Ομιλία του Νικολάου Γκότση στην Παναγία Κοσμοσώτειρα για τον Εορτασμό των Ενόπλων Δυνάμεων

Σεβαστοί πατέρες κύριε Ταξίαρχε Αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, και  οπλίτες της 31ης Μ/Κ Ταξιαρχίας ΚΑΜΙΑ κ. συνάδερφοι αγαπητό εκκλησίασμα.
Αφορμή για την θεματολογία της σημερινής μου ομιλίας στάθηκε η πρωτοβουλία του κ. Ταξιάρχου και του Επιτελείου του, για την δημιουργία ενός Μουσειακού χώρου στην Ταξιαρχία, που θα διασώζει, θα διαφυλάττει αλλά και θα αναδεικνύει την ιστορία του σχηματισμού, αλλά και της μήτρας του, που ήταν το 31ο Σύνταγμα Πεζικού.   
Στην προσπάθεια για την συνδρομή μας προς  εμπλουτισμό   με ιστορικό υλικό,  η έρευνα σταμάτησε στο τέλος της εκστρατείας  και συγκεκριμένα στις 6 Αυγούστου 1922
Ημέρα που στην ουσία ξεκίνησαν τις επιθετικές παραπλανητικές ενέργειες τους  οι  Τούρκοι ως προπομπό,  της  αντεπίθεσης τους, με σκοπό την απομάκρυνση του Ελληνικού Στρατού από την Μικρά Ασία. Το 31ο Σύνταγμα πεζικού υπαγόμενο στην ΙΙ  Μεραρχία και στο Β Σώμα Στρατού, είναι ο πρώτος αποδέκτης   αυτής της ενέργειας.  
Ο στρατιωτικός ιστορικός γράφει.


                                     ΕΝΕΡΓΕΙΑΙ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ
                                  ΠΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΕΩΣ  


                                 Αι παραπλανητικαί επιθέσεις των Τούρκων.


Εις τά Μικρασιατικά υψίπεδα το θέρος λήγει κατά το τέλος του μηνός Αυγούστου. Από της εποχής αυτής και ιδίως από τά μέσα Σεπτεμβρίου άρχεται ή περίοδος των βροχών, ήτις εγκαινιάζει την έναρξιν του χειμώνος και καθιστά τάς άνευ καταστρώματος οδούς λασπώδεις και εν πολλοίς αδιαβάτους, Με την λήξιν του θέρους λήγει και η κατάλληλος δι’ επιχειρήσεις περίοδος, ήτις διαρκεί από του Απριλίου μέχρι τέλους Αυγούστου.
       Η εποχική αύτη περίοδος κατά το 1922 είχε σχεδόν παρέλθει εν τελεία ηρεμία και χωρίς να περιέλθη εις την Διοίκησιν της Ελληνικής Στρατιάς αυδεμία θετική πληροφορία περί επικειμένης Τουρκικής επιθέσεως. Αι κυκλοφορούσαι κατά το διάστημα τούτο διάφοροι φήμαι περί ενδεχομένης Τουρκικής ενεργείας, είτε προς Νικομήδειαν, είτε προς ‘Εσκή Σεχήρ, είτε προς ‘Αφιόν Καραχισάρ, είτε προς Αιδίνιον, απεδείχθησαν πάντοτε ανακριβείς.
Η μόνη εξακριβωθείσα πληροφορίαι ήτο ότι το μεγαλύτερον μέρος των Τουρκικών δυνάμεων είχε συγκεντρωθή έναντι της εξεχούσης του Αφιόν. Εξ Αγκύρας επίσης περιήρχοντο είς γνώσιν της Ελληνικής Ηγεσίας αι εκάστοτε δηλώσεις του Μουσταφά Κεμάλ, προς τους ανταποκριτάς του διεθνούς τύπου, ότι « θα ρίψη μίαν ημέραν τους Έ λληνας εις την θάλασσαν »
   Παρά τάς συχνάς ταύτας φήμας και τάς δηλώσεις του Τούρκου ηγέτου, ή επικρατήσασα ηρεμία κατά τους μήνας Ιούνιον και Ιούλιον, ενίσχυσε την αντίληψιν της Ελληνικής Διοικήσεως της Στρατιάς και των Διοικητών των Σωμάτων Στρατού, ότι δεν επρόκειτο κατά το έτος τούτο να λάβουν χώραν επιχειρήσεως.
Τοιαύτη ήτο ή κατάστασις, ότε, επί τη βάσει του καταστρωθέντος υπό των Τούρκων σχεδίου, ούτοι ανέλαβον τάς αποφασισθείσας παραπλανητικάς επίθεσεις είς τον τομέα του Μαιάνδρου, παρά το Μπουλαντάν και είς την ζώνην του Γ’ Σώματος Στρατού, πέρι το Μπιλετζίκ.


Η πρώτη παραπλανητική Τουρκική επίθεσις εξεδηλώθη την 6 Αυγούστου 1922 εναντίον του τομέως Μπουλαντάν, τηρουμένου υπό του 31ου Συντάγματος Πεζικού, υπαγομένου είς την ΙΙ Μεραρχίαν. ‘Ο τομεύς ούτος οριζόμενος δυτικώς μέν υπό του ποταμού Φεσλίκ, ανατολικώς δε υπό του Αξάς Ντερέ, περιελάβμανε τρείς υποτομείς, του Γκιουνέι, του Τοσουνλάρ και της Ορτάντζας είς όν υπήγετο και το ομώνυμον προγεφύρωμα. Το έδαφος του τομέως ήτο γενικώς ορεινόν, εξαιρέσει του τριγώνου Τοσουνλάρ, Μπουλαντάν, Κασγενιτζέ, ως τοιούτον δε παρουσίαζε ωρισμένας διαβάσεις τάς οποίας ό εχθρός έπρεπε να χρησιμοποιήση αναγκαστικώς δία να ενεργήση κατά του τομέως.
Ό ποταμός Μαίανδρος, όστις απετέλει το νότιον όριον του τομέως, παρείχεν είς τους Τούρκους πολλούς πόρους, λόγω δε της θερινής εποχής είχε καταστή διαβατός είς πλείστα άλλα σημεία. Την διοίκησιν του τομέως είχεν ό Διοικητής του 31ου Συντάγματος Πεζικού Αντισυνταγματάρχης Μαυροσκόπης Γεώργιος, με έδραν το Μπουλαντάν, όστις διέθετεν επί πλέον μίαν ανεξάρτητον ορειβατικήν πυροβολαρχίαν των 75,την 7ην Βαρείαν Πυροβολαρχίαν των 120, το 1 ‘Ορεινόν Χειρουργείον της Στρατιάς και τον Σταθμόν ‘Εφοδιασμού Ορτάντζας.
      Είς την Ορταντζαν διέμενον πλείστοι αξιωματικοί, εγκατεστημένοι μετά των οικογενειών των, διαβιούντες με το συναίσθημα της ασφαλείας και με τάς έξεις της έν ειρήνη ζωής, είς απόστασιν βολής από του αντιπάλου.
    Ο υποτομεύς Ορτάντζας, εναντίον του οποίου εξεδηλώθη ή εχθρική επίθεσις, απετέλει το νοτιοδυτικόν τμήμα του τομέως Μπουλαντάν, εκτεινόμενος έξ Ανατολών προς Δυσμάς από της χαράδρας βορείως του υψοδείκτου 146, κειμένου τρία χιλιόμετρα δυτικώς Καρά Τάς, μέχρι του ποταμού Φεσλίκ, διαβατού καθ’ όλον το έτος. Ούτος κατείχετο υπό του 1/31 Τάγματος (μείον λόχος), μιάς διμοιρίας πολυβόλων, δύο πολυβόλων θέσεως και ενός ουλαμού πυροβολικού της Ανεξαρτήτου Ορειβατικής Πυροβολαρχίας των 75, υπό την διοίκησιν του Διοικητού του Τάγματος Ταγματάρχου Σπηλιοπούλου ‘Ιωάννου. Ο υποτοτομεύς περιελάμβανε δύο Κέντρα Αντιστάσεως, το της Ορτάντζας έν τη πρώτη τοποθεσία και το του Τσατάκ έν τη Δευτέρα τοιαύτη. Το έν τη πρώτη τοποθεσία Κ.Α. Ορτάντζας περιελάμβανε τρία σημεία στηρίγματος, τά του Κιζίλ Ντερέ, του προγεφυρώματος Ορτάντζας και του Φεσλίκ. Το Κ.Α. Τσατάκ έν τη Δευτέρα τοποθεσία περιελάμβανεν επίσης τρία σημεία στηρίγματος, είς Κιζίλ Ντερέ, Τσατάκ και Φεσλίκ.
         Αί δυνάμεις του υποτομέως είχον διατεθή είς άπαντα τά ανωτέρω σημεία, κατέχουσαι αραιώς το μέτωπον, πλαισιούμενον δυτικώς μέν υπό τμημάτων της Στρατιωτικής Διοικήσεως Οδεμησίου, ανατολικώς δε υπό του ΙΙ/31 Τάγματος του υποτομέως Τοσουνλάρ. Ο Σταθμός Διοικήσεως του υποτομέως ήτο είς Ορτάντζαν. Ως εφεδρεία του τομέως Μπουλαντάν ετηρείτο είς λόχος του Ι/31 τάγματος μετά ουλαμού πολυβόλων είς Μπουλαντάν.
Τά κέντρα αντιστάσεως ήσαν πλησίον αλλήλων και πολλά σημεία στηρίγματος τούτων αλληλουπεστηρίζοντο διά πυρών πεζικού, απετελούντο δε έξ έργων προστατευομένων διά μιάς σειράς συρματοπλεγμάτων. Λόγω της μικράς εφεδρείας την οποίαν διέθετεν ό τομεύς Μπουλαντάν και του εκτεταμένου του μετώπου του, υπερβαίνοντος τά εβδομήκοντα χιλιόμετρα, ή διεξαγωγή της αμύνης έν εκάστω υποτομεί προέβλεπε την ενέργειαν αντεπιθέσεων, διά των διαθεσίμων δυνάμεων αυτών. Η πιθανωτέρα διάθεσις της εφεδρείας του τομέως προεβλέπετο έν τώ υποτομεί Τοσουνλαρ.
Την 0430 της 6ης Αυγούστου 1922, Τουρκικαί δυνάμεις έξ 800 ιππέων και 600 πεζών, μετά 4 πυροβόλων, επετέθησαν κατά του προγεφυρώματος Ορτάντζας. Ταυτοχρόνως δύναμις εκατόν περίπου ατάκτων, κατελθούσα έκ των βορειοδυτικώς Ορτάντζας υψωμάτων και βοηθουμένη υπό των κατοίκων αυτής και των πέριξ χωριών, επετέθη έκ των νώτων κατά των είς ‘Ορτάντζας σταθμευόντων ‘Ελληνικών τμημάτων.
Το προγεφύρωμα Ορτάντζας κατείχετο υπό του 2/31 Λόχου, διαθέτοντος δύο πολυβόλα θέσεως και υποστηριζομένου υπό δύο διμοιριών ετέρου λόχου του ιδίου τάγματος, έξ ών ή μία επί της δεξιάς όχθης του Μαιάνδρου είς το ααριστερόν του προγεφυρώματος, ή δε ετέρα είς το δεξιόν αυτού και μέχρι Φεσλίκ Τσάι. Είς Ορτάντζαν, εστάθμευον το επιτελείον του Ι/31 Τάγματος, δυνάμεως 120 ανδρών και ή διοίκησις της ‘Ανεξαρτήτου ‘Ορειβατικής Πυροβολαρχίας, μεθ’ ενός ουλαμού και των συζυγαρχιών, συνολικής δυνάμεως 200 ανδρών περίπου.
         Μετά συμπλοκήν, διαρκέσασαν επί δύο περίπου ώρας, αί Ελληνικαί δυνάμεις του προγεφυρώματος ηναγκάσθησαν να συμπτυχθώσιν είς την δευτέραν τοποθεσίαν, επί των 800 μέτρα νοτίως του Τσατάκ υψωμάτων. Η παρά το Φεσλίκ Τσάι διμοιρία, μετά τινων ανδρών του δεξιού τμήματος του προγεφυρώματος, υπεχώρησε προς Δυσμάς, μέσω του υπό Τουρκικήν κατοχήν εδάφους, είς Χορζουνλού.
     Οί επιδραμόντες κατέλαβον την Ορτάντζαν, κυριεύσαντες πολλά λάφυρα έκ του εκεί σταθμού εφοδιασμού και αιχμαλωτίσαντες τινάς έκ των έν αυτή διαμενουσών συζύγων αξιωματικών ούτοι δεν ηδυνήθησαν όμως καθ’ όλην την ημέραν, να προχωρήσωσι βορειότερον του χωριού Σαβτζιλέρ.
    Την 0850, ό έν Μπουλαντάν Διοικητής του τομέως, ανέφερεν είς την ΙΙ Μεραρχίαν τά συμβάντα, προσθέτων ότι δεν γνωρίζει πώς εξελίσσονται τά γεγονότα, καθ’ όσον ή μεταξύ Ορτάντζας και Ναζλή τηλεφωνική γραμμή απεκόπη και είχεν απομονωθή των μαχομένων τμημάτων του, εζήτει δε την αποστολήν ενισχύσεων λόγω του εκτεταμένου του μετώπου. Συγχρόνως απέστειλε προς ενίσχυσιν του υποτομέως Ορτάντζας έκ της έν Μπουλαντάν εφεδρείας του ένα ουλαμόν πεζικού, ένα ουλαμόν πολυβόλων και το απόσπασμα σκαπανέων, διέταξε δε τον υποτομέα Τοσουνλάρ να ενισχύση διά μιάς διμοιρίας το σημείον στηρίγματος Κιζίλ Ντερέ.
       Η ΙΙ Μεραρχία, λόγω της μεγάλης αποστάσεως της εφεδρείας της από του σημείου προσβολής, απεχούσης έξ αυτού απόστασιν ισοδυναμούσαν προς τέσσαρας ημέρας πορείας, εζήτησεν από την Μεραρχίαν Ιππικού να προωθήση την είς Γκιουμπέκ επιλαρχίαν της, αντικαθισταμένην δι’ ετέρας έξ Ουσάκ, είς τον υποτομέα Γκιουνέι-Μίλτ, ένθα να αντικαταστήση τους εκεί δύο λόχους και έξ πολυβόλα του ΙΙ/31 τάγματος.  Η δύναμις αύτη, συγκεντρουμένη μετά την αντικατάστασιν, θα έσπευδε προς ενίσχυσιν του προσβληθέντος σημείου. Συγχρόνως διέταξε την υπό τον Διοικητήν του 34ου Συντάγματος Αντισυνταγματάρχην Πιτσίκαν Ιωάννην έν Σεβασλή εφεδρείαν της, όπως συγκροτήση απόσπασμα έκ του ΙΙ/34 Τάγματος και μίας ορειβατικής πυροβολαρχίας της ΙΙ β ΜΟΠ, όπερ να είναι έτοιμον να κινηθή είς πρώτην διαταγήν.
      Την 1000 διεξήχθη τηλεφωνική συνεννόησις, μεταξύ του Επιτελάρχου της ΙΙ Μεραρχίας και του Διοικητού του τομέως Μπουλαντάν, περί της στρατιωτικής καταστάσεως του υποτομέως Ορτάντζας, μετά του οποίου είχεν έν τώ μεταξύ αποκατασταθή ή τηλεφωνική επικουνωνία. Την 1100 ή ΙΙ Μεραρχία ανέφερεν είς την Στρατιάν, ήτις εζήτει πληροφορίας, ότι τά τμήματα Ορτάντζας συνεκεντρώθησαν 800 μέτρα νοτίως Τσατάκ, τά τμήματα Φεσλίκ υποχωρούσι μαχόμενα και ότι ή δυνάμις του εχθρού υπολογίζεται είς 1000 πεζούς, 1500 ιππείς και 4 πολυβόλα.
     Εν τώ μεταξύ ή Μεραρχία Ίππικού, αναθέσασα την διοίκησιν του υποτομέως Γκιουνέι είς τον Διοικητήν του 1ου Συντάγματος ‘Ιππικού, μετακίνησεν έξ Ουσάκ είς Γκιουμπέκ μίαν ίλην του 3ου Συντάγματος ‘Ιππικού, μετ’ ουλαμού πολυβόλων. ‘Ο ουλαμός ούτος διετέθη είς την Ι/1 ‘Επιλαρχίαν, ήτις κινηθείσα από της 1200 αφίκετο είς Γκιουνέι και ανέλαβαν από της 2400 την τήρησιν του εκεί υποτομέως. Η διλοχία του ΙΙΙ/31 Τάγματος εκινήθη αμέσως προς Μπουλαντάν.
     Είς τον υποτομέα Ορτάντζας επεκράτει από της 1230 ηρεμία οί Τούρκοι είχον φθάσει μέχρι Σαβτζιλέρ, μη δεικνύοντος προθέσεις ευρυτέρας ενεργείας. Μέχρι της εσπέρας αί γνωσθείσαι απώλειαι ανήρχοντο είς 10 νεκρούς οπλίτας, 9 τραυματίας, έξ ών 1 αξιωματικός και 33 αγνοουμένους, έξ ών 3 αξιωματικοί. Εκ των Τούρκων εξηκριβώθησαν 10 νεκροί. Εκ των 4 πολυβόλων του υποτομέως ‘Ορτάντζας ουδέν διεσώθη. Εκ των δύο ορειβατικών πυροβόλων το έν ηχρηστεύθη, λόγω της απωλείας του κιλλίβαντος αυτού, πεσόντος έκ του ημιόνου εφ’ ού εφέρετο κατά την υποχώρησιν εντός χαράδρας παρά το Σαβτζιλέρ……………….
Και συνεχίζεται   η περιγραφή της κατάστασης με την άφιξη ενισχύσεων,  αντεπιθέσεων και προσωρινής ανακατάληψης των τομέων που δέχθηκαν την επίθεση, όμως η αρχή του τέλους για την Ελληνική παρουσία στην Μικρά Ασία  είχε ξεκινήσει.
Η Στρατιά Μικράς Ασίας ταλαιπωρημένη και εξαπλωμένη σε μια τεράστια αχανή έκταση, με προβλήματα στον ανεφοδιασμό της, αλλά και το χειρότερο, με μια ασταθή πολιτική ηγεσία που επηρέαζε αρνητικά την ψυχολογία του στρατεύματος, δεν μπορούσε πλέον να είναι ο στυλοβάτης της μεγάλης Ιδέας.
Αναγκάστηκε σε υποχώρηση αφήνοντας πίσω την ελπίδα για την αναγέννηση  της Ιωνίας γης.
Η μελέτη  της Μικρασιατικής εκστρατείας,  ίσως θα έπρεπε για κάθε Έλληνα να αποτελεί προτεραιότητα, καθώς αποτελεί μοναδικό παράδειγμα για την δυνατότητα ενός μικρού λαού, να κατορθώσει το ακατόρθωτό, αλλά και ταυτόχρονα να το απολέσει .

                                               Χρονιά σας Πολλά

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια