ΟΜΙΛΙΑ ΝΤΟΡΑΣ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΟ


Η πρόεδρος του κινήματος Δημοκρατική Συμμαχία Ντόρα Μπακογιάννη, μίλησε σήμερα σε εκδήλωση που διοργάνωσαν στο Μόναχο, το Ερευνητικό Κέντρο Maximilianeum και η Βουλή της Βαυαρίας, με θέμα την κρίση στην Ευρώπη και την Ελλάδα.
Η Ντόρα Μπακογιάννη παρουσιάζοντας την πρόταση της Δημοκρατικής Συμμαχίας για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, τόνισε:
«Η πρόταση της «Δημοκρατικής Συμμαχίας» είναι ρεαλιστική, αναπτυξιακή και πιο δίκαιη:

-Στηρίζεται σε περισσότερη δουλειά, αντί για αύξηση της ανεργίας στην οποία θα οδηγήσει η υπέρμετρη φορολόγηση.
-Προβλέπει πρόνοια για τους οικονομικά ασθενέστερους (αύξηση στηρίγματος χαμηλοσυνταξιούχων, στήριξη μακροχρόνια ανέργων).
-Είναι δικαιότερη και περιβαλλοντικά φιλικότερη στο θέμα της ρύθμισης είσπραξης προστίμων από αυθαίρετες οικοδομές.
-Επιτυγχάνει ταχύτερη μείωση του ελλείμματος.
-Απομακρύνει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας.
-Βελτιώνει την ρευστότητα της οικονομίας.
-Περιορίζει την εκτόπιση του ιδιωτικού τομέα από τις επενδύσεις.
-Παρέχει κίνητρα για επενδύσεις και απασχόληση, καθώς μειώνει άμεσα τον φόρο των επιχειρήσεων στο 20%.
-Καταργεί την έκτακτη εισφορά στα φυσικά πρόσωπα που παραβιάζει βασικές αρχές της τίμιας φορολόγησης.
-Περιορίζει την επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας.
-Αποτελεσματικότερη δημοσιονομική προσέγγιση με μείωση του κράτους.
-Εναλλακτική πρόταση για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και τις ιδιωτικοποιήσεις.
-Πρόταση για ένα σχέδιο Μάρσαλ από την Ευρώπη για την Ελλάδα».


Ακολουθεί η ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη.

«Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που βρίσκομαι σήμερα στο Μόναχο, την πιο εμβληματική πόλη της Γερμανίας σε σχέση με τη σύγχρονη Ελλάδα.
Η πόλη αυτή, για την οποία οι Έλληνες διατηρούν μια στοργή ευεξήγητη, δεδομένων των πολιτικών, ιστορικών, καλλιτεχνικών και πνευματικών δεσμών μαζί της, θεωρώ ότι αποτελεί πάντοτε το καλύτερο γεωγραφικό σημείο σ’ ολόκληρη τη Γερμανία για να ακουστούν οι απόψεις μιας Ελληνίδας πολιτικού που εδώ σπούδασε και τελείωσε πολιτικές επιστήμες, μετά το Γερμανικό Σχολείο στην Αθήνα και το Παρίσι και που εδώ γνώρισε τον αδικοχαμένο της σύζυγο, που έπεσε δολοφονημένος από το χέρι τρομοκρατών.
Βρίσκομαι μπροστά σας, πιστέψτε με, διακατεχόμενη από βαθειά συγκίνηση που θα μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί σας, εδώ στο Μόναχο.
Οι σχέσεις των δύο λαών μας, αγαπητοί φίλοι, χάνονται στο βάθος του χρόνου. Αλλά, πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο, αποτυπώνονται από δύο ιστορικά γεγονότα που απέχουν πολλές εκατονταετίες μεταξύ τους: Τον Απρίλιο του 972 η μορφωμένη, Ελληνίδα πριγκίπισσα Θεοφανώ παντρεύτηκε στη Ρώμη τον Όθωνα τον Β΄ επισφραγίζοντας μια πολιτική συμφωνία μεταξύ της επονομαζόμενης «Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», μιας αυτοκρατορίας βασικά του γερμανικού έθνους, με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία των απευθείας διαδόχων των Καισάρων που είχε μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη και είχε εξελληνισθεί. Η γυναίκα αυτή, που κατηγορήθηκε για το ότι ήταν πολύ ομιλητική σφράγισε την πολιτική ζωή της γερμανικής αυτοκρατορίας, με την εξυπνάδα και τις ικανότητές της, στο πλευρό του άντρα της και –από το 983- ως αντιβασίλισσα του ανήλικου Όθωνα του Γ΄. Ταξίδεψε παντού, παρά το τρυφηλό της παρελθόν στο Μέγα Παλάτιον, γνώρισε την πανέμορφη, δασώδη, Γερμανία και τον δυναμικό γερμανικό λαό στο πλευρό, πρώτα του άντρα της και μετά του γιού της. Ο Όθωνας ο Γ΄, βαθειά επηρεασμένος από τον Βυζαντινό πολιτισμό και το υψηλό του παιδευτικό επίπεδο, συνέχισε το έργο της από το 991 και «πλημμύρισε τη Δύση», όπως λέει ένας ιστορικός, με τις ελληνο-ρωμαϊκές αξίες του Βυζαντινού πολιτισμού.
Πολλούς αιώνες μετά ένας άλλος Όθωνας, Βαυαρός αυτός, αποβιβαζόταν, μιαν λαμπρή μέρα του Γενάρη, στις ακτές της Πελοποννήσου. Θα πρέπει να διαβάσει κανείς τον ιστορικό GeorgeFinlay για να νοιώσει την έκσταση ενός λαού μετά από τέσσερις αιώνες δουλείας στη θέα του νεαρού ιδεαλιστή φιλέλληνα βασιλέα του. Η ημέρα εκείνη, που ανέμιζαν στον καταγάλανο ουρανό της Πελοποννήσου οι αδερφές γαλανόλευκες σημαίες της Ελλάδας και της Βαυαρίας –και τα χιόνια έλαμπαν στα κοντινά Αρκαδικά βουνά- ήταν ένας λαμπρός γάμος μεταξύ της Ελλάδας και της Βαυαρίας που κανένας λαϊκιστής, κανένας κίτρινος δημοσιογράφος δεν θα μπορέσει να καταλύσει ποτέ.
Μονάχα στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα βρεθήκανε αντιμέτωποι οι δυό λαοί μας, μέσα σε 11 αιώνες σχέσεων: Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς μέσα σ’ αυτούς τους αιώνες; Την αλληλογραφία και συμμαχία του αυτοκράτορα Θεόδωρου Βατάτζη με τον ομόλογό του Φρειδερίκο;
Τους πολεμιστές που κατέβαιναν από τη Γερμανία για να βοηθήσουν την αυτοκρατορία εναντίον των Τούρκων;
Τον φιλελληνισμό του Λούθηρου, την ελληνική παιδεία των Γερμανών που εισήγαγε ο Humbold;
Την βαθειά πίστη του Niebuhr στην ελληνική εκπαίδευση, όπως φαίνεται στο περίφημο γράμμα του στον υπουργό Altenstein ;
Την επανάσταση που έφερε στη σπουδή της αρχαιότητας ο Winckelmann;
Τους νεοκλασικούς αρχιτέκτονες που έχτισαν τις υπέροχες νεοκλασσικές τριλογίες Μονάχου και Αθηνών;
Αλλά οι δεσμοί δεν είναι μόνο ιστορικοί και συναισθηματικοί: Ο Όθων, παρά τα προβλήματα που δημιούργησε η διακυβέρνησή του, έθεσε τα θεμέλια του νέου ελληνικού κράτους. Ο Maurer ξεκίνησε το νομικό μας σύστημα.
Σήμερα 37.000 εργαζόμενοι στην Ελλάδα δουλεύουν σε γερμανικές επιχειρήσεις που έχουν κέρδη 10,5 δισ. ευρώ ετησίως. Πάνω από δύο εκατομμύρια Γερμανοί τουρίστες επισκέπτονται την Ελλάδα ετησίως. 300.000 Έλληνες «έβαλαν πλάτη» στο γερμανικό μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα και αποτελούν υποδειγματικούς πολίτες για τους οποίους δεν ισχύουν τα κλισέ για την τεμπελιά, την ανυπακοή κλπ που τόσο αρέσκεται να αναπαράγει ο λαϊκιστικός Τύπος. 40.000 Έλληνες επιστήμονες στην Ελλάδα πήραν το πτυχίο τους στη Γερμανία και οι εξετάσεις για τη γερμανική γλώσσα στο Goethe Institut, στην Αθήνα, προσελκύουν πιο πολλούς μαθητές (30.500 το 2010) απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Το αεροδρόμιο της Αθήνας, τα φανάρια στους δρόμους, τα τραίνα και το μετρό κατασκευάστηκαν στη Γερμανία.
Η Ελλάδα –με τρόπο δυστυχώς όχι πάντα διαφανή- έγινε ο 4,ος  παγκοσμίως, πελάτης των γερμανικών αμυντικών βιομηχανιών.



Είμαστε δύο λαοί με παρεμφερή γραμματική, με κοινές ρίζες πολλών λέξεων, και μοιραζόμαστε ένα ακόμα χαρακτηριστικό, παρά τις μεγάλες μας διαφορές: Τον ιδεαλισμό.
Και κάτι ακόμα: Μια κοινή, απρόσμενη, αυτοκαταστροφική τάση!
Ο Clinton Fadiman έχει πει ότι «ο γερμανικός νους έχει το ταλέντο να μην κάνει λάθη, παρά καμιά φορά τα μεγαλύτερα λάθη»!
Οι Έλληνες της Ελλάδος πάλι έχουν ένα ταλέντο για πάμπολλα «καθημερινά» λάθη. Το αποτέλεσμα, σωρευτικά, είναι πάλι καμιά φορά το ίδιο! Αυτό μας διδάσκει η παρούσα κρίση.
Δεκαετίες σταδιακά αυξανόμενου δανεισμού.
Σταδιακή διόγκωση του κράτους από πολλές μικρές πελατειακές εξυπηρετήσεις.
Προτίμηση για προσωπικές, ολιγομελείς, επιχειρήσεις που, εκ φύσεως, δεν είναι παραγωγικές.
Πελατειακό σύστημα, με την συνακόλουθη διαφθορά.
Αλλά, θα μου επιτρέψετε να πω ότι, από το 1981 που μπήκε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι σήμερα, η έλλειψη ουσιαστικής επιτήρησης και κατεύθυνσης από μια κεντρική αρχή στην ΕΕ συνετέλεσε τα μέγιστα στην αντιπαραγωγική χρήση των Κοινοτικών πόρων που εισήλθαν στην χώρα όλα αυτά τα χρόνια.
Αυτό δεν αναιρεί, φυσικά, τις πρωταρχικές ευθύνες των ίδιων των ελληνικών κυβερνήσεων που, είτε κατεύθυναν είτε εμμέσως, ανέχθηκαν την χρήση των πόρων για αντιπαραγωγικούς σκοπούς.
Η νομισματική ένωση και η εισαγωγή του ευρώ, επέτειναν πολλές απ’ αυτές τις δυσλειτουργίες.
Κατ’ αρχάς μεγάλες χώρες «συγχωρήθηκαν» και οι ίδιες όταν παραβίασαν τον στόχο του ελλείμματος στο 3%. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο «δίδαγμα», για να μην πω παρότρυνση, προς ορισμένες μικρότερες να φερθούν ανεύθυνα.
Έχω πρόσφατα πει ότι, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, εμείς στην ΕΕ βρισκόμασταν –και ακόμα είμαστε θεσμικά- περίπου όπου βρισκόταν η Αμερική το … 1794! Πριν δηλαδή η κατάσταση οδηγήσει τις Πολιτείες να αποφασίσουν μιαν ισχυρότερη, μόνιμη και σταθερή, ομοσπονδοποίηση του Αμερικανικού συστήματος.
Αδύναμη κεντρική εξουσία και οικονομική διεύθυνση.
Αυτόνομες οικονομικές πολιτικές από τις Πολιτείες.
Οικονομική κρίση και ασήκωτα χρέη σε ορισμένες απ’ αυτές.
Αυτά χαρακτήριζαν την αμερικανική ομοσπονδία τα πρώτα χρόνια. Αλλά η αντίληψη ότι το σύνολο, η Αμερικανική Ομοσπονδία, αντιμετώπιζε μιαν εξωτερική απειλή, τη Βρετανία, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο οικονομικής κατάρρευσης ορισμένων Πολιτειών λόγω των χρεών, τους οδήγησε σε ενίσχυση της κεντρικής πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης, σ’ αυτό δηλαδή που πολλοί ισχυρίζονται ότι χρειαζόμαστε κι εμείς εδώ, στην Ευρώπη.
Η κατάσταση μετά την εισαγωγή της νομισματικής ένωσης είναι λυπηρά αντίστοιχη.
Κοινό νόμισμα και νομισματικό σύστημα, αλλά εθνικός έλεγχος της δημοσιονομικής πολιτικής, της χρηματοδότησης και των τραπεζών.
Κοινά επιτόκια αλλά όχι φορολογική πολιτική.
Ένα νόμισμα, αλλά σχεδόν κανένας πολιτικός και οικονομικός κεντρικός μηχανισμός διαχείρισης, διακυβέρνησης αν θέλετε, της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι όχι μόνον τα μικρά και πιο αντιπαραγωγικά, αλλά και ορισμένα απ’ τα μεγάλα κράτη της Ένωσης κατάφεραν να αψηφήσουν τους δημοσιονομικούς στόχους, ιδίως εν σχέσει με το έλλειμμα, που έθετε η συνθήκη του Maastricht.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι, σχεδόν για 10 χρόνια, οι πιο αδύναμες οικονομίες μπορούσαν να δανείζονται μαζικά με γερμανικά επιτόκια. Τα spreads της Ελλάδος, π.χ., σε σχέση με τα γερμανικά, έπεσαν σε διαφορά από το 18% στο 1%!
Γιατί μας δάνειζαν; Θα με ρωτήσετε: Η απάντηση είναι διπλή –και πολύ απλή: Αφενός μεν τους «παρέσυρε» ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας, που έφτανε ή ξεπερνούσε το 4%, όταν στην υπόλοιπη ευρωζώνη ήταν γύρω στο 1,5%.
Η ανάπτυξη περιορίζει τον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ.
Ο δεύτερος λόγος αφορούσε στην θεώρηση της ζώνης ευρώ ως ζώνης σταθερής για όλα τα μέλη. Η παγκόσμια οικονομική κρίση όμως έδωσε τέλος στις ψευδαισθήσεις και αποκάλυψε την ανευθυνότητα όχι μόνο των δανειζομένων αλλά και πολλών δανειστών.
Η κρίση περί την Ελλάδα δε, όπως τώρα όλοι γνωρίζουμε καλά, επιδεινώθηκε και από την αποκάλυψη ότι το ελληνικό έλλειμμα ήταν πολύ υψηλότερο από το αρχικά ανακοινωθέν και ότι τα στοιχεία γι’ αυτό ήταν εν μέρει παραποιημένα. Πολλοί Έλληνες όμως πιστεύουν ότι οι σοσιαλιστές ενέγραψαν πλήθος δαπανών στο 2009, ενώ μετέφεραν και έσοδα στο 2010, για να εμφανίσουν απίστευτα υψηλό το έλλειμμα που άφησε η συντηρητική κυβέρνηση, και κατά συνέπεια, πολύ πιο αποτελεσματική την μείωσή του απ’ αυτούς κατά το 2010. Είναι βέβαιον ότι ενεγράφησαν, πάντως, τα χρέη ορισμένων δημοσίων οργανισμών που σε ελάχιστες χώρες παγκοσμίως συμπεριλαμβάνονται στο ετήσιο έλλειμμα. Και χωρίς αυτά όμως η Ελλάδα απλώς θα εμφάνιζε ένα χρέος 11-12% αντί του τελικού 15%. Πάλι εξαιρετικά μεγάλο δηλαδή.
Η εικόνα της χώρας είναι κακή. Τα αφερέγγυα στατιστικά στοιχεία, το τεράστιο χρέος που μόνοι μας συσσωρεύσαμε στην εποχή των χαμηλών επιτοκίων (τα περί υψηλών επιτοκίων που πλήρωνε η Ελλάδα είναι ανοησίες), οι δημοσιονομικές υστερήσεις, η ενδημούσα διαφθορά, η εικόνα βίας και αντιδράσεων ορισμένων πολύ μικρών αλλά εμφανών μειοψηφιών, όλα αυτά ενσταλάζουν στους εταίρους μας καθημερινά την αμφιβολία για το αν πρέπει ή όχι να μας βοηθήσουν.
Από πλευράς εισοδήματος και πραγματικού επιπέδου ζωής, η Ελλάδα βρισκόταν βέβαια σε πολύ καλύτερη θέση σε σχέση με την συντριπτική πλειοψηφία του υπόλοιπου πλανήτη και πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Το κατά κεφαλήν  εισόδημά της σε μονάδες αγοραστικής δύναμης ( ο πιο ακριβής τρόπος μέτρησης, που λαμβάνει υπ’ όψιν τον εγχώριο πληθωρισμό), ήταν, το 2010, στο 89% του κοινοτικού μέσου όρου. Σε τεράστια απόσταση από τους φτωχότερους εταίρους που είναι Λετονοί (52%), οι Ρουμάνοι (45%) και οι Βούλγαροι (43%). Η διαφορά μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης (αλλά και το κρατικό έλλειμμα), που είναι και τα δύο στο 10% του ΑΕΠ, δείχνουν ότι αναγκαστικά θα κατεβούμε σημαντικά από το 89%, προς το 78%-75% του κοινοτικού μέσου όρου, πριν αρχίσουμε να ανακάμπτουμε. Πολύ μακριά από τους φτωχότερους και έτη φωτός από τους πραγματικά φτωχούς στον Τρίτο Κόσμο που ζουν με κάτω του 10% του Κοινοτικού μέσου όρου. Εφόσον βέβαια δεν χρεοκοπήσουμε και δεν υπάρξει ανεξέλεγκτη κοινωνική και οικονομική κατάρρευση.
Τα βασικά δεδομένα είναι δύο: Η συμμετοχή στην ευρωζώνη και ο κίνδυνος της μετάδοσης του ελληνικού ιού, καθώς και η απότομη αλλαγή του επιπέδου ζωής, που δημιουργεί μεγάλες κοινωνικές επιπτώσεις. Οι εξελίξεις επίσης καθορίζονται από τις επιπτώσεις που θα έχει η ελληνική χρεοκοπία, σε σχέση με τη στήριξη που έχει στην κοινή γνώμη των άλλων ευρωπαϊκών χωρών η βοήθεια προς την Ελλάδα.
Το ίδιο το μέγεθος του ελληνικού χρέους που παραμένει στον ιδιωτικό τομέα είναι, μετά τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του μνημονίου, κάτω από 200 δις και μέρος του βρίσκεται στο εσωτερικό της Ελλάδας. Μεγάλο μέρος του έχει ήδη προεξοφληθεί με αγορά εξωφρενικά ακριβών CDS. Στην ευαίσθητη παγκόσμια ανάκαμψη μπορεί να αποτελέσει αφορμή ενός νέου γύρου της κρίσης της Δύσης, μπορεί όμως και όχι.
          Από τα δεδομένα αυτά προκύπτει ότι η διαπραγμάτευση πρέπει να είναι καλόπιστη και συνεχής με τον ευρωπαϊκό τρόπο. Με τήρηση των συμφωνηθέντων, με λογικά και αληθινά επιχειρήματα και με επίτευξη διαρκών, τίμιων, συμβιβασμών. Οι εξαλλότητες της ελληνικής Αριστεράς, που θέλει να ξεκινήσει από την πλατεία Συντάγματος  την παγκόσμια επανάσταση, οι μη σοβαρές προτάσεις, όπως αυτές του κ. Σαμαρά, που ισχυρίζεται ότι προτείνει ένα πρόγραμμα ισοσκελισμένο και η Τρόικα κάνει το λογαριασμό και βρίσκει ότι είναι 15-20 δις ελλειμματικό, δεν αποτελούν επαναδιαπραγμάτευση, αποτελούν απλώς δυσφήμιση της χώρας που δυσχεραίνει την σοβαρή προσπάθεια διαπραγμάτευσης.
Τι δεν είναι διαπραγματεύσιμο; Γνωρίζουμε ότι η διατήρηση του ελληνικού ελλείμματος αποκλείεται. Πρέπει να μηδενισθεί και να γίνει πρωτογενές πλεόνασμα. Δεύτερον: Οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεν θα μας δίνουν χρήματα για να ζούμε με δανεικά, πέραν των παραγωγικών μας δυνάμεων. Δεν το δέχεται η κοινή τους γνώμη ούτε και η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων. Ακόμα και αν μας διαγράψουν το μισό χρέος ή αν δεχθούν χαμηλά επιτόκια για πολλά-πολλά χρόνια, αυτό δεν αλλάζει την υπόθεση έλλειμμα. Αν π.χ. μας διέγραφαν το μισό χρέος και μας έβαζαν επιτόκιο 3,5% (που είναι μικρότερο από το δικό τους μέσο όρο δανεισμού), θα έπρεπε πάλι να μειώσουμε το έλλειμμα κατά 20 δις για να εξυπηρετούμε τα δραματικά μειωμένα τοκοχρεολύσια. Χωρίς να υπολογίσουμε το δημοσιονομικό κόστος από τα μειωμένα έσοδα, λόγω της συρρίκνωσης για χρόνια της ιδιωτικής χρηματοδότησης της οικονομίας. Οπότε μέτρα με το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του μεσοπρόθεσμου, είναι απολύτως υποχρεωτικά. Άλλο αν θα έπρεπε η κυβέρνηση να κόψει δαπάνες αντί να αυξάνει τους φόρους.




Τι είναι διαπραγματεύσιμο, αν κόψουμε ή όσο κόβουμε τα ελλείμματα; Ένα σοβαρό πακέτο επενδύσεων στην χώρα – οι Ευρωπαίοι Φιλελεύθεροι προτείνουν 30 δις ευρώ- με ευρωπαϊκούς πόρους που άρχισε ήδη να συζητείται και μια ευνοϊκή ρύθμιση του χρέους, με πολύ χαμηλά επιτόκια. Εμείς τα πετύχαμε αυτά με το δικό μας κόμμα, τους Φιλελεύθερους, το τρίτο μεγαλύτερο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γιατί προτείναμε ένα δικό μας μεσοπρόθεσμο, που είναι πειστικό έναντι της τρόικας γιατί είναι τολμηρότερο από αυτό της  κυβέρνησης και στηρίζεται πολύ πιο πολύ στις δαπάνες παρά στους φόρους. Η κυβέρνηση ακόμα δεν έχει πετύχει κάτι αντίστοιχο. Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν μπορεί καν να συνομιλήσει, χωρίς να την επιτιμήσουν, γιατί μπορεί να χρησιμοποιεί τη γενική σύγχυση και τις κάθε είδους ασθένειες των ελληνικών μέσων ενημέρωσης, για να παραπληροφορεί την ελληνική κοινή γνώμη για τις άσχετες με την πραγματικότητα «προτάσεις της», αλλά δεν μπορεί να πείσει ούτε τα μέσα ενημέρωσης, ούτε τους συνομιλητές της στην Ευρώπη.
Πολλά μπορούμε να αλλάξουμε μαζί. Με προϋπόθεση όμως ότι έχουμε καταλάβει ότι η τελική επιτυχία δεν θα κριθεί μόνον στην διαπραγμάτευση, αλλά κυρίως από την δική μας ικανότητα να αναλάβουμε και να μοιράσουμε δίκαια το κοινωνικό και πολιτικό κόστος και να υλοποιήσουμε τις βαθιές και πολύ επώδυνες αλλαγές που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία. Η τελική έξοδος από την κρίση δεν θα κριθεί μόνο ούτε από την ευρωπαϊκή βοήθεια, ούτε από τα χαμηλά επιτόκια. Θα κριθεί από την ικανότητά μας να αλλάξουμε πραγματικά και να δουλέψουμε σκληρά.
Ο κ. Σαμαράς, που οδήγησε το παλιό μου κόμμα, τη «Νέα Δημοκρατία» σε ανυποληψία στους κόλπους των εταίρων μας, βασίζεται εν μέρει όμως και σε μια πραγματικότητα: Η κυβέρνηση και η Τρόικα βύθισαν τη χώρα σε μιαν άνευ προηγουμένου ύφεση απ’ την οποία είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα γίνει η έξοδος. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, χωρίς να πατάξει την φοροδιαφυγή, χωρίς ούτε μία ιδιωτικοποίηση, χωρίς, μέχρι πρόσφατα, κανένα αληθινό άνοιγμα επαγγέλματος, μείωσε μεν σημαντικά το έλλειμμα αλλά τσακίζοντας κάθε έντιμο φορολογούμενο και συνταξιούχο. Οι δε καθυστερήσεις έχουν μέγα κόστος: 700 δις € πουλιόταν πέρυσι το μερίδιο του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών, 390 δις. πουλήθηκε φέτος.
Ποιός θα απολογηθεί για την απώλεια τόσων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ; Μέσα σ’ ένα χρόνο 231.000 νέοι έμειναν άνεργοι.
Από 324.000 μικρές επιχειρήσεις έμειναν 255.000. Η ύφεση έφτασε στο μείον 7,3% το β’ τρίμηνο, έναντι μείον 0,6% στην Πορτογαλία. Τέσσερις νέοι φόροι στα ακίνητα, επί δικαίων και αδίκων, που η κυβέρνηση προτίθεται να εισπράξει μέσω των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, οδήγησε 65.000 νοικοκυριά να κόψουν το ρεύμα και να μείνουν στο σκοτάδι, χωρίς ψυγείο και τηλεόραση. Άλλοι τόσοι έκοψαν το ρεύμα στο σπίτι τους πέρυσι.
Η Ελλάδα, όπως έγραψε η Daily Telegraph, έχει μεταβληθεί από θύτης σε θύμα που, με την ύφεση, κινδυνεύει να λυγίσει.
Μεγάλη είναι και η ευθύνη των δανειστών, της Τρόικας, όπως και παλιότερα των ελεγκτικών μηχανισμών της ΕΕ.
Δεν επέμειναν να στηθεί πάραυτα μηχανισμός κατά της φοροδιαφυγής.
Δεν έβαλαν γρήγορα deadline για ιδιωτικοποιήσεις.
Ανέχθηκαν να τσακιστεί ο τίμιος κόσμος στους φόρους αντί να αποκαλυφθούν οι αναίσχυντοι φοροφυγάδες που ντροπιάζουν την χώρα.
Άργησαν να αντιληφθούν ότι στις διαρθρωτικές αλλαγές  οι σοσιαλιστές έκαναν μισές δουλειές.
Αντί να απαιτήσουν σαφή μείωση εξόδων αρκέστηκαν να βλέπουν την κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου να ρημάζει την χώρα στους φόρους.
Η Λετονία έκανε περικοπές τον α’ χρόνο και είχε ύφεση 19%, αλλά τώρα η ανάπτυξη εκεί τρέχει με 10%. Τίποτα απ’ αυτά δεν συνέβη στην Ελλάδα.

Η «Δημοκρατική Συμμαχία» είναι ένα μικρό κόμμα ακόμα αλλά τα στελέχη νομίζω ότι χαίρουν εκτίμησης στην Ευρώπη, πρώτον λόγω του σταθερού φιλοευρωπαϊκού τους προσανατολισμού και δεύτερον, γιατί δεν λαϊκίσαμε ποτέ. Λέμε την αλήθεια, ωμή και δυσάρεστη, στον ελληνικό λαό και ζητάμε αληθινές αλλαγές στην κατεύθυνση ενός μικρού και παραγωγικού, τίμιου και αδιάφθορου, κράτους και μιας δυναμικής ανοιχτής οικονομίας.
Η Ελλάδα, φίλες και φίλοι, ήταν από μια άποψη η τελευταία σοσιαλιστική οικονομία της Ευρώπης.
Η «Δημοκρατική Συμμαχία» πρότεινε στους Ευρωπαίους φιλελευθέρους, και έγινε αποδεκτό, ένα αποτελεσματικότερο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, περισσότερο τολμηρό, ρεαλιστικό και δίκαιο, που μπορεί να αποτελέσει βάση εθνικής συνεννόησης και πολύ καλύτερης συναντίληψης με την Ευρώπη.
Το πρόγραμμα αυτό:
Είναι εμπροσθοβαρές (το 60% περίπου της προσαρμογής επιτυγχάνεται εντός του 2012) και έτσι απομακρύνει οριστικά τον κίνδυνο της χρεοκοπίας.
Στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη μείωση των δαπανών και όχι στην αβέβαιη αύξηση των φορολογικών εσόδων. Η σχέση δαπανών/εσόδων είναι 63% με 37%, αντί για 52% με 48% που προβλέπει το κυβερνητικό πρόγραμμα.
Επιτυγχάνει ταχύτερη μείωση του χρέους κατά 10 δις Ευρώ το 2015 με εξοικονόμηση συνολικά τόκων ύψους 978 εκατομμυρίων Ευρώ.
Οι βασικές διαφορές της «Δημοκρατικής Συμμαχίας» με το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της κυβέρνησης είναι οι εξής:
Ο πρόσθετος περιορισμός δαπανών ύψους 3,3 δις ευρώ μέσα από συγκεκριμένες παρεμβάσεις στη λειτουργία του δημόσιου τομέα.
Η επιτάχυνση είσπραξης εσόδων και ο περιορισμός δαπανών που η κυβέρνηση ήδη έχει εξαγγείλει για το 2014 και 2015 με εφαρμογή τους από το 2012 και 2013.
Η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης του ιδιωτικού τομέα και των φυσικών προσώπων.
Η πρόταση της «Δημοκρατικής Συμμαχίας» είναι ρεαλιστική, αναπτυξιακή και πιο δίκαιη:
Στηρίζεται σε περισσότερη δουλειά, αντί για αύξηση της ανεργίας στην οποία θα οδηγήσει η υπέρμετρη φορολόγηση.
Προβλέπει πρόνοια για τους οικονομικά ασθενέστερους (αύξηση στηρίγματος χαμηλοσυνταξιούχων, στήριξη μακροχρόνια ανέργων).
Είναι δικαιότερη και περιβαλλοντικά φιλικότερη στο θέμα της ρύθμισης είσπραξης προστίμων από αυθαίρετες οικοδομές.
Επιτυγχάνει ταχύτερη μείωση του ελλείμματος.
Απομακρύνει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας.
Βελτιώνει την ρευστότητα της οικονομίας.
Περιορίζει την εκτόπιση του ιδιωτικού τομέα από τις επενδύσεις.
Παρέχει κίνητρα για επενδύσεις και απασχόληση, καθώς μειώνει άμεσα τον φόρο των επιχειρήσεων στο 20%.
Καταργεί την έκτακτη εισφορά στα φυσικά πρόσωπα που παραβιάζει βασικές αρχές της τίμιας φορολόγησης.
Περιορίζει την επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας.
Αποτελεσματικότερη δημοσιονομική προσέγγιση με μείωση του κράτους.
Εναλλακτική πρόταση για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Πρόταση για ένα σχέδιο Μάρσαλ από την Ευρώπη για την Ελλάδα.

Πολλά από τα στοιχεία αυτά, μείωση επιτοκίων, έμφαση στην ανάπτυξη, επιμονή στις διαρθρωτικές αλλαγές και στις μεταρρυθμίσεις αποτελούν τώρα πια πολιτική όλων των εταίρων –και η ελληνική κυβέρνηση αρχίζει να κινείται πια και η ίδια.
Είμαστε περήφανοι που την ξεκινήσαμε ήδη από τον Απρίλιο, με τον δικό μας κομματικό φορέα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και τώρα, σιγά-σιγά, γίνεται κτήμα όλων των μεγάλων  πολιτικών δυνάμεων στην Ευρωβουλή.
Βρισκόμαστε ενώπιον μεγάλων αποφάσεων για το μέλλον της Ελλάδας και της ευρωζώνης.
Είναι όχι μόνον ζήτημα οικονομικό, αλλά και ζήτημα τιμής για την Ευρώπη και την ευρωζώνη, να τεθεί η Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης για να αποπληρώσει τα χρέη της.
Η λελογισμένη ανταλλαγή ομολόγων, το ξεκίνημα της ανάπτυξης με επενδύσεις, οι αποκρατικοποιήσεις, το άνοιγμα των αγορών και των κλειστών επαγγελμάτων, η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου, η παραγωγή περιζήτητων αγροτικών προϊόντων και η εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όλα αυτά θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη.
Οι Έλληνες δεν είναι ούτε τεμπέληδες (οι ώρες εργασίας είναι απ’ τις περισσότερες στην Ευρώπη), ούτε απατεώνες. Αλλά ζουν σ’ ένα πολιτικό σύστημα που είχε επηρεαστεί από τέσσερις αιώνες ανατολικού δεσποτισμού που ο πολίτης, για να επιζήσει, θεωρούσε εξυπνάδα να ξεγελάσει το κράτος.
Και, δυστυχώς, το σύστημα διαδέχθηκε απότομα μια άλλη, μη ελληνική, διοίκηση και ο κόσμος την είδε σαν συνέχεια της ξένης κυριαρχίας. Δεν το αισθάνθηκε ποτέ «δικό του» το κράτος του.
Οι Έλληνες διεθνώς (όπου ζει το μισό σχεδόν έθνος), δεν είναι ούτε φοροφυγάδες, ούτε ανυπάκουοι, ούτε τεμπέληδες. Είναι υποδειγματικοί πολίτες –και μάλιστα πάνω απ’ το μέσο όρο.
Το κύριο ζητούμενο είναι η Ελλάδα, η χώρα τους, να γίνει για τους εντός αυτής Έλληνες ένα περιβάλλον αντίστοιχο με εκείνα στα οποία ζουν στις άλλες χώρες, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία.
Η χώρα μου έχει κουρελιαστεί απ’ την συκοφαντία. Αλλά τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα είναι τεράστια.
Μπορεί να γίνει το καμάρι, όχι το βάρος, της Ευρώπης.
Έχει σημαντικές υποδομές: 108.000 χλμ. δρόμων και 2.000 χλμ. αυτοκινητοδρόμων, που θα αυξηθούν κατά 1.000 ακόμα σύντομα.
Έχει 41 αεροδρόμια, μικρά και μεγάλα.
Εκατοντάδες λιμάνια. 
Άριστες τηλεπικοινωνίες: Σε 10 εκατομμύρια Έλληνες αντιστοιχούν 13 εκατομμύρια κινητά τηλέφωνα.
99% του πληθυσμού εκπαιδευμένο.
Οι νέοι μας μιλούν δύο και τρεις γλώσσες.
Ο αριθμός αποφοίτων Πανεπιστημίου είναι από τους μεγαλύτερους στον κόσμο.
Η ύπαρξη ιδιόκτητης στέγης η υψηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το φυσικό της περιβάλλον είναι ανεπανάληπτο.
Ο Όθων έμεινε άναυδος όταν ξανα-αναγνώρισε «Βαυαρικά» ορεινά τοπία στα ποικίλα βουνά της Ελλάδος.
200 κατοικημένα νησιά και 4.500 μικρότερα.
16.000 χλμ. ακτές.
Η Ελλάδα ελέγχει το 25-30% του βαλκανικού τραπεζικού συστήματος.
Έχει δώσει δουλειά σε 1 εκ. ξένους μετανάστες.
Διαθέτει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου, το ήμισυ όλου του ευρωπαϊκού σε tonnage, που αποδίδει συνάλλαγμα 15 δις. ευρώ ετησίως, παραπάνω απ’ ό,τι ο τουρισμός.
Ο ορυκτός της πλούτος, λιγνίτης, χρυσός, πετρέλαιο και ίσως φυσικό αέριο και πολλά άλλα, είναι τεράστιος.
Το αιολικό και ηλιακό δυναμικό παραγωγής ενέργειας είναι επίσης τεράστιο.
Χρειαστήκαμε 60 χρόνια για να χτίσουμε την Ευρώπη: Εθνικισμοί και στερεότυπα δεν επιτρέπεται να  την καταστρέψουν. Ελλάς και Γερμανία έχουν ιστορία 11 αιώνων καλών σχέσεων, αμοιβαίου θαυμασμού, ακόμα και πάθους, η μια για την άλλη. Μόνο μισός αιώνας ήταν χρόνια εχθρότητας σ’ αυτή την μακραίωνη πορεία των 11 αιώνων.
Μίλησα πολύ ώρα για την Ελλάδα. Αυτό θέλατε από εμένα. Αλλά να είστε σίγουροι ότι το πρόβλημα των επόμενων τριών ημερών δεν είναι η Ελλάδα. Το γερμανικό κοινοβούλιο, η Γερμανία, μαζί με τους υπόλοιπους ευρωπαίους εταίρους μας αποφασίζουν για το μέλλον της Ευρώπης. Μέχρι τώρα οι ευρωπαίοι ηγέτες, περιλαμβανομένων και των Ελλήνων επέτρεψαν στον εαυτό τους να βάλουν το εθνικό τους συμφέρον πάνω από το ευρωπαϊκό. Αυτό η Ευρώπη σήμερα δεν μπορεί να το επιτρέψει πια. Γιατί αν τώρα χάσουμε το ευρωπαϊκό μας όραμα, θα βλάψουμε το εθνικό συμφέρον πολύ περισσότερο απ’ ό, τι πιστεύουμε σήμερα.
Από εδώ, από την αδερφή Βαυαρία, που η αγάπη, ο αμοιβαίος θαυμασμός και η πολιτική την ένωσε ιστορικά με την Ελλάδα, αναγνωρίζουμε την κοινή μας κληρονομιά, στήριγμα όλης της Ευρώπης.
Και θα δουλέψουμε σκληρά να σώσουμε την Ευρώπη, το κοινό μας νόμισμα και πάνω απ’ όλα την ένδοξή μας κληρονομιά, καθώς ο ένας λαός πλούτισε τον άλλο επί 11 αιώνες με ό,τι καλύτερο είχε.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια