Όσοι δεν έχουν διαβάσει το Αρχιπέλαγος του Γκουλάγκ, μπορεί να μην ξέρουν ότι δεν υπάρχει καμιά διαφορά μεταξύ ναζιστικού και κομμουνιστικού καθεστώτος και συνεχίζουν με αθώο τρόπο να πιστεύουν ότι δεν έχουν καθόλου σχέση, ακόμα κι αν έχουν υπογράψει μια συνθήκη μεταξύ τους. Το τραγικό λάθος αυτής της περίπτωσης είναι ότι έχουμε ακόμα και τώρα επεκτάσεις λόγω αυτής της σύγχυσης και βλέπουμε στις δημοκρατικές χώρες εκπροσώπους να εκλέγονται και να χειραγωγούν τη νεολαία, που δεν έχει ιστορικό υπόβαθρο, με τα εργαλεία της ίδιας προπαγάνδας, χωρίς καμιά αντίσταση. Οι επιπτώσεις φαίνονται ακόμα και στα κράτη του Ελληνισμού όπου οι άνθρωποι, που δεν έζησαν ποτέ τις περίφημες δίκες του απαράδεκτου, πιστεύουν σε μια αλλαγή που είναι κενή όσον αφορά στο περιεχόμενο. Έτσι βλέπουμε ότι ένας παλαιωμένος λόγος έχει αντίκτυπο πάνω σε αθώους ή σε άλλα άτομα που έχουν τη νοσταλγία αυτών των καθεστώτων, γιατί τότε είχαν δουλειά. Ξεχνούν, βέβαια, ότι ένας εξωτερικός παρατηρητής θα τους έβλεπε ως σκλάβους σε πλαίσιο δουλείας μόνο και τίποτα άλλο. Όμως, η προπαγάνδα λειτουργεί λόγω της ρητορικής που είναι πάντα πιο αποτελεσματική από τη μαιευτική πάνω σε μεγάλες μάζες. Σε βάθος χρόνου, όμως, ο λαός κατανοεί ότι δεν υπάρχει μέλλον σε αυτό το πλαίσιο, γιατί έχει αποκοπεί από την πραγματικότητα και είναι ανίκανος να τη διαχειριστεί ακόμα κι όταν έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Διότι το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να οργανώσει μια γενοκτονία και τίποτα άλλο, δίχως να την αναγνωρίσει βέβαια, αφού η λέξη δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του.