Μήνυμα Τζανακόπουλου σε Σόιμπλε, Τόμσεν και Μητσοτάκη: Θα αποτύχετε

Στόχος της κυβέρνησης είναι να συζητήσει «τόσο για τα μακροπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος αλλά και για τα πρωτογενή πλεονάσματα και την αναγκαία μείωση τους μετά το 2018» τονίζει ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Σε συνέντευξή του στην Κυριακάτικη kontranews, ο κ. Τζανακόπουλος χαρακτηρίζει «παράλογη» την απαίτηση του Ταμείου για μέτρα μετά το 2018 και σημειώνει πως η αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό.
Ο ίδιος εκτοξεύει βολές προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι εμφανίζεται «χαιρέκακος όταν κάποιοι από τους δανειστές αδίκως δημιουργούν προβλήματα στην ομαλή εξέλιξη των διαβουλεύσεων με την Ελλάδα» και ξεκαθαρίζει ότι «προσπάθεια κάποιων να αναζωπυρώσουν το ελληνικό ζήτημα δεν έχει ούτε πραγματικές βάσεις αλλά ούτε και πιθανότητες επιτυχίας».

Παρακάτω ολόκληρη η συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας:

-Κλείσιμο της αξιολόγησης εκτιμάτε πως θα έχουμε απαραίτητα στις 26 Ιανουαρίου ή ενδέχεται να χρειαστεί να περιμένουμε περισσότερο;
-Στόχος είναι η αξιολόγηση να κλείσει το συντομότερο δυνατό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα αποδεχτούμε παράλογες απαιτήσεις εκ μέρους του ΔΝΤ ή οποιουδήποτε άλλου υπό την πίεση του χρόνου. Διότι το θέμα δεν είναι απλώς να κλείσουμε αλλά το πώς θα κλείσουμε. Και η κυβέρνηση έχει πάρει σαφή και κατηγορηματική θέση ότι δεν υπάρχει περίπτωση ψήφισης νέων δημοσιονομικών μέτρων που θα αφορούν την περίοδο μετά την λήξη του προγράμματος.
Ταυτόχρονα έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι η κατάσταση εξαίρεσης στην ελληνική αγορά εργασίας που αποτέλεσε κεντρική πολιτική επιλογή των κυβερνήσεων ΝΔ ΠΑΣΟΚ της καταστροφικής πενταετίας 2010-2014 πρέπει να λάβει τέλος και θα λάβει τέλος. Και αυτό διότι υπονομεύει την ανάκαμψη αλλά και διότι αποτελεί την βασικό εμπόδιο για τον περιορισμό των ανισοτήτων.
Το χρονοδιάγραμμα πάντως που έχουμε θέσει και του οποίου κόμβος είναι η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ εντός του πρώτου τριμήνου του 2017 είναι το βασικό σενάριο και μάλιστα συντριπτικά.
-Είστε διατεθειμένοι να δεσμευθείτε απέναντι στους δανειστές σε συγκεκριμένα και ποσοτικοποιημένα μέτρα- μέσω του «κόφτη» για να μη σέρνεται η αξιολόγηση κ. υπουργέ;
-Σας είπα ότι η απαίτηση του ΔΝΤ για μέτρα μετά την λήξη του προγράμματος είναι παράλογη: Οικονομικά ανορθόδοξη και κοινωνικά καταστροφική. Η βασική μας επιδίωξη επομένως είναι να συζητήσουμε τόσο για τα μακροπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος αλλά και για τα πρωτογενή πλεονάσματα και την αναγκαία μείωση τους μετά το 2018. Διότι ξέρετε υπάρχει μια ανεύθυνη προπαγάνδα από τη μεριά της ΝΔ για δήθεν δεσμεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια δεκαετία. Και εδώ πρόκειται είτε για επικίνδυνη άγνοια είτε για εσκεμμένη διαστρέβλωση καθώς είναι ακριβώς το δημοσιονομικό μονοπάτι για μετά το 2018 που συνδέεται και με τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους που είναι αυτή τη στιγμή στο επίκεντρο της διαπραγμάτευσης. Τίποτα λοιπόν δεν έχει συμφωνηθεί μέχρι όλα να συμφωνηθούν. Να προσθέσω όμως και το εξής: Η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι μια συζήτηση διαρκής, δεν θα κλείσει οριστικά παρά μόνο όταν συμφωνηθούν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που οι δανειστές έχουν συμφωνήσει ότι είναι απαραίτητα και για τα οποία έχουν δεσμευθεί με τις υπογραφές τους. Και οι υπογραφές δεσμεύουν όλες τις πλευρές.
Από κει και πέρα αν το ζήτημα που μένει για το κλείσει η β ΄αξιολόγηση είναι ένας μηχανισμός αυξημένων εγγυήσεων για την επίτευξη των στόχων που αναμένεται να συμφωνηθούν θα μπορούσαμε να το συζητήσουμε αν και μέχρι στιγμής δεν έχει τεθεί επισήμως στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
-Για ποιον λόγο αποκλείετε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο για δημοψήφισμα ή εκλογές; Αν περάσει των κκ Σόιμπλε και Τόμσεν, έχετε κάποια άλλη εναλλακτική;
-Η κυβέρνηση εργάζεται σκληρά ώστε η β΄ αξιολόγηση να κλείσει εγκαίρως και να ενταχθούμε στη συνέχεια στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αυτό είναι το σενάριο πάνω στο οποίο δουλεύουμε και τίποτα δεν αποσπά την προσοχή μας από αυτό.
Εξάλλου οφείλω να σας πω ότι η κατάσταση για την Ελλάδα δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη προηγούμενων ετών. Η οικονομία παρά τις γνωστές δυσκολίες ανακάμπτει: η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται, η ανεργία αργά αλλά σταθερά αποκλιμακώνεται και το επενδυτικό κλίμα βελτιώνεται. Για πρώτη φορά εξάλλου μετά το 2010 οι στόχοι του προγράμματος βγαίνουν, τα έσοδα υπεραποδίδουν και μας δόθηκε η δυνατότητα να στηρίξουμε και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα μέσω της διανομής των 617 εκατομμυρίων του υπερπλεονάσματος.
Η προσπάθεια λοιπόν κάποιων να αναζωπυρώσουν το ελληνικό ζήτημα δεν έχει ούτε πραγματικές βάσεις αλλά ούτε και πιθανότητες επιτυχίας. Η όποια αναζωπύρωση που σήμερα φαντάζει μάλλον απίθανη θα είναι τεχνητή, άνευ πολιτικού και οικονομικού νοήματος και άρα καταδικασμένη ευτυχώς να οδηγηθεί ταχύτατα σε ύφεση.
Από τη δική μας πλευρά βεβαίως κατανοούμε ότι υπάρχουν δυνάμεις και πρόσωπα που δεν χαίρονται με τα βήματα προόδου που κάνει η Ελλάδα, καθώς έχουν στηθεί πολιτικές και επαγγελματικές καριέρες ποντάροντας στην αποτυχία της. Όμως το μέλλον μιας χώρας και μιας ολόκληρης κοινωνίας είναι πιο σημαντικό από την καριέρα οποιουδήποτε γραφειοκράτη ή πολιτικού. Και αυτό το κατανοεί σήμερα το σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων.
-Μήπως είναι αντιφατικό την ώρα που ταυτίζετε τον Κυρ. Μητσοτάκη με τον Σόιμπλε και το ΔΝΤ να ζητάτε να στηρίξει την προσπάθεια που κάνετε;
-Ο κύριος Μητσοτάκης σε αυτή τη μάχη έχει διαλέξει πλευρά. Δεν χάνει ευκαιρία να υποστηρίξει απροσχημάτιστα οποιαδήποτε παράλογη απαίτηση και οποιαδήποτε αιτίαση εκ μέρους των πιο ακραίων από τους δανειστές. Δεν χάνει ευκαιρία να υπερθεματίσει σε τιμωρητικότητα απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση συντασσόμενος άλλοτε με το ΔΝΤ και άλλοτε με ξένες κυβερνήσεις. Πολλές φορές μάλιστα εμφανίζεται ακόμη και χαιρέκακος όταν κάποιοι από τους δανειστές αδίκως δημιουργούν προβλήματα στην ομαλή εξέλιξη των διαβουλεύσεων με την Ελλάδα.
Μοναδικός του στόχος είναι αποτυχία των διαπραγματεύσεων ελπίζοντας ότι αυτό θα τον φέρει στην εξουσία ώστε να εφαρμόσει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας και κοινωνικής ισοπέδωσης χρεώνοντας το στο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που καταψήφισε, αλλάζοντας την τελευταία στιγμή την άποψη του κόμματος του, ακόμα και την ρύθμιση για την στήριξη των χαμηλοσυνταξιούχων με 617 εκ. Ευρώ για να κάνει το χατίρι της Γερμανίας. Η γραμμή που ακολουθεί όμως δεν είναι επικίνδυνη για την κυβέρνηση αλλά για τη χώρα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως ο κος Μητσοτάκης πρέπει να σταματήσει κρύβεται πίσω από τις αόριστες και εύκολες εκκλήσεις για γρήγορο κλείσιμο της αξιολόγησης και να δηλώσει ευθέως αν συμφωνεί με τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για νέα μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος. Να μας πει αν επιμένει στην άποψη που εξέφρασε παλαιότερα ότι η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί «ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς». Αυτή είναι η πρώτιστη ευθύνη του και όχι να δίνει διαπιστευτήρια υποταγής σε όσους εντός και εκτός της χώρας απαιτούν περισσότερη και σκληρότερη λιτότητα και τελικά τη μετατροπή της Ελλάδας σε Ειδική Οικονομική Ζώνη.
-Με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, υπό ποιες προϋποθέσεις θα συνεργαζόσασταν μελλοντικά;
-Η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει επιλέξει παρά τις αντιφάσεις της αλλά και παρά την στάση άλλων σοσιαλδημοκρατικών ευρωπαϊκών δυνάμεων την σύγκρουση με την κυβέρνηση ξεχνώντας τις ευθύνες της για την σημερινή κατάσταση της χώρας.
Δεν ψήφισε καν την ρύθμιση για την απλή αναλογική που θα της έδινε πολιτικό ρόλο και προτίμησε να συμπεριφερθεί ως δεκανίκι της ΝΔ. Πρόκειται για αδιέξοδη και αυτοκαταστροφική πολιτική γραμμή καθοδηγούμενη από πρόσωπα που αναζητούν μια αδύνατη ιστορική δικαίωση με την παλινόρθωση του παλιού και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος. Είναιόμως οι μνήμες του ελληνικού λαού αλλά και η ιστορικά καταγεγραμμένη καταδίκη προσώπων και πολιτικών που αποκλείουν μια τέτοια εξέλιξη. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει λοιπόν μπροστά της ένα μεγάλο πολιτικό δίλημμα να απαντήσει: Αν θα συνεχίσει αυτοακυρούμενη να ευθυγραμμίζεται με την ΝΔ του κυρίου Μητσοτάκη ή αν θα κάνει αυτοκριτική για την νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της αλλά και την ταύτιση της με την διαπλοκή ώστε να συνταχθεί στην προσπάθεια για την έξοδο της χώρας από την κρίση και την επιτροπεία με την κοινωνία όρθια. Υπαρξιακά ερωτήματα που δεν αφορούν εμάς αλλά την ηγεσία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για τον το ρόλο της στο νέο πολιτικό σκηνικό.
-Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν φθορά της κυβέρνησης και πτώση της δημοτικότητας του πρωθυπουργού . Κατά τη γνώμη σας, μπορεί να αντιστραφεί αυτή η εικόνα και πως;
-Είναι φυσικό μια κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής να έχει φθορά.
Αυτό όμως που πρέπει να αναλογιστούν όλοι είναι που θα βρισκόμασταν σήμερα αν δεν είχε μεσολαβήσει η διαπραγμάτευση του 2015. Θα έπρεπε να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα, το πρόγραμμα των κυρίων Σαμαρά και Βενιζέλου, που προέβλεπε 8 δις περισσότερους φόρους και περικοπές για το 2016 και 5 δις περισσότερους φόρους και περικοπές για το 2017. Η σημερινή κυβέρνηση έχει θέσει τις διαχωριστικές γραμμές. Από τη μια πλευρά η προσπάθεια για την εμπέδωση της σταθερότητας και της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία με δίκαιη ανάπτυξη και συμμετοχή των εργαζομένων στα οφέλη και από την άλλη το θατσερικήςέμπνευσης πρόγραμμα της ΝΔ που σκοπεύει να μετατρέψει τη χώρα σε Ειδική Οικονομική Ζώνη και να χτίσει μια ανάπτυξη για λίγους πάνω στα συντρίμμια της κοινωνίας. Είναι ακριβώς αυτήν την αντιπαράθεση που ο ελληνικός λαός κατανοεί. Και θα διαλέξει την σωστή πλευρά όταν έρθει η ώρα.