Της Σοφίας Βούλτεψη
Μοιάζει με σύγκρουση νοοτροπιών, αλλά μην ξεγελαστείτε. Για σύγκρουση ρόλων πρόκειται. Ο λόγος για το θέατρο που παίζεται αυτές τις μέρες στη Βουλή, με τους υπουργούς να υπερασπίζονται τις «μεταρρυθμίσεις» και τους βουλευτές της συμπολίτευσης (για την αντιπολίτευση ο ρόλος είναι εύκολος, πρίμα βίστα, που λέμε) να εξεγείρονται κατά συγκεκριμένων ρυθμίσεων.
Συνέβη με το νομοσχέδιο της κ. Μπιρμπίλη, όταν (προχθές) η διάταξη για αύξηση του ορίου οικοδόμησης σε περιοχές χαρακτηρισμένες NATURA από πέντε σε δέκα στρέμματα, απεσύρθη άρον-άρον υπό τα πυρά βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι (Νατούρα ξε-νατούρα) μπορούν τώρα να πάνε το σαββατοκύριακο στις περιφέρειές τους, ήσυχοι ότι έπραξαν το καθήκον τους. Απέναντι στους ψηφοφόρους τους, βέβαια, και όχι απέναντι στη φύση.
Συνέβη και χθες, κατά την συζήτηση του πολυνομοσχεδίου για την Υγεία, στη διάρκεια της οποίας ο υπουργός Υγείας Α. Λοβέρδος μίλησε για «Βουλή των Συντεχνιών». Εννοώντας προφανώς ότι τα μέλη του Κοινοβουλίου εξαρτώνται από τους διάφορους κλάδους εργαζομένων, λόγω του μεγάλου όγκου ψήφων που έχουν στην κατοχή τους. Και επομένως, συμφωνούν με ό, τι λένε και
επιδιώκουν οι «συντεχνίες», χαϊδεύοντάς τους τα αυτιά και λέγοντας αυτά που θέλουν να ακούνε.
Καινούργιο; Όχι, βέβαια. Παλιό όσο ο (ελληνικός, ου μην αλλά και ο τουρκικός εποχής σουλτάνων) κόσμος. Το γνωρίζει αυτό πολύ καλά και ο κ. Λοβέρδος. Όπως επίσης γνωρίζει πως σ’ αυτές τις συντεχνίες στηρίχθηκε και η εκλογική νίκη του κόμματός του – επομένως και οι δικές του (έστω και ηλεκτρικές) υπουργικές καρέκλες.
«Η χειρότερη συντεχνία είναι αυτή των υπουργών», απάντησε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Κ. Μαρκόπουλος. Καινούργιο; Όχι βέβαια. Παλιό όσο ο (ελληνικός, ου μην αλλά και τουρκικός από εποχής βεζίρηδων) κόσμος. Το γνωρίζει πολύ καλά και ο κ. Μαρκόπουλος. Όπως επίσης γνωρίζει πως όσοι εκλεκτοί κατορθώνουν να μπουν στον περιούσιο κόσμο της «συντεχνίας υπουργών», έχει την εκλογή στο τσεπάκι του. Ακριβώς επειδή μπορεί καλύτερα να ευνοήσει, μοιράζοντας χρήμα, επιδόματα και ρουσφέτια, τις συντεχνίες των κοινών θνητών και να εξασφαλίσει τις τόσο χρήσιμες ψήφους των «παρακατιανών».
Είναι ή δεν είναι, λοιπόν, θέατρο αυτό που παίζεται στην κεντρική σκηνή της Ολομέλειας και στις «μικρές σκηνές» των Επιτροπών; Και μάλιστα σκιών;
Και είναι εξαιρετικά λυπηρό, ενώ έχουμε φθάσει στο σημερινό άθλιο χάλι, αυτή η κακοπαιγμένη παράσταση να συνεχίζεται, την ώρα που είναι βέβαιο πως αν οι ρόλοι ήσαν αντίστροφοι, αντίστροφες θα ήσαν και οι εκατέρωθεν κατηγορίες.
Ναι, αλλά το θέατρο αυτό κάπου βασίζεται. Πού; Μα στους θεατές του. Βέβαια, το ακροατήριο μειώνεται σταθερά, αν κρίνουμε από τα τεράστια ποσοστά αποχής των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων.
Αλλά όποιος δίνει μια δημαγωγική παράσταση δεν φιλοδοξεί να έχει στο πλευρό του το σύνολο του κοινού, συμπεριλαμβανομένων και των μη θεατρόφιλων ή αυτών που προτιμούν το ποιοτικό θέατρο. Την δική του αίθουσα θέλει να γεμίζει. Του αρκεί να κόβει τόσα εισιτήρια, όσα και τα καθίσματά του θεάτρου του.
Σε αντίθεση μάλιστα με τους ιμπρεσάριους των πραγματικών θεάτρων, οι δημαγωγοί είναι σίγουροι ότι ενώπιον κενών καθισμάτων δεν θα βρεθούν ποτέ. Πάντα θα βρίσκονται εκείνοι που θα χειροκροτούν τις κακές παραστάσεις – από ανάγκη ή από υποχρέωση ή από σκόπιμα καλλιεργημένες ελπίδες για ατομικές εξυπηρετήσεις.
Άλλωστε, τέτοιου είδους παραστάσεις δεν δίνουν μόνο οι μεγάλοι θίασοι. Τα αχνάρια τους ακολουθούν και οι μικροί, που είτε ενστερνίζονται το «κάτω το κάτω», είτε αποφασίζουν με βάση την ανάγκη να διαφοροποιούνται από τους «μεγάλους».
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η κοινή γνώμη δεν έχει καταφέρει να κατανοήσει ποιος έχει δίκιο. Μεγάλη επιτυχία αυτό – και του πολιτικού συστήματος και των συνδικαλιστών και των μέσων ενημέρωσης.
Η κοινωνία ταλαιπωρείται καιρό τώρα από απεργιακές κινητοποιήσεις, αλλά δεν στάθηκε ούτε μία φορά δυνατόν να ακουστούν με νηφαλιότητα όλες οι γνώμες, να αναλυθούν σημείο προς σημείο οι διαφωνίες, να καταλάβουμε, βρε αδελφέ, ποιο είναι πράγματι το καλύτερο.
Στη Βουλή και στην τηλεόραση παρακολουθήσαμε μονολόγους, φωνές, ειρωνείες, ύβρεις, κατηγορίες. Τα πάντα εκτός από συγκεκριμένα επιχειρήματα. Ακριβώς όπως όταν βγαίνεις από μια κακή παράσταση, με ατάλαντους ηθοποιούς και κλαις τα λεφτά που έδωσες για το εισιτήριο.
Μόνο που το εισιτήριο που πληρώνει ο κόσμος για την συγκεκριμένη παράσταση είναι πολύ ακριβό. Και θα γίνει ακριβότερο…
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ
Μοιάζει με σύγκρουση νοοτροπιών, αλλά μην ξεγελαστείτε. Για σύγκρουση ρόλων πρόκειται. Ο λόγος για το θέατρο που παίζεται αυτές τις μέρες στη Βουλή, με τους υπουργούς να υπερασπίζονται τις «μεταρρυθμίσεις» και τους βουλευτές της συμπολίτευσης (για την αντιπολίτευση ο ρόλος είναι εύκολος, πρίμα βίστα, που λέμε) να εξεγείρονται κατά συγκεκριμένων ρυθμίσεων.
Συνέβη με το νομοσχέδιο της κ. Μπιρμπίλη, όταν (προχθές) η διάταξη για αύξηση του ορίου οικοδόμησης σε περιοχές χαρακτηρισμένες NATURA από πέντε σε δέκα στρέμματα, απεσύρθη άρον-άρον υπό τα πυρά βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι (Νατούρα ξε-νατούρα) μπορούν τώρα να πάνε το σαββατοκύριακο στις περιφέρειές τους, ήσυχοι ότι έπραξαν το καθήκον τους. Απέναντι στους ψηφοφόρους τους, βέβαια, και όχι απέναντι στη φύση.
Συνέβη και χθες, κατά την συζήτηση του πολυνομοσχεδίου για την Υγεία, στη διάρκεια της οποίας ο υπουργός Υγείας Α. Λοβέρδος μίλησε για «Βουλή των Συντεχνιών». Εννοώντας προφανώς ότι τα μέλη του Κοινοβουλίου εξαρτώνται από τους διάφορους κλάδους εργαζομένων, λόγω του μεγάλου όγκου ψήφων που έχουν στην κατοχή τους. Και επομένως, συμφωνούν με ό, τι λένε και
επιδιώκουν οι «συντεχνίες», χαϊδεύοντάς τους τα αυτιά και λέγοντας αυτά που θέλουν να ακούνε.
Καινούργιο; Όχι, βέβαια. Παλιό όσο ο (ελληνικός, ου μην αλλά και ο τουρκικός εποχής σουλτάνων) κόσμος. Το γνωρίζει αυτό πολύ καλά και ο κ. Λοβέρδος. Όπως επίσης γνωρίζει πως σ’ αυτές τις συντεχνίες στηρίχθηκε και η εκλογική νίκη του κόμματός του – επομένως και οι δικές του (έστω και ηλεκτρικές) υπουργικές καρέκλες.
«Η χειρότερη συντεχνία είναι αυτή των υπουργών», απάντησε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Κ. Μαρκόπουλος. Καινούργιο; Όχι βέβαια. Παλιό όσο ο (ελληνικός, ου μην αλλά και τουρκικός από εποχής βεζίρηδων) κόσμος. Το γνωρίζει πολύ καλά και ο κ. Μαρκόπουλος. Όπως επίσης γνωρίζει πως όσοι εκλεκτοί κατορθώνουν να μπουν στον περιούσιο κόσμο της «συντεχνίας υπουργών», έχει την εκλογή στο τσεπάκι του. Ακριβώς επειδή μπορεί καλύτερα να ευνοήσει, μοιράζοντας χρήμα, επιδόματα και ρουσφέτια, τις συντεχνίες των κοινών θνητών και να εξασφαλίσει τις τόσο χρήσιμες ψήφους των «παρακατιανών».
Είναι ή δεν είναι, λοιπόν, θέατρο αυτό που παίζεται στην κεντρική σκηνή της Ολομέλειας και στις «μικρές σκηνές» των Επιτροπών; Και μάλιστα σκιών;
Και είναι εξαιρετικά λυπηρό, ενώ έχουμε φθάσει στο σημερινό άθλιο χάλι, αυτή η κακοπαιγμένη παράσταση να συνεχίζεται, την ώρα που είναι βέβαιο πως αν οι ρόλοι ήσαν αντίστροφοι, αντίστροφες θα ήσαν και οι εκατέρωθεν κατηγορίες.
Ναι, αλλά το θέατρο αυτό κάπου βασίζεται. Πού; Μα στους θεατές του. Βέβαια, το ακροατήριο μειώνεται σταθερά, αν κρίνουμε από τα τεράστια ποσοστά αποχής των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων.
Αλλά όποιος δίνει μια δημαγωγική παράσταση δεν φιλοδοξεί να έχει στο πλευρό του το σύνολο του κοινού, συμπεριλαμβανομένων και των μη θεατρόφιλων ή αυτών που προτιμούν το ποιοτικό θέατρο. Την δική του αίθουσα θέλει να γεμίζει. Του αρκεί να κόβει τόσα εισιτήρια, όσα και τα καθίσματά του θεάτρου του.
Σε αντίθεση μάλιστα με τους ιμπρεσάριους των πραγματικών θεάτρων, οι δημαγωγοί είναι σίγουροι ότι ενώπιον κενών καθισμάτων δεν θα βρεθούν ποτέ. Πάντα θα βρίσκονται εκείνοι που θα χειροκροτούν τις κακές παραστάσεις – από ανάγκη ή από υποχρέωση ή από σκόπιμα καλλιεργημένες ελπίδες για ατομικές εξυπηρετήσεις.
Άλλωστε, τέτοιου είδους παραστάσεις δεν δίνουν μόνο οι μεγάλοι θίασοι. Τα αχνάρια τους ακολουθούν και οι μικροί, που είτε ενστερνίζονται το «κάτω το κάτω», είτε αποφασίζουν με βάση την ανάγκη να διαφοροποιούνται από τους «μεγάλους».
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η κοινή γνώμη δεν έχει καταφέρει να κατανοήσει ποιος έχει δίκιο. Μεγάλη επιτυχία αυτό – και του πολιτικού συστήματος και των συνδικαλιστών και των μέσων ενημέρωσης.
Η κοινωνία ταλαιπωρείται καιρό τώρα από απεργιακές κινητοποιήσεις, αλλά δεν στάθηκε ούτε μία φορά δυνατόν να ακουστούν με νηφαλιότητα όλες οι γνώμες, να αναλυθούν σημείο προς σημείο οι διαφωνίες, να καταλάβουμε, βρε αδελφέ, ποιο είναι πράγματι το καλύτερο.
Στη Βουλή και στην τηλεόραση παρακολουθήσαμε μονολόγους, φωνές, ειρωνείες, ύβρεις, κατηγορίες. Τα πάντα εκτός από συγκεκριμένα επιχειρήματα. Ακριβώς όπως όταν βγαίνεις από μια κακή παράσταση, με ατάλαντους ηθοποιούς και κλαις τα λεφτά που έδωσες για το εισιτήριο.
Μόνο που το εισιτήριο που πληρώνει ο κόσμος για την συγκεκριμένη παράσταση είναι πολύ ακριβό. Και θα γίνει ακριβότερο…
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου