Ν. Λυγερός
Καθορίζουμε παραδοσιακά, ακόμα και σε επίπεδο ετυμολογίας, τη Μεσόγειο, όχι ως θάλασσα, αλλά ως ενδιάμεσο της γης. Γεωστρατηγικά αυτή η έννοια είναι σημαντικότατη όπως και να την κοιτάξουμε. Πρώτα ως εμπόδιο διαχώρισε τα ινδοευρωπαϊκά στοιχεία από τα σημητικά. Και η γλώσσα είναι μια από αυτές τις επιπτώσεις διότι υπάρχει και η θρησκεία. Έτσι, ακόμα και χωρίς γλώσσα ούτε θρησκεία, πρέπει να αποδεχθούμε ότι υπάρχει ένας μεγάλος διαχωρισμός λόγο της μαζικότητας του. Τώρα όσον αφορά στους πολιτισμούς, οι διεθνιστικές προσεγγίσεις καταρρέουν de facto σε Μεσόγειο. Ύστερα, αν υπενθυμίσουμε και τη σημασία των περασμάτων Κωνσταντινούπολης, Σουέζ και Γιβραλτάρ τότε τοποστρατηγικά έχουμε τρεις περιοχές που
ελέγχονται με δύο διαφορετικούς τρόπους λόγο της ιστορίας αφού το άνοιγμα της διώρυγας είναι σχετικά πρόσφατο (1869) για τέτοιου τύπου αναλύσεις. Έχουμε, λοιπόν, χαρακτηριστικά δυο μεγάλα τόξα τα οποία δέχονται πιέσεις αλλά και ασκούν πιέσεις πάνω στα κλειδιά των περασμάτων. Γι’ αυτό το λόγο υπήρξαν προσδοκίες και υπάρχουν αλλά και θα υπάρχουν. Αυτή η δυναμική της ξηράς γύρω από τη θάλασσα είναι φυσιολογική και αποτελεί ένα τεράστιο θέατρο επιχειρήσεων που έγινε αντιληπτό από την επέκταση του ισλαμικού στοιχείου που σταμάτησε μόνο στο Πουατιέ λόγο του Κάρολου Μαρτέλ (732). Στη συνέχεια, οι σταυροφορίες είχαν ως κύριο σκοπό την αναστροφή των πιέσεων πάνω στα τόξα. Είμαστε σε αυτό το πλαίσιο σε μία φάση αντεπίθεσης και όχι επίθεσης, όπως παρουσιάζεται λανθασμένα ακόμα και στην πατρίδα μας, λόγω έλλειψης ιστορικών γεγονότων. Η επόμενη φάση, λόγω της μη ισορροπίας των δυνάμεων και με τη λήξη των Ναϊτών, θα αναδείξει μέσω των Ιωαννιτών την αξία των νησιών στην άμυνα. Πρώτα με την Κύπρο, ύστερα με την Ρόδο και τελικά με την Μάλτα στο κέντρο της Μεσογείου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ανάλυσης, τα νησιά της Μεσογείου έρχονται ως γη της θάλασσας. Αν τα εξετάσουμε συνολικά από την Κύπρο έως τις Βαλεάρες μέσω της Ρόδου, της Κρήτης, της Σικελίας, της Σαρδηνίας, της Μάλτας και της Κορσικής, αντιλαμβανόμαστε ότι ανήκουν στο πάνω τόξο, παρόλο που δέχθηκαν συνεχείς επιθέσεις από την Οθωμανική Αυτοκρατορία που δεν κατάφερε ποτέ να τα ελέγξει όλα, ακόμα και αν είχε επιτυχίες στην ανατολική Μεσόγειο. Η νησιωτική λοιπόν λειτουργεί μέσω της θάλασσας ως μια ιδιόμορφη ζώνη με μεγάλη ανθεκτικότητα, η οποία διαχρονικά υποστηρίχθηκε από το πάνω τόξο, ακόμα και αν είχε μεγάλο κόστος. Είναι, επίσης, το πεδίο για μεγάλες μάχες και ναυμαχίες που έμειναν καθοριστικές για την τοποστρατηγική Μεσόγειο. Με αυτήν την έννοια και το Αιγαίο, που αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της δομής αλλά και ως μορφοκλασματική σκόνη, είναι ένας χώρος με τεράστια σταθερότητα για τους λαούς του χρόνου. Έτσι ο ρόλος της Ελλάδας που βρίσκεται απέναντι στη διακλάδωση των τόξων είναι και πολύτιμος και καθοριστικός για όλο αυτό το όραμα που ανέδειξαν εδώ και αιώνες οι Ιππότες...
Καθορίζουμε παραδοσιακά, ακόμα και σε επίπεδο ετυμολογίας, τη Μεσόγειο, όχι ως θάλασσα, αλλά ως ενδιάμεσο της γης. Γεωστρατηγικά αυτή η έννοια είναι σημαντικότατη όπως και να την κοιτάξουμε. Πρώτα ως εμπόδιο διαχώρισε τα ινδοευρωπαϊκά στοιχεία από τα σημητικά. Και η γλώσσα είναι μια από αυτές τις επιπτώσεις διότι υπάρχει και η θρησκεία. Έτσι, ακόμα και χωρίς γλώσσα ούτε θρησκεία, πρέπει να αποδεχθούμε ότι υπάρχει ένας μεγάλος διαχωρισμός λόγο της μαζικότητας του. Τώρα όσον αφορά στους πολιτισμούς, οι διεθνιστικές προσεγγίσεις καταρρέουν de facto σε Μεσόγειο. Ύστερα, αν υπενθυμίσουμε και τη σημασία των περασμάτων Κωνσταντινούπολης, Σουέζ και Γιβραλτάρ τότε τοποστρατηγικά έχουμε τρεις περιοχές που
ελέγχονται με δύο διαφορετικούς τρόπους λόγο της ιστορίας αφού το άνοιγμα της διώρυγας είναι σχετικά πρόσφατο (1869) για τέτοιου τύπου αναλύσεις. Έχουμε, λοιπόν, χαρακτηριστικά δυο μεγάλα τόξα τα οποία δέχονται πιέσεις αλλά και ασκούν πιέσεις πάνω στα κλειδιά των περασμάτων. Γι’ αυτό το λόγο υπήρξαν προσδοκίες και υπάρχουν αλλά και θα υπάρχουν. Αυτή η δυναμική της ξηράς γύρω από τη θάλασσα είναι φυσιολογική και αποτελεί ένα τεράστιο θέατρο επιχειρήσεων που έγινε αντιληπτό από την επέκταση του ισλαμικού στοιχείου που σταμάτησε μόνο στο Πουατιέ λόγο του Κάρολου Μαρτέλ (732). Στη συνέχεια, οι σταυροφορίες είχαν ως κύριο σκοπό την αναστροφή των πιέσεων πάνω στα τόξα. Είμαστε σε αυτό το πλαίσιο σε μία φάση αντεπίθεσης και όχι επίθεσης, όπως παρουσιάζεται λανθασμένα ακόμα και στην πατρίδα μας, λόγω έλλειψης ιστορικών γεγονότων. Η επόμενη φάση, λόγω της μη ισορροπίας των δυνάμεων και με τη λήξη των Ναϊτών, θα αναδείξει μέσω των Ιωαννιτών την αξία των νησιών στην άμυνα. Πρώτα με την Κύπρο, ύστερα με την Ρόδο και τελικά με την Μάλτα στο κέντρο της Μεσογείου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ανάλυσης, τα νησιά της Μεσογείου έρχονται ως γη της θάλασσας. Αν τα εξετάσουμε συνολικά από την Κύπρο έως τις Βαλεάρες μέσω της Ρόδου, της Κρήτης, της Σικελίας, της Σαρδηνίας, της Μάλτας και της Κορσικής, αντιλαμβανόμαστε ότι ανήκουν στο πάνω τόξο, παρόλο που δέχθηκαν συνεχείς επιθέσεις από την Οθωμανική Αυτοκρατορία που δεν κατάφερε ποτέ να τα ελέγξει όλα, ακόμα και αν είχε επιτυχίες στην ανατολική Μεσόγειο. Η νησιωτική λοιπόν λειτουργεί μέσω της θάλασσας ως μια ιδιόμορφη ζώνη με μεγάλη ανθεκτικότητα, η οποία διαχρονικά υποστηρίχθηκε από το πάνω τόξο, ακόμα και αν είχε μεγάλο κόστος. Είναι, επίσης, το πεδίο για μεγάλες μάχες και ναυμαχίες που έμειναν καθοριστικές για την τοποστρατηγική Μεσόγειο. Με αυτήν την έννοια και το Αιγαίο, που αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της δομής αλλά και ως μορφοκλασματική σκόνη, είναι ένας χώρος με τεράστια σταθερότητα για τους λαούς του χρόνου. Έτσι ο ρόλος της Ελλάδας που βρίσκεται απέναντι στη διακλάδωση των τόξων είναι και πολύτιμος και καθοριστικός για όλο αυτό το όραμα που ανέδειξαν εδώ και αιώνες οι Ιππότες...
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου