Όταν ακούμε διπλωματικές δηλώσεις σε προκλητικές δηλώσεις, κατανοούμε αμέσως ότι δεν υπάρχει ίχνος στρατηγικής από πίσω και ότι το όλο θέμα είναι απλώς να παραμείνει το πρόβλημα σε επιφανειακό επίπεδο μέσω της επικοινωνιακής προσέγγισης που ασχολείται μόνο και μόνο με τις εντυπώσεις δίχως όμως να λειτουργεί σε βάθος χρόνου. Το κυπριακό δεν μπορεί να λυθεί μόνο με θετικές δηλώσεις, ακόμα κι αν αυτές υποτίθεται ότι γίνονται και από τις δύο πλευρές. Η εξάρτηση της μιας πλευράς είναι απλώς απόλυτη σε σχέση με τον μεγάλο αδελφό που μετατρέπεται σε μπαμπούλα, όταν κάποιος ξεπερνά τα όρια της παιδικής χαράς. Από την άλλη, η θέληση εντυπωσιασμού λόγω εκλογών δεν μπορεί ν’ αποτελέσει μια σωστή και ορθολογική βάση για μελλοντικές προοπτικές. Έχει, λοιπόν, σημασία ν’ αντιληφθούμε ότι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση και η κυπριακή ΑΟΖ προσφέρουν μια ανθεκτική βάση για αναζήτηση συμμαχιών στην Ανατολική Μεσόγειο λόγω των εξελίξεων. Η σπατάλη χρόνου σε ζητήματα που αποσκοπούν μόνο και μόνο επικοινωνιακούς στόχους δεν είναι μόνο μη αποτελεσματική αλλά και επικίνδυνη. Είναι απαραίτητο να προωθήσουμε τον τρίτο γύρο αδειοδότησης στα θαλάσσια οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ και μάλιστα, χωρίς ενδοιασμούς. Είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε στις δυο τριμερείς Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Αιγύπτου-Ελλάδας-Κύπρου για να έχουμε απτά αποτελέσματα στο πλαίσιο του Δικαίου της Θάλασσας και του Διεθνούς Δικαίου. Πρέπει να υποστηρίξουμε ενεργειακές συμμαχίες μεταξύ παραγωγών στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε αυτό το πλαίσιο, το υποθαλάσσιο ηλεκτρικό καλώδιο EuroAsia Interconnector και ο αγωγός φυσικού αερίου EastMed μπορούν να λειτουργήσουν καταλυτικά. Δίχως να ξεχάσουμε την κατασκευή στην Κύπρο ενός σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου που έχει τη δυνατότητα να προσφέρει εκατό χιλιάδες θέσεις εργασίας για το νησί. Έτσι βλέπουμε ότι η στρατηγική μπορεί να γίνει διπλωματική, αρκεί η διπλωματία να έχει στρατηγική.