Όταν η Eurostat ανακοίνωσε στα ξαφνικά ότι το έλλειμμα του 2009 θα έπρεπε για μια ακόμα φορά να αναθεωρηθεί, παρά το γεγονός ότι στην κεφαλή της ελληνικής στατιστικής υπηρεσίας είχε επιτέλους τεθεί άνθρωπος αξιόπιστος, από τα σπλάχνα μάλιστα του ΔΝΤ, και παρά το γεγονός ότι στο πρόσφατο παρελθόν είχε αναθεωρηθεί, προφανώς προς τα πάνω, για άλλες 999 φορές, η κοινή γνώμη δέχτηκε το νέο αυτό κακό περίπου σαν λογικό και αυτονόητο. Όπως περίπου θα δεχόταν το φόρτωμα ακόμα μιας ξεκρέμαστης κλοπής σ’ ένα σεσημασμένο
κλεφτρόνι, ή ακόμα μιας απιστίας στην πεταχτούλα παντρεμένη του 3ου.
κλεφτρόνι, ή ακόμα μιας απιστίας στην πεταχτούλα παντρεμένη του 3ου.
Ελάχιστες ήταν οι εκπεφρασμένες αμφιβολίες και τα ερωτηματικά για τη σκοπιμότητα αυτού του τόσο οδυνηρού για τον κόσμο, γεγονότος. Ερωτηματικά, όπως για το ενιαίον ας πούμε της εφαρμογής των εν λόγω κριτηρίων υπολογισμού δημοσίων ελλειμμάτων και στην υπόλοιπη ευρωπαϊκή κοινότητα, με τους τόσο διαφορετικά διαρθρωμένους δημόσιους τομείς, ή όπως για το εάν οι επιδιώξεις της πήγαιναν μακρύτερα και πέρα από την πιστή εφαρμογή των κανόνων μιας ουδέτερης λογιστικής τέχνης.
Μετά την απότομη πτώση από τον παράδεισο των «αδέκαστων» οίκων αξιολόγησης Fitch, S&P, Moody’s κλπ, είχαμε κάθε λόγο να ψυλλιαζόμαστε ότι και η Eurostat μπορεί, τέλος πάντων, να μην ήταν και τόσο παρθένα. Άντε όμως να το αποδείξεις, με τις τόσες εξελιγμένες τεχνικές παρθενορραφής που κυκλοφορούν στο Λουξεμβούργο.
Θα είχα αφήσει τις αμφιβολίες μετέωρες να πλανώνται, αν δεν έπεφτα πάνω στο κεφάλαιο 12 του βιβλίου «Το Δόγμα του Σοκ», της Ναόμι Κλάιν, εκδ. Λιβάνη. Διαβάζοντάς το, έτυχε πολλές φορές να αναρωτηθώ αν το κορίτσι αυτό όταν το έγραφε είχε στο νου του μόνο την Ελλάδα, ή αν όσα εξιστορούσε για τις άλλες χώρες απ’ όπου πέρασε το ΔΝΤ, δεν ήταν απλώς μυθεύματα και προβολές της δικής μας περίπτωσης. Η ομοιότητα δράσης ήταν συντριπτική, αλλά αυτό στο οποίο θ’ αναφερθώ στη συνέχεια αφορά κάτι ειδικότερο, συγκεκριμένα δυο τουλάχιστον κράτη τα οποία επιδιώχτηκε να σπρωχτούν στην αγκαλιά του ΔΝΤ με τη μέθοδο της φαλκίδευσης των οικονομικών τους στοιχείων. Το ένα κράτος ήταν ο Καναδάς και το άλλο το Τρίντινταντ & Τομπάγκο.
Παράδειγμα πρώτο
Τον Φεβρουάριο του 1993 διάφορα μέσα του Καναδά, έντυπα και ηλεκτρονικά, άρχισαν να διακηρύττουν δεξιά κι αριστερά ότι η χώρα βρισκόταν προ των πυλών μιας μεγάλης κρίσης χρέους, γεγονός που θα έσπερνε τον τρόμο στους επενδυτές και στα κεφάλαιά τους. Επειδή λοιπόν οι καναδοί δεν θα μπορούσαν να δανειστούν από τις αγορές, θα έπρεπε να προβούν σε σημαντικές περικοπές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και την ασφάλιση των ανέργων. Πράγμα το οποίο και πραγματοποίησε το Φιλελεύθερο κόμμα, το οποίο είχε κερδίσει πρόσφατα τις εκλογές με τα εντελώς αντίθετα.
Δεν πέρασαν δυο χρόνια και η ικανή δημοσιογράφος Λίντα Μακουέγκ αποκάλυψε ότι όλο αυτό το σκηνικό κρίσης είχε στηθεί για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης από μια φούχτα δεξαμενές σκέψης οι οποίες χρηματοδοτούνταν από μεγάλες τράπεζες και εταιρίες του Καναδά. Επισκεπτόμενη στη συνέχεια τα γραφεία της Moody’s στη Νέα Υόρκη και συνομιλώντας με τον επικεφαλής της επιτροπής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του Καναδά, ανακάλυψε ότι η Moody’s βρισκόταν σε ασφυκτική πίεση από τις ίδιες τις καναδικές εταιρίες και τράπεζες να υποβαθμίσει τη χώρα τους, κι αυτό σαν μέσο πίεσης προς την κυβέρνηση να μειώσει τη φορολογία και να προβεί σε κοινωνικές περικοπές. Προς τούτο διοχέτευαν στον οίκο «μαγειρεμένα» στατιστικά στοιχεία, προσπαθώντας να πείσουν ότι ο Καναδάς τελεί όντως υπό χρεοκοπία. Όταν οι καναδοί έμαθαν μετά από καιρό ότι η κρίση δημοσιονομικού ελλείμματος είχε κατασκευαστεί, οι περικοπές είχαν πια παγιωθεί.
Παράδειγμα δεύτερο
Ο Ντέιβισον Μπαντού, διαπραγματευτής για χρόνια στο ΔΝΤ, όταν κάποια στιγμή αυτομόλησε αηδιασμένος και πλήρης ενοχών για τα όσα κακά προξένησε στους κατοίκους χωρών που βρέθηκαν στην επιρροή του, έδωσε στη δημοσιότητα πολλές από τις πρακτικές του οργανισμού εργοδότη του. Μια από αυτές ήταν το μαγείρεμα των στοιχείων με τα οποία καταδίκαζε μια χώρα, φτωχή μεν, αλλά με ισχυρή θέληση αντίστασης. Παρέθεσε δε λεπτομερή στοιχεία για το πώς είχε αναμειχθεί σε εσκεμμένα στατιστικά σφάλματα, προκειμένου να διογκωθούν τα αριθμητικά στοιχεία στις εκθέσεις του Ταμείου για το πλούσιο σε πετρέλαιο Τρίνινταντ & Τομπάγκο, ώστε η χώρα να δείχνει λιγότερο σταθερή απ’ όσο ήταν στην πραγματικότητα. Ο Μπαντού ισχυρίστηκε ότι το ΔΝΤ είχε φουσκώσει τα στατιστικά στοιχεία για το εργατικό κόστος, με συνέπεια η παραγωγικότητα της χώρας να φαίνεται χαμηλή. Σε άλλη περίπτωση δε, (δώστε προσοχή εδώ!) επινόησε κυριολεκτικά από το πουθενά ένα τεράστιο απλήρωτο κρατικό χρέος. Η άμεση συνέπεια των εσκεμμένων αυτών παραποιήσεων ήταν οι αγορές να θεωρήσουν το Τρίνινταντ & Τομπάγκο επισφαλές, διακόπτοντας έτσι τη χρηματοδότηση. Η συνέχεια μπορεί να προβλεφτεί: επέλαση του ΔΝΤ, απολύσεις, περικοπές μισθών, ιδιωτικοποιήσεις, σαν κύρια συστατικά στοιχεία του προγράμματος ριζικής «αναμόρφωσης» του κράτους, ώστε καθαρό πλέον και ελαφρωμένο να δεχτεί την ευλογία των κεφαλαίων.
Y.Γ. Σε πρόσφατο άρθρο του ο Economist (25 Νοv 2010), με τίτλο "Poverty in Canada", έγραφε ότι παρά το γεγονός ότι η χώρα πέρασεξώφαλτσα από την κρίση, εν τούτοις κατατάσσεται στην 22η θέση, από τις 31 του ΟΟΣΑ σχετικά με την παιδική φτώχεια. Πάνω από 3 εκ. Καναδοί είναι φτωχοί , εκ των οποίων 610,000 παιδιά. Και τι λέει παρακάτω;
Ότι αυτή η κατάσταση ανάγεται στις δεκαετίες του '80 και '90, όταν η κυβέρνηση είχε προβεί σε περικοπές κοινωνικών επιδομάτων και μείωση των δημοσίων επενδύσεων, για να φέρει σε ισορροπία τα οικονομικά της. Σ' αυτό ακριβώς αναφέρεται η Ν. Κλάιν στο πρώτο παράδειγμα, τις επιπτώσεις του οποίου βλέπουμε σήμερα.
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου