Διαπλέοντας τον Αργοσαρωνικό με το κανό του θα επιχειρήσει ο πρωθυπουργός τις επόμενες μέρες να βρει «τι φταίει» και η περίφημη ανασύνταξη δυνάμεων ή επανεκκίνηση της κυβέρνησης όχι μόνο δεν αποδίδει, αλλά καταρρέει σε κάθε προσπάθεια.
Οι προσδοκίες που είχαν προκληθεί για μια νέα κυβερνητική σελίδα την περασμένη Παρασκευή, γκρεμίστηκαν βίαια. Κι αυτό όχι μόνο γιατί ο πρωθυπουργός αναλώθηκε σε μια ακατάσχετη φλυαρία για κυβερνητικά επιτεύγματα που ουδείς βλέπει, αλλά και επειδή το πολυαναμενόμενο μεσοπρόθεσμο σχέδιο ήταν μια έκθεση ιδεών, ένας χάρτης κρυμμένου θησαυρού, πολύ μακριά από τον διαφημισμένο οδικό χάρτη που είχε υποσχεθεί ο Γιώργος Παπανδρέου.
Οι διαφωνίες από μια σειρά υπουργών (Μπιρμπίλη, Παπουτσή, Κατσέλη, Ξενογιαννακοπούλου κ.ά.)για την ιδιωτικοποίηση δικτύων κοινής ωφέλειας (ΟΤΕ - ΔΕΗ - ΕΥΔΑΠ) σκίασαν τον πανηγυρικό ρόλο των εξαγγελιών.
Αυτό όμως που διέλυσε τις όποιες ψευδαισθήσεις ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να ξαναπεράσει στη φάση της πολιτικής πρωτοβουλίας και του καθορισμού της πολιτικής ατζέντας ήταν η συνέντευξη του Κώστα Σημίτη στο «Βήμα» και τα όσα περί αναδιάρθρωσης είπε.
Και επειδή δεν είναι τυχαίο όλα αυτά να τα εκστομίζει ένας πρώην πρωθυπουργός και μάλιστα με το κύρος που διαθέτει στην Ευρώπη, η άποψη του έπεσε σαν βόμβα σε μια στιγμή όπου ο «κλοιός» της αναγκαστικής αναδιάρθρωσης συνεχώς έσφιγγε γύρω από την κυβέρνηση.
Το Μέγαρο Μαξίμου άρχισε να διαρρέει την έντονη δυσαρέσκειά του, αλλά επισήμως δεν έγινε κανένα σχόλιο για τη θέση αυτή, προκειμένου να μην τροφοδοτηθεί μια σύγκρουση με τον πρώην πρωθυπουργό, ενώ είναι δεδομένη η πλήρης ανυπαρξία σχέσεων μεταξύ Παπανδρέου και Σημίτη. Οι λόγοι που επέβαλαν στον Σημίτη να βγει δημόσια να καταθέσει την πρόταση για αναδιάρθρωση, όταν ακόμα και ο ίδιος παραδέχεται ότι τέτοιες συζητήσεις δεν μπορούν να γίνονται δημόσια, δεν μπορούν εύκολα να απαντηθούν.
Πολλοί είναι αυτοί που επιχείρησαν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα τι είναι αυτό που «έσπρωξε» τον πρωθυπουργό σ’ αυτήν την κατεύθυνση. Και το ερώτημα έγινε ακόμα πιο δραματικό, μετά την αποκάλυψη από το «Έθνος» ότι ο Κ. Σημίτης είχε δει στο γραφείο του πριν από μερικές εβδομάδες το «πολιτικό» του παιδί, τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, συζήτησαν εφ’ όλης της οικονομικής ύλης, αλλά καμία νύξη δεν έγινε για την ανάγκη αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους.
Σημίτης «μαινόμενος»
Έτσι, πολλά κυβερνητικά στελέχη αναρωτιούνται πώς μπήκε ο πρώην πρωθυπουργός σε μια συζήτηση που εμφανώς στριμώχνει στον τοίχο την κυβέρνηση. Και σημειώνουν ειδικά ότι το έκανε το Σαββατοκύριακο που η κυβέρνηση επιχείρησε επανεκκίνηση μέσα στην «πολιορκία» ξένων παραγόντων για αναδιάρθρωση.
Πολλές είναι οι εξηγήσεις που δίνουν στο παρασκήνιο κυβερνητικά στελέχη για την κίνηση αυτή και παραθέτουμε τις σημαντικότερες:
♦ Ήθελε να εγγράψει πολιτική παρακαταθήκη, ότι κατέθεσε εγκαίρως τη μόνη πρόταση που μπορεί να αντιμετωπίσει το δημόσιο χρέος, χωρίς να χρεοκοπήσει η χώρα. Άλλωστε ο ίδιος δεν κρύβει ότι είναι ο πρώτος και ο μοναδικός ίσως Έλληνας πολιτικός που ήδη από το 2008 (στη συζήτηση του προϋπολογισμού) είχε προειδοποιήσει ότι η χώρα οδεύει ολοταχώς στην αγκαλιά το υ Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η κίνηση αυτή μπορεί να φέρει σε δύσκολη θέση παλιούς του συνεργάτες, σημερινούς υπουργούς και το κόμμα που τον ανέδειξε πρωθυπουργό, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υστεροφημία του.
♦ Απαντά έμμεσα με την κίνηση αυτή στην κριτική που του γίνεται για τη δική του οκταετία και την τότε διόγκωση του δημόσιου χρέους, αλλά και τις οικονομικές αστοχίες του, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν τρόποι τιθάσευσης του χρέους και ελέγχου του. Έμμεσα, λένε όσοι ξέρουν το παρασκήνιο, απαντά με τον ανάλογο τρόπο στον Θόδωρο Πάγκαλο που απαξίωσε πλήρως τη δεύτερη τετραετία Σημίτη, οριοθετώντας σ’ εκείνη τη φάση την απαρχή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα.
♦ Επιχειρεί να δείξει τον δρόμο της επανασυσπείρωσης και επανεμφάνισης του εκσυγχρονιστικού μπλοκ του ΠΑΣΟΚ, αφού πολλά στελέχη του βρίσκονται εκτός κυβερνητικής και κομματικής εξουσίας, ασφυκτιούν και επιχειρούν να διατυπώσουν διαφορετική άποψη. Μάλιστα υπάρχουν στελέχη που συμφωνούν με την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της χώρας και διατύπωσαν αυτή τη θέση πριν από τον Κ. Σημίτη, όπωςο Mίμης Ανδρουλάκης, ο Έκτωρ Νασιώκας και ο Πάρις Κουκουλόπουλος. Η Βάσω Παπανδρέουείναι διαφορετική περίπτωση, αφού οι σχέσεις της με τον κ. Σημίτη έχουν διαρραγεί από τη σύγκρουση του 2007 για την ηγεσία του κόμματος, όταν στήριξε δυναμικά τον Γ. Παπανδρέου, σε αντίθεση με τον Κώστα Σημίτη που κατηύθυνε τον μηχανισμό του προς τον Β. Βενιζέλο.
Το μεγάλο ζήτημα όμως είναι ότι άλλοτε στενοί συνεργάτες του Κ. Σημίτη, όπως ο Νίκος Χριστουδουλάκης ή ο Γιάννης Στουρνάρας, διαφωνούν πλήρως με την ιδέα της αναδιάρθρωσης και βγήκαν απέναντι στον πρώην πρωθυπουργό, και μάλιστα με σφοδρό αντίλογο. Κανείς δε δεν κατάλαβε γιατί ήταν τόσο φουρκισμένος εναντίον του Κ. Σημίτη (που τον έβαλε στο ΠΑΣΟΚ) ο υφυπουργός Μεταφορών και Υποδομών Σπύρος Βούγιας, που τον παρομοίασε με Ρωμαίο αυτοκράτορα που είναι στην αρένα και παρακολουθεί τα λιοντάρια να κατασπαράσσουν τους χριστιανούς.
Ήπια στάση
Επίσημα η κυβέρνηση αντέδρασε αρχικά εξαιρετικά ήπια στις δηλώσεις Σημίτη κι αν εξαιρέσει κανείς ένα μάλλον αμήχανο σχόλιο του υπουργού Περιφερειακής Ανάπτυξης Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, πρωτοκλασάτοι υπουργοί δεν σχολίασαν τίποτα, ενώ και το γραφείο του Γ. Παπανδρέου αρκέστηκε στην έκφραση σφοδρής ενόχλησης για τη συνέντευξη του πρώην πρωθυπουργού, με τον Παύλο Γερουλάνο να σημειώνει ότι απορεί με την απόφαση του Κ. Σημίτη να εξαντλήσει έτσι το πολιτικό του κεφάλαιο.
Αυτό όμως που επισημαίνουν οι συνεργάτες του πρωθυπουργού, είναι ότι επικοινωνιακά το Mεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα δεν είχε την ανταπόκριση που περίμεναν και επισημαίνουν ότι δεν ευθύνεται μόνο η πίεση των κερδοσκόπων που ποντάρουν στη χρεοκοπία της χώρας και πυροδότησαν τα σενάρια αναδιάρθρωσης και τους Γερμανούς που κάνουν πολιτικό παιχνίδι με το μέλλον της ευρωζώνης και της χώρας μας, αλλά και η καταστροφολογία των Μέσων Ενημέρωσης που δεν πρόβαλαν όπως πρέπει τα μέτρα, εμμένοντας ότι ήταν μια έκθεση ιδεών. Μάλιστα επισημαίνουν ότι προβλήθηκαν περισσότερο οι ενστάσεις των υπουργών, αλλά και οι βολές των βουλευτών και των μελών στο Πολιτικό Συμβούλιο από το ίδιο το πλαίσιο του Mεσοπρόθεσμου Προγράμματος.
Παλιά κοινοβουλευτικά στελέχη όμως τονίζουν ότι σ’ αυτή τη φάση αυτό που αναδείχτηκε περίτρανα είναι πως η κυβέρνηση βρίσκεται τραγικά απομονωμένη, σφυροκοπείται ανελέητα και δείχνει έλλειψη βούλησης, συγκέντρωσης, δυναμικής αλλά και κατεύθυνσης. Ακόμα και υπουργοί τονίζουν ότι είναι η πρώτη φορά που βλέπουν τον πρωθυπουργό αποσταθεροποιημένο και χωρίς αποθέματα αισιοδοξίας. Η υποδοχή του Mεσοπρόθεσμου Προγράμματος απέδειξε ότι υπάρχουν υπουργοί που όχι απλώς διαφωνούν με προτάσεις του προγράμματος αλλά και με την εμμονή στη συγκεκριμένη πορεία, ενώ πιο σφοδρές ενστάσεις διατυπώνουν και βουλευτές και υψηλόβαθμα κομματικά στελέχη. Τόσο η αναδιάρθρωση όσο και η επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου είναι δύο προτάσεις που συγκεντρώνουν την αποδοχή πια πολλών εντός του ΠΑΣΟΚ, και στο σημείο αυτό συναντιούνται με τη Ν.Δ. που έχει επικεντρώσει τη ρητορική της στο δεύτερο σημείο, ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμό διατυπώνουν τέτοιες προτάσεις. Τα αποθέματα στήριξης στην πολιτική Παπακωνσταντίνου τελειώνουν μέρα με τη μέρα εντός του ΠΑΣΟΚ, τονίζει στο «Π» πρωτοκλασάτος υπουργός, που δεν κρύβει τον προβληματισμό του για την πορεία της κυβέρνησης. Με δεδομένα δε τα τραγικά αποτελέσματα του υπουργείου Οικονομικών στη συλλογή εσόδων, την ύφεση που κλιμακώνεται, την ανεργία που πολλαπλασιάζεται με φρενήρη ρυθμό και τις συνεχείς αστοχίες στις προβλέψεις του μνημονίου, η υπομονή κόμματος και Κοινοβουλευτικής Ομάδας έχει εξαντληθεί, ενώ η καταστροφική εικόνα των δημοσκοπήσεων έχει δημιουργήσει συνθήκες μεγάλης έντασης. Μια ένταση που δεν αναμένεται να εκδηλωθεί στην ψηφοφορία για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα στα μέσα Ιουνίου. Κι αυτό γιατί ενδεχόμενες διαρροές μπορεί να προκαλέσουν *^. πολιτική κρίση και προσφυγή σε εκλογές, ωστόσο μπορεί να τροφοδοτούν συνεχώς την γκρίνια και τις διαφοροποιήσεις που λειτουργούν αποσυσπειρωτικά και διαβρωτικά σε μια περίοδο που η ενότητα και η κοινή στόχευση είναι το ζητούμενο.
Συνεργάτες του πρωθυπουργού εκτιμούν ότι, αν δεν βρεθεί ένας τρόπος να διασκεδαστούν οι αγωνίες και οι ανησυχίες του πολιτικού προσωπικού του ΠΑΣΟΚ για την πορεία αντιμετώπισης της κρίσης, ενδεχομένως να δημιουργηθεί ένα μεγάλο μπλοκ που θα υψώσει το ανάστημά του απαιτώντας αλλαγή πλεύσης. Κι αυτό θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανακοπεί.
Ενόχληση
Με γνώμονα την παραπάνω σκέψη, συνεργάτες του πρωθυπουργού δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους από τη διανομή από τον Β. Βενιζέλο με non paper (ανεπίσημο και ανυπόγραφο) κειμένου με όσα είπε στο Υπουργικό Συμβούλιο, στο οποίο υπήρχαν απόψεις που δεν ειπώθηκαν στη συνεδρίαση. Η σπουδή Βενιζέλου να κατοχυρώσει την κατάθεση εναλλακτικής οικονομικής και πολιτικής φόρμουλας εντός της κυβέρνησης, παρακολουθείται στενά από το γραφείο Παπανδρέου. Ο Β. Βενιζέλος δημόσια δεν κάνει πολύ θόρυβο, δεν διατυπώνει διαφορετικές απόψεις από την κυβερνητική γραμμή, αποφεύγει να κρίνει τις κινήσεις συναδέλφων του, αλλά επιχειρεί συστηματικά να προβάλλει τη διακριτή του θέση εντός του συστήματος εξουσίας.
Και στις κλειστές συσκέψεις, όπου καλείται συχνά, λειτουργεί υποστηρικτικά και συμβουλευτικά προς τον πρωθυπουργό. Ωστόσο πολλοί στο ΠΑΣΟΚ εκτιμούν ότι τελευταία έμμεσα επιχειρεί συστηματικά να στείλει μήνυμα ότι «αυτός μπορεί καλύτερα από τον Παπακωνσταντίνου, ενδεχομένως και τον Παπανδρέου».
Ο υπουργός Άμυνας, από την πλευρά του, βλέπει με μεγάλη καχυποψία τον έτερο «διακριτό» νομιμόφρονα της κυβέρνησης Ανδρέα Λοβέρδο, γνωρίζοντας ότι και οι δύο μπορεί ανά πάσα στιγμή να κληθούν να εκφράσουν ένα διογκούμενο κίνημα βουλευτών και στελεχών.
Σ’ αυτούς του δύο άλλωστε επενδύουν και πολλά μεσαία στελέχη, αφού αποδείχθηκε και στην πράξη ότι σ’ αυτή τη φάση δεν υπάρχει κάποιο πρωτοκλασσάτο στέλεχος εκτός κυβέρνησης που να μπορεί να βγει πιο μπροστά από τους υπόλοιπους. Όλα αυτά λοιπόν, κινήσεις, υπολογισμοί αλλά και εκτιμήσεις, δεν περνούν απαρατήρητα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Πολλοί επιμένουν ακόμα και τώρα ότι δεν έχει πει ακόμα την τελευταία λέξη του.
Ανασχηματισμός ή παραλυτική ισορροπία;
Ο ανασχηματισμός είναι το πρώτο μεγάλο σχέδιο για επανεκκίνηση της κυβέρνησης μετά το Πάσχα, αφού όλα τα άλλα επικοινωνιακά «μαντζούνια» δοκιμάστηκαν και απέτυχαν.
Κανείς δεν γνωρίζει αν θα επικεντρώνεται μόνο στο πρόσωπο του Γιώργου Παπακωνσταντίνου και στην εκκαθάριση μερικών υφυπουργών ή θα θελήσει να δώσει ένα πιο φιλολαϊκό και ΠΑΣΟΚ προφίλ στην κυβέρνηση με απομάκρυνση προσωπικών του συνεργατών, όπως του εισηγούνται κάποιοι. Η αλήθεια είναι ότι η απίστευτη κατρακύλα στις δημοσκοπήσεις και η πλήρης αποσυσπείρωση των οπαδών του κόμματος προβληματίζει έντονα τόσο τον ίδιο τον πρωθυπουργό όσο και τους συνεργάτες του. Η ισορροπία μεταξύ της σκληρής μεταρρυθμιστικής ατζέντας χωρίς υπολογισμό πολιτικού κόστους και της φιλολαϊκής ρητορικής που θυμίζει ΠΑΣΟΚ θεωρείται από πολλούς παραλυτική. Ο πρωθυπουργός σ’ αυτή τη φάση μοιάζει να κρατάει ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο αντίρροπων δυνάμεων, αλλά, όπως επισημαίνουν πολλοί, οι αντοχές του ελαχιστοποιούνται. Το ερώτημα είναι αν επιτέλους θα αποφασίσει προς τα πού θέλει να πάει και αν προσαρμόσει και το κυβερνητικό σχήμα σ’ αυτήν την κατεύθυνση.
Στο μεταξύ, οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες επιμένουν ότι το κυβερνητικό σχήμα είναι μεγάλο και χαοτικό. Ο πρωθυπουργός υποτίθεται ότι αποφάσισε τον Σεπτέμβριο να «ξεχειλώσει» την κυβέρνηση με αναπληρωτές υπουργούς και υφυπουργούς επειδή η δημόσια διοίκηση είναι σε κακά χάλια και υποτίθεται ότι τα πολιτικά στελέχη θα βοηθούσαν τους υπουργούς στο έργο τους. Η πραγματικότητα είναι ότι από τον ανασχηματισμό και μετά η κυβέρνηση δείχνει ακόμα πιο ασυντόνιστη και άρρυθμη. Ο Γ. Παπανδρέου έχει δοκιμάσει πολλά και διαφορετικά σχήματα και λειτουργίες, με συνεχείς άτυπες συνεδριάσεις διάφορων οργάνων, με εναλλασσόμενες συνθέσεις, χωρίς σχετικό αποτέλεσμα. Ο ίδιος πέρασε από μια προεδρικού τύπου και αφ’ υψηλού διαχείριση των θεμάτων στη λογιστικού τύπου δουλειά του Κώστα Σημίτη, χωρίς μέχρι τώρα αποτέλεσμα. Το «ασανσέρ» αξιοποίησης συνεργατών του υπουργών συνεχίζεται. Για πόσο ακόμα;
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου