Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
“Τηλεγράφημα τελευταίον Ραγκαβή. Μας συμβουλεύει προσπέσωμεν εις Χίτλερ και ζητήσωμεν ειρήνην προς Ιταλίαν, δηλαδή ν΄ ατιμασθώμεν. Άλλως, λέγει, θα μας επιτεθεί η Γερμανία. Είναι μωρός και κακοήθης”.
Ιωάννης Μεταξάς, Ημερολόγιο, τόμος 4ος
Η “Χρυσή Αυγή” αποτελεί εθνικό όνειδος και η παρουσία της στα έδρανα της Βουλής είναι προσβολή για το ελληνικό κοινοβούλιο. Με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση: αυτή η άνευ προηγουμένου εξέγερση των βλάκων αποτελεί ιστορική ντροπή της Ελλάδος και συνιστά μοναδική περίπτωση ηθικής προδοσίας στον πολιτισμό ενός λαού. Η “Χρυσή Αυγή” είναι ξενόφερτη, αναχρονιστική και εχθρική προς κάθε τι ελληνικό. Έτσι μετά τον αιφνιδιασμό και την αμηχανία της πρώτης περιόδου, οι Έλληνες οφείλουν να δουν την πραγματικότητα κατάματα: ο Έλληνας Φύρερ-Αρχηγός δεν είναι παρά μια καρικατούρα της χιτλερικής παράνοιας που γλίστρησε στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ένας λαθρεπιβάτης των ιστορικών εξελίξεων. Μια φαρσοκωμωδία της ιστορικής πραγματικότητας. Καθήκον όλων μας είναι να πετάξουμε τον ιστορικό λαθρεπιβάτη στη θάλασσα της πολιτικής λήθης, ώστε να γίνει μια κακή ανάμνηση για όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες. Ειδάλλως, είναι ολοφάνερο, ότι η προδοσία θα είναι ολοκληρωτική. Για αυτό δεν υπάρχουν ελαφρυντικά για κανέναν: ούτε για τους υποτακτικούς των “αφεντικών” που επιδίδονται σε, κατ΄ εντολήν, παράνομες πράξεις, ούτε για τους ψηφοφόρους, οι οποίοι νομιμοποιούν με την ψήφο τους άνομες πράξεις και απάνθρωπες απόψεις για τη ζωή και τον κόσμο.
Η “Χρυσή Αυγή” δεν είναι εγκληματική οργάνωση: είναι και εγκληματική οργάνωση. Αυτό σημαίνει ότι υπερβαίνει τα όρια και τους κανόνες που συνέχουν μια εγκληματική οργάνωση. Είναι η “ιδεολογική” και “πολιτική” επιχείρηση μετατροπής ενός ολόκληρου κράτους σε εγκληματική οργάνωση, σε σκληροπυρηνική συμμορία κάτω από τις εντολές ενός “Φύρερ-Αρχηγού”. Τέτοια ήταν η Γερμανία του Α. Χίτλερ, προς μια παρόμοια γενική κατεύθυνση κινούνταν όλες οι μικρές και μεγάλες εγκληματικές πράξεις των μελών της εγχώριας συμμορίας. Η “Χρυσή Αυγή” είναι μια διαρκής συνωμοσία για τη διάπραξη πολέμων και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και για αυτό συνεχώς προσπαθεί να θολώνει τα νερά, όπως κάνει και με την ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων: από εδώ προέρχεται η προσπάθεια “αναθεώρησης” των εγκλημάτων του χιτλερισμού, ο χλευασμός του Ολοκαυτώματος, η μετάφραση από τα γερμανικά και η εισαγωγή της λέξης “υπάνθρωπος” στο δημόσιο λόγο της συμμορίας – για να μαγαρισθεί μια κοινωνία και να εθισθούν τα μέλη της στη βία και την ανομία η άλωση της γλώσσας είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις. Η ιδιόλεκτος της “Χρυσής Αυγής”, οι λέξεις-κλειδιά για την κατανόησή της, είναι απλή μεταφορά της γερμανικής των χιτλερικών: τα “αφεντικά” της οργάνωσης μιλούν ένα μίγμα μεταφρασμένων χιτλερογερμανικών και της επιθετικής γλώσσας του πεζοδρομίου. Και υπό αυτή την έννοια το φαινόμενο είναι ξενόφερτο και αναχρονιστικό. Αυτή η εξέγερση των βλάκων, των συμπλεγματικών και των εγκληματικών στοιχείων της ελληνικής κοινωνίας αποτελεί μέγιστη ηθική προδοσία προς την ελληνική ιστορία. Οι Έλληνες και η Ελλάς συμμετείχαν στην συντριβή του χιτλερισμού και έχουμε την τιμή ως λαός να ανήκουμε στους νικητές του. Πόσο προκλητικός και πόσο εθνικώς επιζήμιος μπορεί να είναι ένας βλάκας, ο οποίος, όχι απλώς χαιρετά και θέλει να τον χαιρετούν με το χιτλερικό “Heil”, αλλά συγκαταλέγει εαυτόν στον ηττημένους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Αυτό είναι κάτι παραπάνω από βλακεία, είναι ηθική προδοσία απέναντι στο έθνος: για αυτό τα “αφεντικά” της αγέλης, που ονομάζεται “Χρυσή Αυγή”, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εθνικοί προδότες. ΚαI αποτελεί καθήκον κάθε πατριώτη Έλληνα να συμβάλει ώστε η πατρίδα να ξεβρομίσει από αυτή την καθημερινή κατρακύλα στην ιστορική και ηθική προδοσία. Με τι σθένος να σταθεί η συντεταγμένη ελληνική πολιτεία και οι φορείς των πολιτών απέναντι στη σημερινή Γερμανία και να διεκδικήσουν τις πολεμικές αποζημιώσεις , όταν στο ελληνικό κοινοβούλιο, υπάρχει μια “πολιτική” καρικατούρα - την οποία δυστυχώς εμπιστεύτηκε ένα τμήμα του ελληνικού λαού – η οποία μιμείται τα έργα και τις ημέρες του “Εθνικοσοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Γερμανίας”, του κόμματος του Αδόλφου Χίτλερ;
Δεν υπάρχει καμία ανοχή για όλους εκείνους, οι οποίοι αναζητούν προφάσεις για να δικαιολογήσουν την ψήφο ή την υποστήριξή τους προς την αγέλη της “Χρυσής Αυγής”: για όλους εκείνους τους “επώνυμους” και “ανώνυμους” που με τα έργα και τα λόγια τους “ξεπλένουν” στη δημοσιότητα τη συμμορία και τα “αφεντικά” της. Οι πιο συνηθισμένες προφάσεις αφορούν στην αποτυχία και τη διαφθορά των πολιτικών του αστικού κόσμου, “κεντροδεξιού” ή “κεντροαριστερού” τύπου, τα σταλινικά κομμουνιστικά υπολείμματα και τις ιδεοληψίες τους, αλλά η “Χρυσή Αυγή” δεν είναι συγκρίσιμη με αυτούς τους πολιτικούς σχηματισμούς, δεν συγκρίνεται καν με τον ιστορικό φασισμό και τις σύγχρονες μορφές της Άκρας Δεξιάς: η “Χρυσή Αυγή” δεν είναι φασιστικό κόμμα, αλλά μία νεοχιτλερικού τύπου συμμορία, μια ιστορική καρικατούρα του γερμανικού χιτλερισμού – και για αυτό είναι ένας καθημερινός κίνδυνος, γεγονός το οποίο πρέπει να λάβουν, επιτέλους, σοβαρά υπόψη τους οι εκπρόσωποι της δικαιοσύνης. Ο “Εθνικοσοσιαλισμός” της “Χρυσής Αυγής” δεν παραπέμπει στον Μουσολίνι, τον Φράνκο ή τον δικό μας Ιωάννη Μεταξά, αλλά στον Αδόλφο Χίτλερ. Και οι ιστορικές διαφορές είναι κραυγαλέες, όσο και αν η γενικόλογη χρήση του χαρακτηρισμού “φασίστας” συγχέει τα πράγματα. Για μια ακόμη φορά: η “Χρυσή Αυγή” δεν είναι φασιστικό κόμμα, αλλά νεοχιτλερικό κίνημα ανοικτής βίας – μια συμμορία σε σκοτεινούς δρόμους.
Από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε ο διπλός χαρακτήρας της οργάνωσης, “κόμμα βιτρίνα και συμμορία σε ένα”, τα “αφεντικά” αυτής της καρικατούρας του χιτλερισμού προσπαθούν να δώσουν νομιμοφάνεια στη δράση τους και να συγκαλύψουν το έγκλημα και την ανοικτή βία ως θεμελιώδη στοιχεία της “κοσμοθεωρίας” τους. Σε αυτό το σημείο ευλόγως τίθεται το ερώτημα: εάν είναι έτσι τα πράγματα γιατί δεν απαγορεύεται η λειτουργία της “Χρυσής Αυγής”; Η απάντηση είναι πολύ απλή: οι δημοκρατίες κρίνονται από τη στάση τους απέναντι στους αντιπάλους τους, ακόμη και όταν αυτοί είναι εντελώς βλάκες ή καθάρματα – από την άλλη οι θεσμοί της δημοκρατικής πολιτείας, οφείλουν να ξεδοντιάσουν τα μέλη της αγέλης μεμονωμένα ή και την οργάνωση στο σύνολό της, εάν δεν συμμορφώνονται με τη νομιμότητα. Τα υπόλοιπα είναι υπόθεση της κοινωνίας των πολιτών, των πολιτικών κομμάτων, των επιστημονικών φορέων, των συνδικάτων.
Η “Σοσιαλιστική Προοπτική” σε αντίθεση με τα παλαιοκαθεστωτικά κόμματα και με αίσθημα ευθύνης απέναντι στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της νέας γενιάς επιθυμεί και θα προσπαθήσει να αναδείξει τους σοβαρότατους κινδύνους που εγκυμονεί η παρουσία της “Χρυσής Αυγής” στο ελληνικό κοινοβούλιο. Η παρουσία αυτή δεν επιτρέπεται να γίνει κανονικότητα στην πολιτική ζωή του τόπου. Τα παλαιοκαθεστωτικά κόμματα θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη μικροπολιτική και τον καιροσκοπισμό της πρόσκαιρης κομματικής ιδιωφέλειας και να κινηθούν στο πλαίσιο ενός εποικοδομητικού “συνταγματικού πατριωτισμού”, ενώ ο χώρος της ποικιλώνυμης Αριστεράς θα πρέπει να αποχαιρετήσει τη ρηχή έννοια του “αντιφασισμού” και να προχωρήσει σε μια θετική αντιμετώπιση του φαινομένου. Ο φασισμός παλιός και νέος κινείται στο ημίφως της ασάφειας και αντλεί δύναμη από την άγνοια των πολιτών. Οι μορφές του βίαιου αντιφασισμού, στον οποίο έχουν εμπλακεί τμήματα της ελληνικής νεολαίας, κυρίως λόγω των αδυναμιών της παλαιοκαθεστωτικής πολιτικής τάξης (και του εκπαιδευτικού συστήματος) να διαχειριστεί επαρκώς τις κρίσεις νοήματος στην ελληνική κοινωνία, είναι εξίσου ατελέσφορες. H εξάπλωση της βίας στο δημόσιο χώρο ευνοεί, σε βάθος χρόνου, μόνο τη φασιστική εκτροπή: όπου απαντάται η βία με βία, νομιμοποιεί η βία της “απάντησης” τη βία της δράσης – η ομαδική βία στο δημόσιο χώρο πριμοδοτεί “φασιστικές” εκτροπές στην καθημερινότητα.
Για την περίπτωση της “Χρυσής Αυγής” σημειώνουμε, επίσης, ότι: αν παραμερίσει κανείς τη ρητορεία της βίας, τις άνανδρες επιθέσεις εις βάρος ανυπεράσπιστων ανθρώπων και τον “κοσμοθεωρητικό” φανατισμό, θα έλθει αντιμέτωπος με μια πολύ φαιδρή πραγματικότητα- οι εγκληματίες δεν είναι παρά κωμικά φοβισμένα ανθρωπάκια, όπως και τα “αφεντικά” τους. Κανείς “ηγέτης” του χιτλερισμού δεν ανέλαβε στη Δίκη της Νυρεμβέργης την ευθύνη των πράξεών του, κανένα “αφεντικό” της “Χρυσής Αυγής” δε θα σηκωθεί στα ελληνικά δικαστήρια να αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία του νεαρού μουσικού Παύλου Φύσα. Απέναντι σε αυτή τη θρασυδειλία οι Έλληνες στάθηκαν αντιμέτωποι στα βουνά της Αλβανίας, στα οχυρά του Ρούπελ, στην Κρήτη, στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας, στην πείνα της Κατοχής, στο Έλ Αλαμέιν και στο Ρίμινι: και αυτή η ιστορία δεν παραγράφεται, όσο και αν κάποιοι πανύβλακες χαιρετούν σήμερα χιτλερικά, μαγαρίζουν το δέρμα τους με αγκυλωτούς σταυρούς και άλλα σύμβολα της χιτλερικής παραφροσύνης – και κρύβονται πίσω από τον παραπλανητικό ισχυρισμό, ότι όλα αυτά είναι “ελληνικά”.
Πρώτιστη ευθύνη της δημοκρατικής πολιτείας είναι να περιορίσει την έκταση της βίας, για να περιοριστεί και ο αριθμός των ευεπίφορων που θα πέσουν στα πλοκάμια της συμμορίας του “πολιτικοποιημένου εγκλήματος”: στη συνέχεια θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην δημοκρατική διαπαιδαγώγηση των πολιτών - για να αρχίσει ο ελληνικός λαός να επιλέγει με υπευθυνότητα το είδος της κεφαλής πάνω στους ώμους του με την οποία επιθυμεί να βαδίζει στη ζωή και στον κόσμο.
Υ.Γ.: Οι προπαγανδιστές της “Χρυσής Αυγής” αναζητούν το γενεαλογικό δένδρο τους στην ιστορία της ελληνικής Ακροδεξιάς, αλλά – τολμώ να ισχυρισθώ – ότι η προδοσία τους είναι ακόμη μεγαλύτερη και από εκείνη των δωσίλογων και των “ταγματασφαλιτών” και, υπό αυτή την έννοια, δεν έχουν καμία ρίζα συνέχειας στην ελληνική ιστορία: εκείνοι πρόδωσαν τη χώρα και τους εαυτούς τους σε μια ορισμένη χρονική στιγμή, οι “χρυσαυγίτες” προδίδουν διαρκώς τη συνολική ιστορία αυτού του τόπου. Και δεν εννοώ τις εμετικές αναφορές τους εις βάρος της Εθνικής Αντίστασης των Ελλήνων κατά της Τριπλής Κατοχής, με πρόφαση τον αντικομουνισμό τους, αλλά την ουσιώδη διαφορά τους από την ελληνική εκδοχή του φασισμού, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Για τους χρυσαυγίτες ισχύει, μεταξύ άλλων, αυτό που σημείωσε ο Ιωάννης Μεταξάς στο Ημερολόγιο του για τον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Βερολίνο: “Τηλεγράφημα τελευταίον Ραγκαβή. Μας συμβουλεύει προσπέσωμεν εις Χίτλερ και ζητήσωμεν ειρήνην προς Ιταλίαν, δηλαδή ν΄ ατιμασθώμεν. Άλλως, λέγει, θα μας επιτεθεί η Γερμανία. Είναι μωρός και κακοήθης”. Αυτός ο πρεσβευτής στο Βερολίνο, τον οποίο αναφέρει ο Ιωάννης Μεταξάς, είναι αδελφός του στρατηγού Νικολάου Ραγκαβή, ο οποίος ήταν νυμφευμένος με Γερμανίδα, και έγινε υπουργός-γενικός διοικητής της Μακεδονίας, στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση του στρατηγού Γεωργίου Τσολάκογλου, από το Μάιο έως το Δεκέμβριο του 1941. [Δημήτρης Κιτσίκης, Η Ελλάς της 4ης Αυγούστου και αι μεγάλαι δυνάμεις. Τα αρχεία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών 1936-1941, σ. 138]
Ο χαριτόβρυτος “αρχηγός-φύρερ” και τα υπόλοιπα “αφεντικά” της Χρυσής Αυγής μας ζητούν να “προσπέσουμε” αναδρομικά στον Χίτλερ και να ζητήσουμε υποταγή: ηθική υποταγή - να αναθεωρήσουμε το παρελθόν μας και να παραδεχθούμε ότι ευρισκόμασταν από την λανθασμένη πλευρά της ιστορίας. OXI!
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής”