Ο Νασρεντίν καθόταν στην όχθη ενός ποταμού, όταν κάποιος που βρισκόταν στην άλλη όχθη του φώναξε:
- Έι! Πως θα έρθω απέναντι;
- Μα είσαι απέναντι, του απάντησε ο Νασρεντίν.
- Έι! Πως θα έρθω απέναντι;
- Μα είσαι απέναντι, του απάντησε ο Νασρεντίν.
Σε μια συνάντηση ρώτησε κάποιος τον Νασρεντίν:
- Πόσων χρονών είσαι Χότζα;
- Πενήντα, απάντησε εκείνος.
- Το ίδιο μου είπες και πριν δυο χρόνια που συναντηθήκαμε και σε ξαναρώτησα.
- Ναι, είμαι πάντα σταθερός στις απόψεις μου.
- Πόσων χρονών είσαι Χότζα;
- Πενήντα, απάντησε εκείνος.
- Το ίδιο μου είπες και πριν δυο χρόνια που συναντηθήκαμε και σε ξαναρώτησα.
- Ναι, είμαι πάντα σταθερός στις απόψεις μου.
Ο Νασρεντίν είχε στήσει έναν πρόχειρο πάγκο με μια επιγραφή που έγραφε: «Δίνω απαντήσεις για 2 οποιεσδήποτε ερωτήσεις, μόνο για 100 ασημένια νομίσματα».
Ένας άντρας που ήθελε να κάνει ερωτήσεις, πήγε τότε στον πάγκο και του έδωσε τα 100 ασημένια νομίσματα, λέγοντας:
- 100 ασημένια νομίσματα, για 2 μόνο ερωτήσεις, είναι λίγο ακριβά, δεν νομίζεις;
Και η απάντηση του Νασρεντίν:
- Είναι. Η επόμενη ερώτηση παρακαλώ;
Ένας άντρας που ήθελε να κάνει ερωτήσεις, πήγε τότε στον πάγκο και του έδωσε τα 100 ασημένια νομίσματα, λέγοντας:
- 100 ασημένια νομίσματα, για 2 μόνο ερωτήσεις, είναι λίγο ακριβά, δεν νομίζεις;
Και η απάντηση του Νασρεντίν:
- Είναι. Η επόμενη ερώτηση παρακαλώ;
Ο Νασρεντίν βρέθηκε κάποτε σε μια γειτονική πόλη στην οποία κανείς δεν τον γνώριζε.
Αφού τέλειωσε τις δουλειές του, πριν πάρει τη στράτα του γυρισμού σκέφτηκε να πάει να κάνει ένα λουτρό στο χαμάμ της πόλης το οποίο ήταν ονομαστό.
Καθ’ ό,τι φτωχικά ντυμένος, οι υπάλληλοι δεν τον περιποιήθηκαν. Δεν τον βοήθησαν να γδυθεί και να ντυθεί, του έδωσαν μια άπλυτη πετσέτα και ένα απλό σαπουνάκι και κανείς δε φρόντισε να τον τρίψει.
Όταν ο Νασρεντίν τελείωσε έδωσε στους υπαλλήλους από ένα χρυσό νόμισμα. Οι υπάλληλοι τα ‘χασαν και μετάνιωσαν για την επιπολαιότητά τους να παρασυρθούν από την εξωτερική εμφάνιση και να μην περιποιηθούν τον πελάτη τους όπως του έπρεπε.
Μετά από μια εβδομάδα ο Νασρεντίν ξαναβρέθηκε στην ίδια πόλη και αφού ξεμπέρδεψε τις δουλειές του ξαναπήγε στο χαμάμ, πάντα το ίδιο φτωχικά ντυμένος.
Οι υπάλληλοι τον περιποιήθηκαν αρχοντικά. Τον βοήθησαν να γδυθεί και να ντυθεί, του έδωσαν μια πεντακάθαρη μεταξωτή πετσέτα, του πήγαν χίλιων λογιών αρωματισμένα σαπούνια, τον άλειψαν με χίλια μυρωδικά και τον έτριψαν καλά. Και όταν ο Νασρεντίν ήταν έτοιμος να φύγει έτειναν χαμογελαστοί τις παλάμες τους λαχταρώντας ένα ακόμη χρυσό νόμισμα. Ο Νασρεντίν όμως τους έδωσε από ένα χάλκινο πιάστρο.
Βλέποντας την έκπληξη ζωγραφισμένη στα μάτια τους, ο Νασρεντίν τους λέει:
- Για τη σημερινή περιποίηση σας πλήρωσα την προηγούμενη εβδομάδα. Τώρα σας πληρώνω για την προηγούμενη περιποίηση.
Αφού τέλειωσε τις δουλειές του, πριν πάρει τη στράτα του γυρισμού σκέφτηκε να πάει να κάνει ένα λουτρό στο χαμάμ της πόλης το οποίο ήταν ονομαστό.
Καθ’ ό,τι φτωχικά ντυμένος, οι υπάλληλοι δεν τον περιποιήθηκαν. Δεν τον βοήθησαν να γδυθεί και να ντυθεί, του έδωσαν μια άπλυτη πετσέτα και ένα απλό σαπουνάκι και κανείς δε φρόντισε να τον τρίψει.
Όταν ο Νασρεντίν τελείωσε έδωσε στους υπαλλήλους από ένα χρυσό νόμισμα. Οι υπάλληλοι τα ‘χασαν και μετάνιωσαν για την επιπολαιότητά τους να παρασυρθούν από την εξωτερική εμφάνιση και να μην περιποιηθούν τον πελάτη τους όπως του έπρεπε.
Μετά από μια εβδομάδα ο Νασρεντίν ξαναβρέθηκε στην ίδια πόλη και αφού ξεμπέρδεψε τις δουλειές του ξαναπήγε στο χαμάμ, πάντα το ίδιο φτωχικά ντυμένος.
Οι υπάλληλοι τον περιποιήθηκαν αρχοντικά. Τον βοήθησαν να γδυθεί και να ντυθεί, του έδωσαν μια πεντακάθαρη μεταξωτή πετσέτα, του πήγαν χίλιων λογιών αρωματισμένα σαπούνια, τον άλειψαν με χίλια μυρωδικά και τον έτριψαν καλά. Και όταν ο Νασρεντίν ήταν έτοιμος να φύγει έτειναν χαμογελαστοί τις παλάμες τους λαχταρώντας ένα ακόμη χρυσό νόμισμα. Ο Νασρεντίν όμως τους έδωσε από ένα χάλκινο πιάστρο.
Βλέποντας την έκπληξη ζωγραφισμένη στα μάτια τους, ο Νασρεντίν τους λέει:
- Για τη σημερινή περιποίηση σας πλήρωσα την προηγούμενη εβδομάδα. Τώρα σας πληρώνω για την προηγούμενη περιποίηση.
Ένας ξένος φάνηκε στην πόλη, έδειξε ένα πουγκί και είπε ότι είναι γεμάτο διαμάντια και θα τα δώσει σε όποιον του δώσει την ευτυχία. Τον στέλνουν στον Νασραντίν Χότζα.
Βρίσκει το Νασρεντίν αραχτό κάτω από ένα δέντρο, να το έχει ρίξει στον ύπνο.
- Αυτά τα διαμάντια θα τα δώσω σ΄ όποιον μου δώσει την ευτυχία, του λέει.
Ο Νασρεντίν σηκώνεται, ξεσκονίζεται, αρπάζει το πουγκί και εξαφανίζεται!
Ο πλούσιος ξεσήκωσε όλο τον κόσμο για να βρει τον κλέφτη Νασρεντίν. Τίποτα. Απογοητευμένος, επιστρέφει στο δέντρο να πάρει το άλογο να φύγει.
Εκεί, βλέπει το Νασρεντίν με προσκέφαλο την ίδια πέτρα να βρίσκεται στο επόμενο ημίχρονο του μεσημεριού. Ορμάει πάνω του, αλλά αυτός βγάζει το πουγκί και του το δίνει πίσω, λέγοντας:
- Ορίστε, η ευτυχία σου!
Βρίσκει το Νασρεντίν αραχτό κάτω από ένα δέντρο, να το έχει ρίξει στον ύπνο.
- Αυτά τα διαμάντια θα τα δώσω σ΄ όποιον μου δώσει την ευτυχία, του λέει.
Ο Νασρεντίν σηκώνεται, ξεσκονίζεται, αρπάζει το πουγκί και εξαφανίζεται!
Ο πλούσιος ξεσήκωσε όλο τον κόσμο για να βρει τον κλέφτη Νασρεντίν. Τίποτα. Απογοητευμένος, επιστρέφει στο δέντρο να πάρει το άλογο να φύγει.
Εκεί, βλέπει το Νασρεντίν με προσκέφαλο την ίδια πέτρα να βρίσκεται στο επόμενο ημίχρονο του μεσημεριού. Ορμάει πάνω του, αλλά αυτός βγάζει το πουγκί και του το δίνει πίσω, λέγοντας:
- Ορίστε, η ευτυχία σου!
Ο Νασρεντίν ερέθιζε συνεχώς τους φίλους του με την αιώνια αισιοδοξία του. Όσο άσχημη κι αν ήταν μια κατάσταση, εκείνος έλεγε πάντοτε:
- Θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι χειρότερο.
Για να τον θεραπεύσουν από αυτή του την ενοχλητική συνήθεια, οι φίλοι του αποφάσισαν να του παρουσιάσουν μια κατάσταση τόσο μαύρη, τόσο ζοφερή, που να μην μπορούσε ο Νασρεντίν να βρει καμία ελπίδα σ’ αυτήν.
Μια μέρα, ένας απ’ αυτούς τον πλησίασε στο καφενείο και του είπε:
- Νασρεντίν, άκουσες τι συνέβη στον Αλί; Χθες βράδυ, πήγε στο σπίτι του, βρήκε τη γυναίκα του στο κρεβάτι με έναν άλλο άντρα, τους σκότωσε και τους δύο κι ύστερα αυτοκτόνησε.
- Τρομερό, θα μπορούσε όμως να είχε συμβεί κάτι χειρότερο, είπε ο Νασρεντίν.
- Τι στα κομμάτια θα μπορούσε να είχε συμβεί, που να ήταν χειρότερο απ’ αυτό;
- Αν είχε συμβεί προχθές, τώρα θα μπορούσα να είμαι εγώ ο σκοτωμένος.
- Θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι χειρότερο.
Για να τον θεραπεύσουν από αυτή του την ενοχλητική συνήθεια, οι φίλοι του αποφάσισαν να του παρουσιάσουν μια κατάσταση τόσο μαύρη, τόσο ζοφερή, που να μην μπορούσε ο Νασρεντίν να βρει καμία ελπίδα σ’ αυτήν.
Μια μέρα, ένας απ’ αυτούς τον πλησίασε στο καφενείο και του είπε:
- Νασρεντίν, άκουσες τι συνέβη στον Αλί; Χθες βράδυ, πήγε στο σπίτι του, βρήκε τη γυναίκα του στο κρεβάτι με έναν άλλο άντρα, τους σκότωσε και τους δύο κι ύστερα αυτοκτόνησε.
- Τρομερό, θα μπορούσε όμως να είχε συμβεί κάτι χειρότερο, είπε ο Νασρεντίν.
- Τι στα κομμάτια θα μπορούσε να είχε συμβεί, που να ήταν χειρότερο απ’ αυτό;
- Αν είχε συμβεί προχθές, τώρα θα μπορούσα να είμαι εγώ ο σκοτωμένος.
Μια μέρα, ο βασιλιάς αποφάσισε όλοι οι υπήκοοί του να λένε την αλήθεια. Στήθηκε μια κρεμάλα έξω από τις πύλες τις πόλεις και ανακοινώθηκε ότι όποιος μπαίνει στην πόλη οφείλει να απαντήσει ειλικρινά σε μια ερώτηση που θα του γίνει.
Ο Νασρεντίν ήταν πρώτος. Ο λοχαγός της φρουράς τον ρώτησε:
- Που πας; Πες την αλήθεια αλλιώς θα εκτελεστείς.
- Πάω να πεθάνω στην κρεμάλα, είπε ο Νασρεντίν.
- Δεν σε πιστεύω.
- Πολύ καλά, αν σου είπα ψέματα να με κρεμάσεις!
- Ναι, αλλά τότε θα είχες πει την αλήθεια!
- Ακριβώς. Την δική σου αλήθεια.
Ο Νασρεντίν ήταν πρώτος. Ο λοχαγός της φρουράς τον ρώτησε:
- Που πας; Πες την αλήθεια αλλιώς θα εκτελεστείς.
- Πάω να πεθάνω στην κρεμάλα, είπε ο Νασρεντίν.
- Δεν σε πιστεύω.
- Πολύ καλά, αν σου είπα ψέματα να με κρεμάσεις!
- Ναι, αλλά τότε θα είχες πει την αλήθεια!
- Ακριβώς. Την δική σου αλήθεια.
Ο Νασρεντίν αποφάσισε ένα ηλιόλουστο πρωινό να κάνει έναν όμορφο περίπατο κατά την θάλασσα. Καθώς πλησίαζε στη προκυμαία άκουσε φωνές και είδε πολύ κόσμο συγκεντρωμένο να χειρονομεί και να τρέχει πάνω κάτω. Πλησίασε πιο κοντά και είδε έναν άνθρωπο που είχε πέσει κατά λάθος στο νερό. Όπως δεν ήξερε κολύμπι, κτυπούσε πανικόβλητος χέρια και πόδια, χανόταν μέσα στο κύματα και όποτε κατόρθωνε να βγάλει λίγο το κεφάλι του καλούσε μισοπνιγμένος σε βοήθεια.
Οι άνθρωποι έσκυβαν όσο μπορούσαν πάνω από το νερό και του φώναζαν:
- Δώσε μας το χέρι σου! Δώσε μας το χέρι σου!
Τίποτα αυτός! Σαν να ήταν κουφός συνέχιζε να χτυπιέται. Οι άνθρωποι όλο και πλήθαιναν γύρω του και του φώναζαν όλο και πιο δυνατά:
- Βρε άνθρωπε, δεν ακούς; Δώσε μας το χέρι σου! Θα πνιγείς!
Τίποτα αυτός.
Οι άνθρωποι έσκυβαν όσο μπορούσαν πάνω από το νερό και του φώναζαν:
- Δώσε μας το χέρι σου! Δώσε μας το χέρι σου!
Τίποτα αυτός! Σαν να ήταν κουφός συνέχιζε να χτυπιέται. Οι άνθρωποι όλο και πλήθαιναν γύρω του και του φώναζαν όλο και πιο δυνατά:
- Βρε άνθρωπε, δεν ακούς; Δώσε μας το χέρι σου! Θα πνιγείς!
Τίποτα αυτός.
Κάποια στιγμή, μέσα στο πανικό και την αγωνία που επικρατούσε, επειδή κανείς δεν ήθελε να πνιγεί ο άνθρωπος αυτός, αλλά και κανείς δε μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο, κάποιος πήρε είδηση τον Νασρεντίν που παρακολουθούσε ατάραχος τη σκηνή.
Να ο Χότζας, αναφώνησε το πλήθος. Κάντε χώρο να κάνει κάτι. Σίγουρα θα ξέρει αυτός τι να κάνει, σαν άνθρωπος του Θεού που είναι.
Αμέσως τότε όλοι έκαναν χώρο και ο Νασρεντίν έσκυψε στο νερό και κάτι είπε σιγανά στον μισοπνιγμένο. Αμέσως τότε εκείνος έδωσε το χέρι του και ο Νασρεντίν το έπιασε και τον έσυρε έξω.
Να ο Χότζας, αναφώνησε το πλήθος. Κάντε χώρο να κάνει κάτι. Σίγουρα θα ξέρει αυτός τι να κάνει, σαν άνθρωπος του Θεού που είναι.
Αμέσως τότε όλοι έκαναν χώρο και ο Νασρεντίν έσκυψε στο νερό και κάτι είπε σιγανά στον μισοπνιγμένο. Αμέσως τότε εκείνος έδωσε το χέρι του και ο Νασρεντίν το έπιασε και τον έσυρε έξω.
Οι άνθρωποι έμειναν τότε με ανοιχτό το στόμα.
- Βρε, είπαν! Βρε Χότζα μας, καλέ μας Χότζα, τι του είπες του ανθρώπου και σου έδωσε το χέρι σου; Εδώ τόση ώρα εμείς του φωνάζουμε να μας δώσει το χέρι του και δε το έκανε. Τώρα γιατί άκουσε εσένα και όχι εμάς;
- Εγώ δε του είπα να μου δώσει το χέρι του, απάντησε ήρεμα ο Χότζας.
- Τι του είπες λοιπόν, ρώτησαν οι άνθρωποι περίεργοι.
- Εγώ του είπα «πάρε το χέρι μου», είπε ο Νασρεντίν.
- Βρε, είπαν! Βρε Χότζα μας, καλέ μας Χότζα, τι του είπες του ανθρώπου και σου έδωσε το χέρι σου; Εδώ τόση ώρα εμείς του φωνάζουμε να μας δώσει το χέρι του και δε το έκανε. Τώρα γιατί άκουσε εσένα και όχι εμάς;
- Εγώ δε του είπα να μου δώσει το χέρι του, απάντησε ήρεμα ο Χότζας.
- Τι του είπες λοιπόν, ρώτησαν οι άνθρωποι περίεργοι.
- Εγώ του είπα «πάρε το χέρι μου», είπε ο Νασρεντίν.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.pare-dose.net/?p=2642#ixzz1KSxZDzJy
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου