Ο Αλέκος Παπαδόπουλος και ο "εκσυγχρονιστικός" ΣΥΡΙΖΑ

Παραδόξως, η μοναδική μεταρρυθμιστική δύναμη της χώρας σήμερα είναι ο «μνημονιακός» πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Παρά την άνοδο του στην εξουσία με ένα εν πολλοίς λαϊκιστικο πρόγραμμα ασύμβατο με τους ευρωζωνικούς συσχετισμούς, μπόρεσε μέσα σε ένα χρόνο να προωθήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις.
Πριν μερικές μέρες είδα μια παλιά συνέντευξη (2011) του πρώην υπουργού Οικονομικών, Αλέκου Παπαδόπουλου, στους Φακέλους του Παπαχελά. Εντυπωσιάστηκα μιας και ήταν η πρώτη φορά που εκπρόσωπος του κεντρώου χώρου μίλησε για τις πραγματικές αιτίες της κρίσης και δεν χρησιμοποίησε τα καθιερωμένα κλισέ περί μεγάλου δημοσίου και τις λοιπές προπαγανδιστικές κορώνες. Μίλησε για την πετρελαϊκή κρίση του 1973, την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ και την αποτυχία της αστικής τάξης να εκσυγχρονίσει το κράτος και την παραγωγή. Επίσης, μίλησε για την καταστροφική δεκαετία του 2000-2010, όπου η Ελλάδα δήθεν αναπτυσσόταν, ουσιαστικά δανειζόμενη τεράστια ποσά τα οποία δεν χρησιμοποιούσε για επενδύσεις, αλλά για κατανάλωση προϊόντων της βόρειας Ευρώπης. Έτσι, το κραχ του 2008 βρήκε την χώρα με ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα (15% του ΑΕΠ) το οποίο δεν μπορούσε πλέον να χρηματοδοτηθεί. Παράλληλα, η συμμετοχή στο ευρώ, σε συνδιασμό με τον πληθωρισμό, εκτίναξε τις τιμές των ελληνικών προϊόντων, με αποτέλεσμα την μείωση της ανταγωνιστικότητας τους. Κάπως έτσι, το 2010, η χώρα μπήκε στο μνημόνιο. Με μια παραγωγή αποσαρθρωμένη και με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος.
Σήμερα, 6 χρόνια αργότερα, η Ελλάδα προσπαθεί ακόμα να ανακάμψει. Το εμπορικό έλλειμμα έχει μηδενιστεί, όχι λόγω αύξησης των εξαγωγών, αλλά λόγω της κατάρρευσης της εγχώριας κατανάλωσης και των εισαγωγών. Το κόστος της προσαρμογής ήταν τα χιλιάδες λουκέτα, κυρίως σε τομείς σχετιζόμενους με εισαγόμενα προϊόντα (αυτοκίνητα, κοκ). Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, το πολιτικό σύστημα του δικομματισμού συνέχισε με τις ίδιες μεθόδους. Ξέχναγε λίστες ημετέρων φοροφυγάδων στα συρτάρια, διέσωζε χρεοκοπημένες ΑΕ αναδιαρθρώνοντας τα δάνεια τους (ΜΜΕ) και προχωρούσε σε ιδιωτικοποιήσεις-δωροποιήσεις δημόσιας περιουσίας σε ολιγάρχες.
Παραδόξως, η μοναδική μεταρρυθμιστική δύναμη της χώρας σήμερα είναι ο (μνημονιακός πλέον) ΣΥΡΙΖΑ. Παρά την άνοδο του στην εξουσία με ένα εν πολλοίς λαϊκιστικο πρόγραμμα ασύμβατο με τους ευρωζωνικούς συσχετισμούς, μπόρεσε μέσα σε ένα χρόνο να προωθήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Ενώ η κυβέρνηση Σαμαρά μοίραζε "κοινωνικά μερίσματα" στην ένστολη εκλογική της πελατεία, η κυβέρνηση Τσίπρα ενίσχυσε το κοινωνικό (και όχι το πελατειακό) κράτος με την κάρτα αλληλεγγύης, το δωρεάν ρεύμα-νερό και το επίδομα ενοικίου για νοικοκυριά σε οικονομική εξαθλίωση. Ενώ οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ δήθεν ενοποιούσαν ταμεία (το ΙΚΑ εχει 910 διαφορετικούς τρόπους υπολογισμού συντάξεων), η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προωθεί μια επώδυνη αλλά δίκαιη ασφαλιστική μεταρρύθμιση συνδέοντας τις εισφορές με το εισόδημα και το ύψος της σύνταξης με τις εισφορές, όλα αυτά με ένα ταμείο και κοινούς κανόνες για όλους. Στο πεδίο των επενδύσεων είχαμε ίσως το μεγαλύτερο παράδοξο, μιας και η Ελλάδα βρέθηκε το 2015 στην 1η θέση απορροφητικότητας ΕΣΠΑ στην ΕΕ – με μια κυβέρνηση «αντιευρωπαϊστών» και «κομμουνιστών»! Η ύφεση για το 2015 αντί για 2-2,5% φαίνεται να κλείνει στο 0,2% ενώ το 2016 πιθανόν να είναι χρονιά ανάκαμψης. Όλα αυτά είναι δείγμα σοβαρής δουλειάς ενός κόμματος που γνωρίζει ότι η παρουσία του στην πολιτική σκηνή θα κριθεί από τα αποτελέσματα του και όχι από τις κουμπαριές με μεγαλοεκδότες.
Το μεγαλύτερο όμως πλεονέκτημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο βαθμός ανεξαρτησίας του από το σύστημα διαπλοκής. Είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να προχωρήσει στην «ευθανασία» του παρασιτικού και κρατικοδίαιτου κομματιού της ελληνικής οικονομίας, το οποίο εκμεταλλευόμενο τις σχέσεις με την εκάστοτε εξουσία απορροφούσε κονδύλια για να συντηρήσει μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις (θαλασσοδάνεια, μαϊμού επιδοτήσεις). Από τον εργολάβο δημοσίων έργων και τον καναλάρχη, μέχρι τον φοροφυγά γαλάζιο δικηγόρο και τον πράσινο αγροτοσυνδικαλιστή που κάνει τα ΕΣΠΑ φτιαγμένο Nissan Navara. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η χρυσή ευκαιρία της Ελλάδας να γίνει μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, με λιγότερη γραφειοκρατία, διαφθορά, φοροδιαφυγή, με περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, ίσες ευκαιρίες και διαφάνεια. Το μόνο που χρειάζεται είναι πίστωση χρόνου. Σίγουρα λιγότερη από 40 χρόνια.