Οι σοβαρές ανακατατάξεις στην παγκόσμια παραγωγή και κατανομή πλούτου και η ως εκ τούτου ένταση του ανταγωνισμού, δημιουργούν –σε συνδυασμό με την χρηματοοικονομική κρίση– νέα και πιο ευαίσθητα κοινωνικά περιβάλλοντα
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η περίφημη φράση του Ηράκλειτου «τα πάντα ρει», η οποία πριν 160 χρόνια αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης της φιλοσοφίας του Καρόλου Μαρξ για την εξέλιξη των βιομηχανικών κοινωνιών που τότε βρίσκονταν στην φάση της εφηβείας τους, ίσως σήμερα να είναι πολύ πιο επίκαιρη και ουσιαστική σε περιεχόμενο. Και τούτο διότι ο σημερινός κόσμος αλλάζει με υπερβολική ταχύτητα και η δύναμη της τελευταίας έχει, όχι λίγες φορές, σαρωτικές επιπτώσεις στην οικονομία και τις κοινωνικές δομές. Είναι δε σαφές ότι η ταχύτητα αυτή αποτελεί και την κινητήρια δύναμη της παγκοσμιοποίησης, η οποία επίσης διευρύνεται αλλά και βαθαίνει πλέον με ρυθμούς που δύσκολα μπορεί να παρακολουθήσει κανείς. Στο πλαίσιο αυτό, όπως γράφει ο τραπεζίτης Τζιμ Ο’Νηλ στο βιβλίο του «Ο Χάρτης της Ανάπτυξης», η τεχνολογία και η ταχύτατη διάδοσή της είναι η κινητήρια δύναμη μιας νέας εντυπωσιακής φάσης της παγκοσμιοποίησης. Έτσι, τα οικονομικά μας μοντέλα προσπαθούν να συμβαδίσουν με την εξέλιξη αυτή, η οποία διαβρώνει τα εθνικά σύνορα και επιταχύνει τις κυκλοφορίες ανθρώπων, κεφαλαίων και πληροφοριών.
Δεν χωράει έτσι καμμία αμφιβολία ότι, στη δίνη αυτών των μεταβολών, ραγδαίες υπήρξαν και οι πολιτικές αλλαγές που συνέβησαν τα είκοσι και πλέον χρόνια που πέρασαν. Σήμερα λοιπόν, όπως γράφει ο Ο’Νηλ, ύστερα από πολλά χρόνια απομόνωσης σε ένα κλειστό σύστημα οικονομίας, 1,3 δισεκατομμύρια Κινέζοι και κάπου 140 εκατομμύρια Ρώσοι έχουν το δικαίωμα να ζουν όπως οι Δυτικοί και σε πολύ μεγάλο βαθμό να κάνουν τις ίδιες καταναλωτικές επιλογές. Παρότι ζουν υπό διαφορετικά πολιτικά συστήματα, είναι προφανές ότι επιθυμούν διακαώς τους καρπούς του ατομικού πλούτου. Λέγεται ότι στην ιστοσελίδα της ποδοσφαιρικής ομάδας Manchester United είναι εγγεγραμμένοι 70 εκατομμύρια Κινέζοι. Τα McDonald`s κάνουν θραύση στην Κίνα και στην Ρωσία. Ο αριθμός των καταστημάτων τα οποία πωλούν κομψά, μοντέρνα ρούχα αυξάνεται και στις δύο αυτές χώρες. Ο κύκλος εργασιών της γαλλικής εταιρείας ειδών πολυτελείας Louis Vuitton έχει διογκωθεί θεαματικά στην κινεζική αγορά και όχι μόνον.
Από την άλλη πλευρά, όμως, οι μεγάλες αναδυόμενες χώρες (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα), οι αποκαλούμενες BRIC, άνοιξαν τα σύνορά τους, μπήκαν ορμητικά στην παγκόσμια αγορά και εφαρμόζουν βελτιωμένες όλες τις μακροοικονομικές πρακτικές που συνέβαλαν στην εντυπωσιακή μεγέθυνση του δυτικού κόσμου.
Μπροστά λοιπόν στις νέες καταστάσεις που προκύπτουν από αυτές τις νέες εξελίξεις, το γνωστό βρεταννικό περιοδικό The Economist πριν λίγο καιρό έκανε λόγο για την ανάγκη μιας «Νέας Προοδευτικότητας», ώστε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες κοινωνίες να γίνουν πιο δίκαιες –χωρίς όμως αυτό να πλήξει το επιχειρείν και την ικανότητά του να δημιουργεί πλούτο. Αυτή είναι σήμερα η νέα μεγάλη πρόκληση, σε μία περίοδο όπου η οικονομική παγκοσμιοποίηση και οι σύγχρονες τεχνολογίες δημιουργούν ένα νέο περιβάλλον, στο πλαίσιο του οποίου επανακαθορίζεται ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας, αφ’ ενός, και η χρηματοοικονομική διάστασή του, αφ’ ετέρου. Όπως αναφέρει και το Economist, υπάρχει πλέον δραματική ανάγκη για «Πραγματική Προοδευτικότητα». Ποιο όμως πρέπει να είναι το περιεχόμενό της, με δεδομένες στην Δύση τις τραυματικές εμπειρίες από τις υπερβολές και τις καταχρήσεις του αποκαλούμενου κράτους-προνοίας;
Ένα κράτος-προνοίας το οποίο για μακρά περίοδο στηρίχθηκε στα φορολογικά έσοδα και τον δανεισμό, ξεχνώντας ότι στο άλλο σκέλος υπάρχουν και δαπάνες. Όπως επισημαίνουν ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ) και η Παγκόσμια Τράπεζα, καθώς και διεθνή οικονομικά Ιδρύματα, οι δαπάνες του κράτους-προνοίας διογκώθηκαν σε υπερθετικό βαθμό, όχι προς όφελος των πτωχών αλλά υπέρ καλά οργανωμένων συμφερόντων, με ισχυρές πολιτικές δικτυώσεις. Έτσι, στο εσωτερικό του κράτους-προνοίας δημιουργήθηκαν ισχυρές συντεχνιακές αρθρώσεις, οι οποίες αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο απορροφούσαν και σε μεγάλο βαθμό απορροφούν πολύτιμους κοινωνικούς πόρους, οι οποίοι θα έπρεπε να δαπανώνται για την καταπολέμηση των ανισοτήτων.
Πέρα έτσι από τις ανισότητες που δημιούργησε αυτή η ίδια η λειτουργία της ελεύθερης οικονομίας και οι οποίες εντάθηκαν τα τελευταία τριάντα χρόνια, ανισογενές υπήρξε και το ίδιο το κράτος-προνοίας, το οποίο σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπο με σοβαρά δημογραφική και διαρθρωτικά προβλήματα. Όπως τονίζει και ο γνωστός Γάλλος οικονομολόγος Ζακ Ατταλί, πρώην σύμβουλος του σοσιαλιστή προέδρου Φρανσουά Μιττεράν, τα περισσότερα κράτη-προνοίας στην Δύση είναι ελλειμματικά λόγω υπερδανεισμού και από κακή διαχείριση έχουν δημιουργήσει κοινωνικές φούσκες που δεν μπορούν πλέον να αντέξουν στην πίεση της χρηματοοικονομικής κρίσης. «Σε πολλές χώρες της Δύσης», γράφει ο Ζ.Ατταλί, «τα δημόσια χρέη χρησιμοποιήθηκαν για καταναλωτικούς σκοπούς και άρα είναι κακά χρέη που δύσκολα μπορούν να αποπληρωθούν από την δυτική παραγωγική μηχανή». Ακόμα χειρότερα, τόσον ο Ζ.Ατταλί όσο και το Economist συμφωνούν ότι τα χρέη αυτά παράγουν πρόσθετες ανισότητες, που εντείνουν τις αντίστοιχες που παράγει η σύγχρονη οικονομική δραστηριότητα.
Ποιες είναι λοιπόν οι λύσεις στο σημερινό πρόβλημα –το οποίο, βεβαίως, διαφέρει αισθητά από το αντίστοιχο του κραχ του 1929 που κάποιοι μονότονα επικαλούνται; Μία πρώτη λύση είναι η φιλελευθεροποίηση με κοινωνικό πρόσωπο του κρατικού καπιταλισμού στις αναπτυσσόμενες χώρες (Κίνα, Ινδία, Ρωσία, Βραζιλία, Ινδονησία, Βιετνάμ, Μαλαισία), ώστε να ενισχυθούν η εσωτερική ζήτηση και η ανταγωνιστικότητα. Προτείνεται επίσης η απαλλαγή των τραπεζικών συστημάτων στις χώρες αυτές από τον στενό κρατικό έλεγχο και ο προσανατολισμός τους προς την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες σήμερα έχουν μεγάλες δυνατότητες δημιουργίας εισοδήματος προς διανομή. Στην Δύση προτείνεται η κατάργηση των καρτέλ όπου υπάρχουν, η μη χρηματοδότηση τραπεζών όταν αυτές περιέρχονται σε αδιέξοδο από δικά τους λάθη και η χρηματοδοτική ενίσχυση της εκπαίδευσης για να ενισχυθεί η δημιουργία ίσων ευκαιριών για τους πολλούς.
«Στις αναπτυγμένες χώρες είναι πλέον ζωτική ανάγκη να ενισχυθούν οι επενδύσεις, η δε μεταφορά πόρων αντί να γίνεται προς τους πιο ηλικιωμένους και πιο εύπορους να ακολουθεί τον δρόμο των νέων και των πτωχότερων», αναφέρει στο ειδικό αφιέρωμά του το Economist. Ο δε Ζακ Ατταλί τονίζει ότι «η ανεργία των νέων είναι πολύ σημαντικότερο πρόβλημα από τον αριθμό των ημερών που θα πάνε διακοπές κάποιοι συνταξιούχοι. Επίσης, η χρηματοδότηση της δια βίου μάθησης για όλους έχει πολύ βαθύτερη σημασία από τον αριθμό προνομίων που θέλουν να διατηρούν ή και να αποσπούν κάποιες συντεχνίες».
Ο αρθρογράφος του βρεταννικού περιοδικού Ζάννυ Μίντο επισημαίνει, από την πλευρά του, ότι στις αναπτυγμένες κυρίως χώρες απαιτείται το φορολογικό σύστημα να γίνει πιο ορθολογικό και άρα πιο αποτελεσματικό. Η φορολογία, γράφει, πρέπει να αποτελεί πηγή χρηματοδότησης της κρατικής δαπάνης και όχι τιμωρία των πλουσίων. Πρέπει επίσης να αναθεωρηθεί προς τα πάνω το φορολογικό καθεστώς της ιδιοκτησίας και είναι βέβαιο ότι θα καταστεί προοδευτική και αποτελεσματική πηγή δημοσίων εσόδων.
Είναι ακόμα ανάγκη να επανεξετασθεί η φορολόγηση των κληρονομιών κατά τρόπο τέτοιον ώστε τα έσοδα να κατανέμονται ευρύτερα απ’ ό,τι σήμερα. Είναι θετικό το γεγονός ότι την διάσταση αυτή της φορολογίας την έχουν καταλάβει κάποιες από τις αναδυόμενες οικονομικά χώρες, όπως η Βραζιλία για παράδειγμα, η οποία πρωτοπορεί επίσης και σε μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό της σύστημα, όπως και σε αυτό των συντάξεων.
Είναι σαφές ότι στις αναδυόμενες οικονομίες οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αποφύγουν τα λάθη και τις υπερβολές που σημειώθηκαν στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη-προνοίας την εποχή των παχειών αγελάδων. Έτσι, οι κοινωνικές πολιτικές που ακολουθούν προσπαθούν να περιορίσουν τις ανισότητες όχι προσφέροντας απλόχερα δώρα στις προνομιούχες ομάδες πίεσης, αλλά δημιουργώντας καθεστώς ίσων ευκαιριών. Και ένα τέτοιοι καθεστώς ξεκινά από την εκπαίδευση και όχι από την καταθλιπτική προστασία των ηλικιωμένων. Σε συνθήκες ίσων ευκαιριών, μπορούν να αναπτυχθούν δημιουργικές δυνάμεις σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα και αυτές οι τελευταίες είναι που οδηγούν τελικά στην ανάπτυξη και την καινοτομία.
Η «Νέα Προοδευτικότητα», λοιπόν, κατά το Economist, είναι η ορθολογική και αποτελεσματική διαχείριση των δημοσίων δαπανών προς όφελος όλης της κοινωνίας, με επίκεντρο τους νέους και τους πτωχούς της. Και από την άποψη αυτή στο σχετικό αφιέρωμα γίνεται ξεχωριστή μνεία στην επανεξέταση του σουηδικού μοντέλου, το οποίο, έχοντας ξεφύγει από τον επίπεδο εξισωτισμό του παρελθόντος, παρουσιάζει σήμερα στην Ευρώπη και όχι μόνον τις υψηλότερες οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, όλα δείχνουν ότι το γνωστό κοινωνικό παράδειγμα που από χρόνια τώρα αναπτύχθηκε και καθιερώθηκε στην Δυτική Ευρώπη, ήδη αποτελεί αίτημα προς μίμηση και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, που τί το πιο φυσικό από το να ζητά και αυτός δίκτυα προστασίας, θέτοντας έτσι μία νέα και παγκόσμια κοινωνικο-πολιτική πρόκληση –την οποία θα αναλύσουμε σε ξεχωριστό σημείωμά μας.
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου