, αλλά και τη μετέπειτα διαχείρισή της. Οι επιλογές εδώ δεν είναι πολλές: μια πτώχευση την ελέγχει ή ο πτωχευμένος ή οι δανειστές του. Επειδή μάλιστα οι δανειστές δεν είναι ούτε ως συμμετοχή στο χρέος σου ούτε από πολιτική άποψη ισοδύναμοι, η κατάληξη εμπεριέχει καθαρά το στοιχείο της πολιτικής ισχύος.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, ειδικότερα, ο έλεγχος μιας κρατικής πτώχευσης θα σημάνει και σε ποιο πολιτικό και γεωστρατηγικό μπλοκ θα ενταχθεί για τα επόμενα πολλά χρόνια, ποιες συμμαχίες θα επιλέξει ή θα αποκλείσει και ποιες θα της επιβληθούν ή θα της απαγορευθούν.
Είναι λοιπόν σημαντικό να αντιληφθούμε ότι το ποιος θα ελέγξει την ελληνική πτώχευση, τώρα ή στο μέλλον, είναι ίσως το μόνο στο οποίο η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει. Επομένως, αν πάψουμε να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας σαν καφενόβιοι και συζητήσουμε επιτέλους σοβαρά, έχουμε πολλά να συζητήσουμε και ακόμη περισσότερα στα οποία αναγκαστικά θα συγκρουστούμε.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η αφωνία, δεδομένου ότι οι επιλογές της κυβέρνησης ήδη είναι εδώ, ήδη εφαρμόζονται και έχουν ορατά αποτελέσματα. Μπορεί η ίδια να μην συζητάει δημοσίως, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις πρέπει να πιουν το αμίλητο νερό ή να προκαλούν σκόπιμη σύγχυση. Πόσο μάλλον όταν επιμέρους ζητήματα υπάρχουν πολλά περισσότερα απ’ όσα μπορεί κάποιος να προσεγγίσει στο πλαίσιο ενός μόνο κειμένου όπως το παρόν...

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια