Ζουν στο «πέρασµα». Το µοναδικό µέρος στα σύνορα µε την Τουρκία που µπορείς να διασχίσεις παράνοµα χωρίς να βρέξεις τα πόδια σου. Εκεί θα στηθεί ένας φράχτης για να ανακόψει τη λαθραία ροή µεταναστών. Ενα έργο που για τους ντόπιους δεν θα λύσει το πρόβληµα. Απλώς, θα το µετατοπίσει.
Οι δρόµοι σβήνουν µέσα στην οµίχλη. Η υγρασία σε τσιµπάει στο πρόσωπο. Ενα ακόµα βαρύ χάραµα στην πόρτα της Ευρώπης. Οι οκτώ άνδρες µε τα λασπωµένα παντελόνια δεν έχουν προλάβει να δουν τον νέο κόσµο στον οποίο έφτασαν. Ηρθαν περπατώντας. Μέσα στη νύχτα. Οι συστάσεις µε τους δύο συνοριοφύλακες στην πλατεία της Νέας Βύσσας είναι λακωνικές. ∆εν υπάρχουν χαρτιά, ούτε ονόµατα. Μόνο χρώµατα και χώρες. Οι λευκοί δηλώνουν Παλαιστίνιοι. Οι µαύροι από τη Ρουάντα. Στο λεωφορείο που επιβιβάζονται τα καθίσµατα έχουν καλυφθεί µε νάιλον. Οι οκτώ κουρνιάζουν στις θέσεις τους. Τα βλέφαρά τους βαραίνουν. Καθώς το χωριό γύρω τους ξυπνά, αυτοί παραδίνονται στην κούρασή τους. Οταν κινείσαι για πρώτη φορά σε µια µικρή κοινωνία σε εγκλωβίζουν τα βλέµµατά της. Οµως το λεωφορείο της Frontex, της οµάδας φύλαξης των συνόρων της Ε.Ε., δεν είναι καινούργιο στη γειτονιά. Ούτε οι επιβάτες του.
Οι δρόµοι σβήνουν µέσα στην οµίχλη. Η υγρασία σε τσιµπάει στο πρόσωπο. Ενα ακόµα βαρύ χάραµα στην πόρτα της Ευρώπης. Οι οκτώ άνδρες µε τα λασπωµένα παντελόνια δεν έχουν προλάβει να δουν τον νέο κόσµο στον οποίο έφτασαν. Ηρθαν περπατώντας. Μέσα στη νύχτα. Οι συστάσεις µε τους δύο συνοριοφύλακες στην πλατεία της Νέας Βύσσας είναι λακωνικές. ∆εν υπάρχουν χαρτιά, ούτε ονόµατα. Μόνο χρώµατα και χώρες. Οι λευκοί δηλώνουν Παλαιστίνιοι. Οι µαύροι από τη Ρουάντα. Στο λεωφορείο που επιβιβάζονται τα καθίσµατα έχουν καλυφθεί µε νάιλον. Οι οκτώ κουρνιάζουν στις θέσεις τους. Τα βλέφαρά τους βαραίνουν. Καθώς το χωριό γύρω τους ξυπνά, αυτοί παραδίνονται στην κούρασή τους. Οταν κινείσαι για πρώτη φορά σε µια µικρή κοινωνία σε εγκλωβίζουν τα βλέµµατά της. Οµως το λεωφορείο της Frontex, της οµάδας φύλαξης των συνόρων της Ε.Ε., δεν είναι καινούργιο στη γειτονιά. Ούτε οι επιβάτες του.
Οι ντόπιοι έχουν δει πολλούς παράνοµα εισερχόµενους µετανάστες να διασχίζουν τα εδάφη τους. Μέχρι και 300 τη µέρα. Οι Αρχές θέλουν να µειώσουν τη µαζική ροή στο ελάχιστο, χτίζοντας έναν φράχτη 12,5 χλµ. στα χερσαία σύνορα της Ελλάδας µε την Τουρκία. Στις άκρες του θα βρίσκονται η Νέα Βύσσα και οι Καστανιές Εβρου. ∆ύο χωριά-περάσµατα για τους ξένους που κατευθύνονται στην Αθήνα. Σύµφωνα µε τους κατοίκους τους, ο φράχτης δεν πρόκειται να αλλάξει πολλά στην καθηµερινότητά τους. Τα µέρη τους δεν υπήρξαν ποτέ σταθµός. Τα περιστατικά ζηµιών ή βίας από µετανάστες είναι ελάχιστα. Λίγοι είναι όσοι θέλουν τον φράχτη γιατί θα τους «παρέχει προστασία». Στον καιρό της οικονοµικής κρίσης, για τους ακρίτες του Εβρου αυτό το έργο δεν σηµαίνει ασφάλεια, αλλά κυρίως µεροκάµατο. Η Νέα Βύσσα στηρίζεται µετά βίας από την παραγωγή σπαραγγιών. Και στις Καστανιές, βιοτεχνίες µε παράδοση στο σάρωθρο έχουν µετακοµίσει στη Βουλγαρία. «Ας βάλουν νέους από τα χωριά να χτίσουν τον φράχτη.
Ας δώσουν δουλειά εδώ», λέει ο Στέλιος Κασπαρίδης, ιδιοκτήτης καφετέριας στον Αρδα. Η ανεργία έχει στραγγίσει τα δύο χωριά από τις πιο παραγωγικές τους οµάδες. Τους νέους και τις οικογένειες. Ο ξενιτεµός έχει ριζώσει σε αυτό το µέρος. Το 1923 ήταν η χρονιά του πρώτου αποχαιρετισµού. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης οι έλληνες κάτοικοι της Μπόσνας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό τους. Τα εδάφη τους πέρασαν στην τουρκική πλευρά. Εγκαταστάθηκαν 4 χλµ νοτιότερα, µε την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν στα παλιά τους σπίτια. Σήµερα, η Μπόσνα ζει στις ασπρόµαυρες εικόνες των κατοίκων της Νέας Βύσσας. Ο Ευάγγελος Κανίδης, ο βενζινοπώλης του χωριού, φυλάει στο πρατήριο µια φωτογραφία του παππού του που γεννήθηκε το 1894 στην Τουρκία. Αλλά, όπως οι περισσότεροι συντοπίτες του, θυµάται καλύτερα το «Ελντοράντο». Την εποχή της ευµάρειας, που ξεδιπλώθηκε µετά το κύµα ξενιτεµού τη δεκαετία του ‘50 στη Γερµανία. Τότε που η Νέα Βύσσα έφτανε τους 7.000 κατοίκους και στην αγορά κυκλοφορούσε χρήµα.
Στα καφενεία έπαιζαν ζάρια και χαρτιά και στα σύνορα κάποιοι ζούσαν από το λαθρεµπόριο χασίς και δερµάτινων. Από εκείνη την εποχή βαστάνε ακόµη οι µετόπες των κτιρίων. Θυµίζουν σαλούν της Αγριας ∆ύσης. Οι χτίστες τους τα εµπνεύστηκαν από τα γουέστερν. Ηταν µαγαζιά που σήµερα ερηµώνουν.
Ενα δεύτερο κύµα φυγής στο εξωτερικό και τη γειτονική Ορεστιάδα άφησε το χωριό µε 2.000 κατοίκους. Οι περισσότεροι συνταξιούχοι του ΟΓΑ. Συχνάζουν στον καφενέ του «Σερίφη», απέναντι από τις ράγες του τρένου στις οποίες περπατούν συχνά οι λαθροµετανάστες. Πριν από µερικές µέρες, ο ιδιοκτήτης του Χρήστος Κυριακίδης έδωσε σε έναν άνδρα από το Πακιστάν κάλτσες και παπούτσια. Είχε φτάσει έξω από το µαγαζί του ξυπόλητος.
gpapadopoulos@dolnet.gr
ΝΕΑ ΒΥΣΣΑ - ΚΑΣΤΑΝΙΕΣ
Σύµφωνα µε τους κατοίκους τους, ο φράχτης δεν πρόκειται να αλλάξει πολλά στην καθηµερινότητά τους
«Είµαστε όλοι µέρος ενός παιχνιδιού»
ΟΙ ΝΤΟΠΙΟΙ είχαν συνηθίσει την «παρέλαση» των ξένων. Ετσι την αποκαλούσαν όταν µέσα στο 2010 µπουλούκια παράνοµων µεταναστών έφταναν στα µέρη τους. Ανάµεσά τους ασυνόδευτα παιδιά, γυναίκες µε βρέφη, ανάπηροι πάνω στο καροτσάκι τους. Η ενεργοποίηση της Frontex και ο χειµώνας έχουν µειώσει τη ροή. ∆ύσκολα ξεπερνούν τους 30 την ηµέρα. Οι περισσότεροι είναι καλοντυµένοι. Οπως δύο Αλγερινοί που συναντήσαµε ένα πρωινό στις ράγες. ∆ερµάτινα παπούτσια, τσόχινο µπουφάν, ασηµένιοι κρίκοι στα αυτιά. Είχαν αλλάξει µετά τα σύνορα. Το καλοκαίρι ο ∆ηµήτρης Κοµνηνός ήταν από τους πρώτους που τους καλωσόριζαν. Ανοιγε στις 4.30 το πρωί για να φτιάξει µπουγάτσα. «Μόλις έβλεπαν φως, έρχονταν από την απέναντι στάση. Ζητούσαν καφέ και φαγητό και πάντα πλήρωναν. Κάθε πρωί 15 άτοµα έτρωγαν εδώ. Και µετά ήθελαν να φωνάξω την Αστυνοµία», λέει. Από εκεί στο κέντρο υποδοχής και µετά στην Αθήνα µε ειδικά δροµολόγια του ΚΤΕΛ των 60 ευρώ ή 85 δολαρίων. Η κοινωνία της µεθορίου έχει µάθει να ζει δίπλα στους ξένους. Κάθε καλοκαίρι στα χωράφια της Ν. Βύσσας και των Καστανιών δουλεύουν πάνω από 1.000 βούλγαροι εποχικοί εργάτες µε 17 ευρώ µεροκάµατο. Κάποιοι φιλοξενούνται σε σπίτια χωρικών. Το ραδιόφωνο πιάνει τουρκικούς σταθµούς. Και όταν καθαρίζει ο ουρανός, διακρίνονται οι µιναρέδες της Αδριανούπολης. Εκατοντάδες είναι οι άνδρες της Εθνοφυλακής που λένε ότι «φυλάνε Θερµοπύλες» στη Νέα Βύσσα. Ο Νικόλαος Καζαντζής έχει στο δωµάτιό του ένα G3 και 200 σφαίρες. «Οι λαθροµετανάστες δεν δηµιουργούν φασαρίες.
Απλά περνούν από εµάς. Μάλλον ξέρουν ότι έχουµε όπλα και φοβούνται. Ο φράχτης ίσως τους εµποδίσει, αλλά δεν θα λύσει το πρόβληµα», λέει.
Αλλάζουν τα δροµολόγια
Για τον αστυνοµικό διευθυντή Ορεστιάδας, Γεώργιο Σαλαµάγκα, ο φράχτης είναι απαραίτητο «µέτρο που θα εκµηδενίσει τη µαζική ροή λαθροµεταναστών από τα χερσαία σύνορα». Το σηµείο όπου πιθανόν θα τοποθετηθεί βρίσκεται ανάµεσα σε δύο καρόδροµους, ο ένας ελληνικός και ο άλλος τουρκικός. Αντίστοιχοι φράχτες υπάρχουν στις ισπανικές πόλεις Θέουτα και Μελίγια, στα σύνορα µε το Μαρόκο. Είναι διπλοί, φτάνουν τα οκτώ και δώδεκα χιλιόµετρα µήκος και τα έξι µέτρα ύψος. Εκαστος στοίχισε 30 εκατοµµύρια ευρώ. Το 2005, δεκατρία άτοµα πέθαναν στην προσπάθειά τους να τους περάσουν. Το 2006 οι νεκροί ήταν τρεις.
Η τελευταία απόπειρα αναρρίχησης έγινε τον περασµένο Νοέµβριο. «Οι φράχτες σταµάτησαν τους ανθρώπους εκεί. Αλλαξαν όµως τα δροµολόγιά τους. Πλέον οι διακινητές τούς εκµεταλλεύονται πιο εύκολα», µας λέει η Μαρία Χεσούς Βέγκας, εκπρόσωπος της Υπατης Αρµοστίας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ισπανία. «Τον πεινασµένο δεν τον σταµατάς. Υπάρχουν κι άλλοι δρόµοι», λένε κάτοικοι της Νέας Βύσσας.
Αναγνωρίζουν και αυτοί ότι µε τον φράχτη οι µετανάστες θα παίρνουν µεγαλύτερα ρίσκα. Το 2010 η Αστυνοµία συνέλαβε 56 τούρκους βαρκάρηδες-διακινητές στον Εβρο. Το πέρασµα από το ποτάµι – το εναλλακτικό δροµολόγιο – είναι επικίνδυνο. Ειδικά όταν φουσκώνουν τα νερά.
Πέρυσι, σύµφωνα µε τη Frontex, 40 άτοµα ανασύρθηκαν πνιγµένα στις ελληνικές όχθες του ποταµού.
Οταν υψωθεί ο φράχτης στον Εβρο, απέναντι θα βρίσκεται η Αδριανούπολη. Ενα µέρος µε την κοσµοπολίτικη αύρα των Βαλκανίων. Εκεί όπου ο συντηρητισµός απέχει από τον προοδευτισµό ένα τετράγωνο, όσο και το τζαµί από την κλινική κοσµητικής χειρουργικής. Η τουρκική κοινή γνώµη αγνοεί το ζήτηµα του φράχτη. Οι τηλεοράσεις δεν το παίζουν. Οσοι επισκέπτονται την Ελλάδα έχουν άποψη και δεν διστάζουν να την πουν. «Ο φράχτης χρειάζεται. Πώς θα αντέξει η Ελλάδα κι άλλο κόσµο µε αυτή την οικονοµία;», λέει ο Τζενκίζ Βεζνικλί, συνταξιούχος τελωνειακός. «∆εν µπορείς µε έναν φράχτη να χωρίζεις δύο λαούς», λέει ο Μεχµέτ Γκραµεσίν, µέλος ενός πολιτιστικού συλλόγου που ταξιδεύει συχνά στην Ορεστιάδα. Ο φράχτης όµως δεν θα σηκωθεί για αυτούς που θα χωρίσει. Θα στηθεί για όσους θέλει να σταµατήσει. Οπως ο Ιρακινός Μοχάµεντ Ντία. Βρίσκεται στο Φυλάκιο Εβρου πάνω από µήνα, σε έναν χώρο για 374 άτοµα που τώρα φιλοξενεί περισσότερους από 500. Μας φωνάζει γαντζωµένος από τα κάγκελα, αφού δεν µας έχει επιτραπεί η είσοδος. «Είµαστε µέρος ενός παιχνιδιού.
Βγάζουν χρήµατα από εµάς. Τα πράγµατα είναι απλά. Ας µας ελευθερώσουν ή ας µας απελάσουν. Κι αν δεν µας θέλουν, ας κλείσουν τα σύνορά τους».
΄ LINK: Δείτε το φωτορεπορτάζ και το βίντεο των «ΝΕΩΝ» στο www.tanea.gr
1 Σχόλια
Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου