Προστασία δανειοληπτών και καταθετών από την οικονομική κρίση

Του Τάσου Καρασαρλή υποδιευθυντή  διεύθυνσης διαθέσιμων FBB*


Θα ήθελα και εγώ να συμβάλω, αν μπορώ, στην πληρέστερη ενημέρωση σας πάνω στα εργαλεία της αγοράς που χρησιμοποιούμε καθημερινά, όπως είναι τα επιτόκια και τα νομίσματα. Όλους, μας απασχολεί το ζήτημα της εκμετάλλευσης των αποταμιεύσεων μας και γινόμαστε μάρτυρες είτε από τηλεοράσεως είτε από τον καθημερινό τύπο, των αυξομειώσεων και των διακυμάνσεων αυτών των παραμέτρων. Συνεπώς γεννάται το ερώτημα στους περισσότερους από εμάς. Τι θα εισπράξω σε τόκους σαν καταθέτης ή τι θα πληρώσω σαν δανειολήπτης σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης και υφέσεως;

ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΜΕ στους πελάτες των Τραπεζών ενημερωτικά πρέπει πρώτα να χωρίσουμε την παρέμβασή μας σε δύο ενότητες.

Η πρώτη ενότητα αφορά τους καταθέτες και η δεύτερη τους δανειολήπτες. 



Αναλύοντας από τη σκοπιά των καταθετών τα κλασικά απλά προϊόντα είναι τα εξής :

α) οι προθεσμιακές καταθέσεις
β) οι καταθέσεις ταμιευτηρίου
γ) ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (3ετή, 5ετή, 10ετή, ΕΓΔ 3μηνων και 6 μηνών)
δ) ομόλογα διεθνών αντίστοιχων περιόδων


Ενώ από την πλευρά των Δανειοληπτών έχουμε :
α) τα επιχειρηματικά δάνεια
β) τα καταναλωτικά δάνεια
γ) πιστωτικές κάρτες
δ) στεγαστικά δάνεια
ε) Leasing

Αναφερόμενοι στα κλασσικά προϊόντα που αφορούν το ευρύ κοινό έχουμε την εξής εικόνα:

Τα επιτόκια όπως όλοι μας έχουμε παρατηρήσει, ειδικοί και μη, έχουν αυξομειώσεις και υπόκεινται σε μεταβολές.  Το διατραπεζικό επιτόκιο ΕΥΡΩ μετά και την τελευταία μείωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  αυτή τη στιγμή βρίσκεται  στο 1,0%.

Αυτό σαν βασικό επιτόκιο, μαζί με την προσδοκία της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη και τις εξελίξεις γενικότερα, διαμορφώνει τα επίπεδα επιτοκίων στις χρονικές περιόδους από μία εβδομάδα μέχρι ένα έτος.

Αντίστοιχα του δολαρίου του οποίου το βασικό διατραπεζικό επιτόκιο αυτή τη στιγμή, μετά και τις τελευταίες δραστικές μειώσεις, βρίσκεται στο 0,25%.


Ένας καταθέτης τώρα ο οποίος βλέπει μία δραματική μείωση των επιτοκίων και ταυτόχρονα τη δημιουργία υπό-αξιών σε όλες τις εναλλακτικές μορφές επένδυσης λόγω βασικής έλλειψης ρευστότητας, νοιώθει αμήχανα και πολλές φορές αδύναμος να αντιδράσει και να προασπίσει έστω τις οικονομίες του, ή ακόμη περισσότερο για μερικούς, την πηγή του εισοδήματος του.

Επειδή η κάθε κρίση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, στην συγκεκριμένη παρατηρήθηκε το εξής παράδοξο: ενώ τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έπεφταν, οι εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα είχαν διαγωνισμό προσέλκυσης πελατείας, ιδίως οι μικρές, με απότομη αύξηση των επιτοκίων.


Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες ξέμειναν από ρευστότητα, διότι πρωτίστως:

α) είχαν απώλειες καταθέσεων λόγω των φημών και του φόβου που επικράτησε για κλείσιμο ενδεχομένως κάποιων τραπεζών,
β) είχαν  εκδώσει ομολογιακής μορφής σύνθετα προϊόντα, τα οποία έπρεπε να πληρωθούν χωρίς τη δυνατότητα ανανέωσης,
γ) είχαν χορηγήσει δάνεια περισσότερα από τις καταθέσεις τους,
δ) στη διατραπεζική αγορά κόπηκαν οι γραμμές εξυπηρέτησης μεταξύ των τραπεζών (Lines)  και τέλος
ε) λόγω Επισφαλειών – πάγωμα εξυπηρέτησης δανείων.

Το κοκτέιλ που προαναφέραμε δημιούργησε αυξημένα καταθετικά επιτόκια έστω και βραχυπρόθεσμα με αποτέλεσμα ένας καταθέτης σε συνεργασία με τον τραπεζίτη του να μπορεί  να αποκομίσει βραχυπρόθεσμα οφέλη.
Το συμπέρασμα είναι ότι στις κρίσεις, παρατηρείται αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων λόγω συγκυρίας και αμυντικής τακτικής των τραπεζών. Η εναλλακτική λύση για πηγή εισοδήματος σε περιόδους έλλειψης ρευστότητας για κάποιον που έχει διαθέσιμα μπορεί να είναι η βραχυπρόθεσμη τοποθέτηση σε deposits διάρκειας μέχρι 3 μήνες αναζητώντας πάντα την καλύτερη πρόσφορα είτε σε έντοκα 3μηνιαία η 6μηνιαία γραμμάτια Ελληνικού Δημόσιου με ελάχιστο ρίσκο.

Μία παράμετρος επίσης  που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας είναι και η συναλλαγματική ισοτιμία των νομισμάτων.


Η ισοτιμία του ευρώ σε σχέση με το δολάριο είχε 1,1923, το Ιούλιο του 2010, ενώ το Νοέμβριο του ίδιου έτους, είχε 1,4282. ΄Ανοδος για το ευρώ της τάξης του 20%, μέσα σε διάστημα 5 μηνών. Αυτό συνέβη απότομα διότι η κρίση όπως και η οικονομική ανάπτυξη, λόγω παγκοσμιοποίησης, είναι εξαγώγιμη και σε συνδυασμό με τη μεγάλη άνοδο των τιμών του πετρελαίου.


Επίσης η πολιτική νομισματική χαλαρότητας που ακολούθησε η FED διοχετεύοντας συνεχώς δολάρια στην αγορά , έφερε τη νέα τάξη πραγμάτων στις ισοτιμίες. Μετά τις 15 Νοέμβρη αρχίζει μια σταθερή πτώση της ισοτιμίας στα επίπεδα του 1,30 κάτι το όποιο εξηγείται από την κρίση χρέους των χώρων της ευρωζώνης, την προσφυγή της Ιρλανδίας στο Μηχανισμό Στήριξης και τους φόβους περί συμμετοχής των χώρων της Ιβηρικής (Πορτογαλία και Ισπανία) Στον ίδιο μηχανισμό και κατά πόσο αυτός μπορεί να αντέξει τις 2 χώρες.

Συνεπώς πολλοί καταθέτες έχοντες το δικαίωμα και την προνοητικότητα, μετέτρεψαν μέρος των καταθέσεων τους από ευρώ σε δολάριο και το αντίστροφο αποκομίζοντας κέρδη από τις μεγάλες διακυμάνσεις που παρατηρούνται.
Ένα στοιχείο που πάντα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη μας σε ακραίες  διακυμάνσεις και να μοιράζουμε το ρίσκο στις επενδύσεις μας.

Αν λάβουμε τώρα υπ’ όψη την πλευρά των δανειοληπτών έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής :

Οι επιπτώσεις της πρόσφατης κρίσης, επέφεραν μία απότομη κάμψη της ροής των δανείων από τις Τράπεζες προς τους πελάτες, δημιουργώντας  έλλειψη ρευστότητας στους αποδέκτες ιδιώτες και επιχειρηματίες.

Η καταγραφή στους ισολογισμούς των Τραπεζών μεγάλων ποσών με επισφάλειες, και σε συνδυασμό με τη μειωμένη πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών οδήγησε την αγορά σε ασφυκτική κατάσταση.

Αυτό όμως που ενδιαφέρει τους δανειολήπτες, ιδίως των στεγαστικών δανείων, είναι κατά πόσο η πτώση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επηρεάζει άμεσα τη δόση του δανείου τους; Η απάντηση είναι ότι επηρεάζει.  Διότι οι παλιές συμβάσεις βασίζονται στον ΜΗΝΑ του Euribor και εφ΄ όσον ανήκουν στην κατηγορία κυμαινόμενου επιτοκίου διαμορφώνονται αντίστοιχα.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε η ροπή των δανειοληπτών σε δανειοδότηση τους στο ελβετικό φράγκο.

Το πλεονέκτημα βέβαια ήταν ότι το Ελβετικό Νόμισμα παρουσιάζει μια σταθερότητα και χαμηλή επιτοκιακή βάση ιστορικώς  εξεταζόμενο. Με τη μεγάλη όμως πτώση των επιτοκίων του ευρώ και του δολαρίου, το συγκριτικό πλεονέκτημα που είχε το ελβετικό φράγκο  απωλέσθη  με συνέπεια η τρέχουσα ισοτιμία €/CHF  να αποδυναμώσει τα πλεονεκτήματα της διαφοράς των επιτοκίων.

Αναλυτικότερα μπορούμε να διαπιστώσουμε την ραγδαία ενδυνάμωση του Ελβετικού Φράγκου έναντι του ευρώ μέσα στο 2010 καθώς από το 1,4850
Βρέθηκε στο 1,2426 . .Πως μπορούμε να αντιδράσουμε για να αποφύγουμε το μεγάλο κόστος ;;; Αν είμαστε εκτεθειμένοι σε Ελβετικά έχουμε το δικαίωμα να μετατρέψουμε το δάνειο σε ΕΥΡΩ για 6 μήνες η ένα χρόνο μέχρι να κοπάσει η κρίση σαν αμυντική κίνηση στην περαιτέρω ενδυνάμωση του ελβετικού φράγκου . Επίσης άλλος ένας τρόπος ασφάλισης κόστους του δανείου είναι να μετατρέψουμε  ένα μέρος των καταθέσεων μας σε Ελβετικά για να ισoσκελισουμε το υπερβάλλον κόστος του δανείου με αντιστάθμιση την απόδοση από την ισχυροποίηση του Ελβετικού φράγκου.

Τώρα ειδικά οι επιχειρηματίες όταν έχουν έναν καλό και επαγγελματία τραπεζίτη μπορούν να προστατευθούν από τις συναλλαγματικές  διακυμάνσεις  και στην περίπτωση που είναι εισαγωγείς αλλά και εξαγωγείς με τη χρήση της προθεσμιακής αγοράς συναλλάγματος. Είναι προϊόντα που διασφαλίζουν τα κόστη αλλά και τις προσόδους των εταιρειών στο ρευστό κόσμο του συναλλάγματος. Επίσης για τους ανθρώπους της αγοράς συναλλάγματος  με μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις, μπορούν οι επιχειρηματίες να κάνουν χρήση του δικαιώματος αλλαγής νομίσματος στο αρχικό τους δάνειο (multι-currency ) με σκοπό να εκμεταλλευτούν τη διακύμανση των ισοτιμιών και να μειώσουν το κόστος τους. Τέλος υπάρχει η δυνατότητα προστασίας για τους επιχειρηματίες από τον κίνδυνο διακύμανσης των επιτοκίων χρησιμοποιώντας κατάλληλα χρηματοοικονομικά προϊόντα (Inter Rate Swap, Futures, dual currency κ.λ.π.)


Πρέπει εδώ να αναφέρουμε την σπουδαιότητα που έχει η  επενδυτική συμπεριφορά των πελατών των πιστωτικών ιδρυμάτων, που μόνιμα πιέζουν για υψηλότερες αποδόσεις. Το πρωτεύον για όλους θα πρέπει να είναι η ασφάλεια του επενδυτικού κεφαλαίου και δευτερεύον η απόδοση και σωστή εκμετάλλευση του. Η έννοια της απόδοσης πρέπει να αποσαφηνιστεί πλήρως στην σκέψη μας και να προσαρμοστεί σε πλαίσια αποδεκτά και συγκρίσιμα με το επιτόκιο αναφοράς (Benchmark) του Γερμανικού ομολόγου.

Tέλος , στο ερώτημα αν έχω στεγαστικό δάνειο και παράλληλα καταθέσεις σε ευρώ σε περιόδους κρίσης είναι ενδεδειγμένο να χρησιμοποιήσω τις καταθέσεις μου για εξόφληση του δανείου στο οποίο είμαι εκτεθειμένος;

Η άποψη μου είναι όχι και ο λόγος είναι προφανής.

*First Business Bank


--Ο κ. Τάσος Καρασαρλής εκφώνησε την παραπάνω ομιλία σε πανηγυρική συνεστίαση του Ροταριανού Ομίλου «Διόνυσος».
Το είδαμε εδώ

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια