Επενδυτές για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες αναζητεί ο Π. Λαφαζάνης

Του Μιχάλη Μυγιάκη
Σε απεγνωσμένο αγώνα δρόμου έχει αποδυθεί ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης κινούμενος προς κάθε κατεύθυνση, για την προσέλκυση επενδυτών προκειμένου να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στις 20 περιοχές σε Ιόνιο και νότια της Κρήτης, παρά το δυσμενές διεθνές περιβάλλον.
Οι διεθνείς πετρελαϊκοί κολοσσοί, που μέχρι πρότινος φέρονταν να ενδιαφέρονται, πρακτικά δεν επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον τους για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες. Από τη μια το θολό τοπίο στην πετρελαϊκή αγορά, με τη μεγάλη πτώση της τιμής του αργού στις διεθνείς αγορές και από την άλλη η αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας, οδηγούν τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες σε αναθεώρηση των σχεδίων τους και σε πάγωμα επενδύσεων σε νέες αγορές.
Ωστόσο, ο υπουργός ΠΑΠΕΝ, επιχειρεί ανοίγματα σε αγορές, που παραδοσιακά τουλάχιστον, δεν είχε συνηθίσει η Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πρόσφατη συνάντηση του κ. Λαφαζάνη με τον πρέσβη της Βενεζουέλας στην Αθήνα F. Farit, από τον οποίο ζήτησε ευρεία και ουσιαστική συνεργασία της χώρας του στον τομέα της ενέργειας και ειδικότερα στα θέματα του πετρελαίου και της εξόρυξης υδρογονανθράκων. Ο υπουργός μάλιστα, δεσμεύτηκε να αποστείλει πρόσκληση, να επισκεφθούν τη χώρα μας, στους επικεφαλής της κρατικής εταιρίας πετρελαίου της Βενεζουέλας, PDVSA.
Ανάλογη πρόσκληση απηύθυνε στον Κινέζο πρέσβη Xiali Zou, στις 20 του περασμένου Απριλίου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, ο υπουργός ΠΑΠΕΝ επεσήμανε στον Κινέζο πρέσβη πως η συμμετοχή κινεζικών εταιριών στο διαγωνισμό για τα 20 οικόπεδα σε Ιόνιο και νότια της Κρήτης δεν θα είναι σημαντική μόνο για τη χώρα μας, αλλά και για την Κίνα και τις ίδιες τις κινεζικές εταιρίες, καθώς θα αποτελέσει για τις τελευταίες την πρώτη παρουσία τους στον ευρωπαϊκό χώρο σε αυτόν τον τομέα!
Και βέβαια, έχει ιδιαίτερη σημασία, η πρόσκληση που απηύθυνε, για τον ίδιο διαγωνισμό, προς τη ρωσική πλευρά, κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα τον περασμένο Μάρτιο. Ο ίδιος δήλωσε ότι, «ζητήσαμε, αν είναι δυνατόν, ρωσικές εταιρίες, εφόσον το κρίνουν και το θεωρήσουν κι αυτές συμφέρον, να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό». Φαίνεται πάντως ότι, ούτε κι ο ίδιος ο κ. Λαφαζάνης έχει πειστεί για τη συμμετοχή ρωσικών εταιριών, στον εν εξελίξει διαγωνισμό, αφού ούτε λίγο, ούτε πολύ υπογράμμισε ότι, «αν δεν με απατά η μνήμη μου, συνήθως οι ρωσικές εταιρίες δεν συμμετέχουν σε διαγωνισμούς χωρών-μελών της ΕΕ, αυτού του χαρακτήρα».
Δεν είναι άσχετη άλλωστε, η απόφαση του υπουργού ΠΑΠΕΝ, στις 30 του περασμένου Μαρτίου, να παρατείνει την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών για το 2ο Διεθνή Γύρο Παραχώρησης του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις 20 θαλάσσιες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας και Νότιας Κρήτης από 14 Μαΐου, στις 14 Ιουλίου 2015, χωρίς όμως να αλλάξει τους βασικούς όρους του διαγωνισμού.
Ο κ. Λαφαζάνης έχει ξεκαθαρίσει εξάλλου πως: «Θέλουμε μια συμμετοχή η οποία να είναι πολυεπίπεδη, πολυδιάστατη και να προέρχεται, όχι μόνο από εταιρίες μιας ομάδας ή συμμαχίας χωρών, αλλά από όλες τις πλευρές του σύγχρονου κόσμου που έχουν δυνατότητα να κάνουν εξόρυξη πετρελαίου και να ρυθμίσουν τις σχετικές επιστημονικές βάσεις που υπάρχουν».
Κι αυτό, έχει τη βάση του στο μανιφέστο του υπουργού ΠΑΠΕΝ: «Εμείς δεν πρόκειται να απεμπολίσουμε το δικαίωμά μας, να ασκούμε -εντός του κοινοτικού πλαισίου- εθνικές ενεργειακές πολιτικές. Δεν πρόκειται να θέσουμε υπό προκαταρκτικό έλεγχο μια ενδεχόμενη συμφωνία, που θα κάνουμε με οποιαδήποτε τρίτη χώρα. Βεβαίως, θέλουμε αυτές οι συμφωνίες να είναι απολύτως συμβατές κατ΄ αρχάς με το Εθνικό μας Δίκαιο, κάτι που είναι προφανέστατο και απολύτως αναγκαίο, αλλά και με το Κοινοτικό Δίκαιο. Αυτή είναι η δική μας κατεύθυνση. Δεν θέλουμε να παραδοθεί η Ευρώπη στα χέρια των νέων 7 ενεργειακών αδελφών».
Φρένο για τους επενδυτές
Εν τω μεταξύ, η μεγάλη πτώση των τιμών του αργού πετρελαίου «φρενάρει» τις επενδύσεις για έρευνες και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε θαλάσσιες περιοχές με μεγάλα βάθη, όπως αυτές του Ιονίου, και ιδιαίτερα νότια της Κρήτης, όπου τα νερά είναι αχαρτογράφητα.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι, εάν οι τιμές του αργού διατηρηθούν σε χαμηλά επίπεδα, τότε θα δημιουργηθεί πρόβλημα στον εν εξελίξει διεθνή διαγωνισμό της Ελλάδας για την παραχώρηση 20 οικοπέδων σε Ιόνιο και νότια της Κρήτης, στον οποίο η εκδήλωση ενδιαφέροντος έχει μετατεθεί για τις 14 Ιουλίου, όπως προαναφέρθηκε.
Κι αυτό, γιατί, η χαμηλή τιμή του πετρελαίου λειτουργεί αρνητικά σε νέες επενδύσεις και πολύ περισσότερο στα 20 προς παραχώρηση ελληνικά οικόπεδα, το 68% των οποίων βρίσκεται σε βάθος μεγαλύτερο των 2.000 μέτρων. Σε τέτοια βάθη, το κόστος το γεωτρήσεων ξεπερνά ακόμη και τα 100 εκατ. δολάρια ανά γεώτρηση.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ποια εταιρία θα αναλάβει τον κίνδυνο να επενδύσει σ’ αυτά, αν η τιμή του πετρελαίου βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, όπως αναρωτιούνται παράγοντες της αγοράς. Οι ίδιοι κύκλοι, επισημαίνουν ότι, για να έχει επιτυχία το εγχείρημα των ελληνικών διαγωνισμών θα πρέπει να υπάρχει ευνοϊκό περιβάλλον τιμών και διαθέσιμα κεφάλαια από τις πετρελαϊκές εταιρίες, ώστε να επενδύσουν σε νέα κοιτάσματα.
Επισημαίνουν δε ότι, εφόσον στις δευτερογενείς αγορές πετρελαίου υπάρχουν πωλητές, ακόμη και στις τρέχουσες εξαιρετικά χαμηλές τιμές, σε σχέση με τις τιμές που ίσχυαν πριν μερικούς μήνες, είναι συμφερότερη η αγορά «μαύρου χρυσού» από την εξόρυξη…
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εξάλλου, έρευνα της εταιρίας, Wood Mackenzie, που εξειδικεύεται στον ενεργειακό τομέα, σύμφωνα με την οποία, οι διεθνείς πετρελαϊκοί οίκοι θα προτιμήσουν τα ώριμα και χαμηλού ρίσκου επενδυτικά προγράμματα, σε πεδία με βεβαιωμένους και διαπιστωμένους πόρους, σε αντίθεση με τις υψηλού ρίσκου επενδύσεις σε περιοχές που οι πόροι δεν είναι απολύτως βεβαιωμένοι, όπως στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τη μελετητική εταιρία, καθοριστικό ρόλο στις επενδύσεις σε νέα κοιτάσματα αποτελούν τα επίπεδα τιμών του πετρελαίου που είναι απαραίτητα, ώστε να μην αυξηθεί ο καθαρός δανεισμός των πετρελαϊκών εταιριών προκειμένου να καλυφθούν οι δαπάνες έρευνας. Μάλιστα, στην έρευνά της παρουσιάζει μερικές από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες, οι οποίες φέρονται ως ενδιαφερόμενες για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες. Συγκεκριμένα, η Wood Mackenzie αναφέρει ότι, η Noble Energy για να διατηρήσει το δανεισμό της στα τρέχοντα επίπεδα χρειάζεται τιμές στα 120 δολαρια το βαρέλι, η Total στα 119 δολάρια, η Chevron στα 115 δολάρια, η ConocoPhillips στα 98 δολάρια, η Statoil στα 97 δολάρια, η Marathon Oil στα 105 δολάρια, η Eni στα 92 δολάρια, η BP στα 95 δολάρια, η Shell στα 79 δολάρια και η Exxon Mobil στα 96-97 δολάρια το βαρέλι.
Καθίσταται σαφές ότι, με βάση την έρευνα της Wood Mackenzie, η επένδυση στους ελληνικούς υδρογονάνθρακες, με τις τρέχουσες τιμές αργού να «παίζουν» σε χαμηλά επίπεδα, είναι μάλλον απαγορευτικές.
ecozen.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια