Η ιδιοφυΐα, η εξυπνάδα και το πνεύμα ενός έθνους φανερώνονται στις παροιμίες του.
- Φραγκίσκος Βάκων
1. Ιστορία των παροιμιών
Οι παροιμίες, μαζί με τους μύθους, τους θρύλους, τα παραμύθια, τα τραγούδια και τα αινίγματα, αποτελούν μέρος κάθε ομιλουμένης γλώσσας. Παραδόθηκαν με τον προφορικό λόγο από γενιά σε γενιά, ώσπου καταγράφηκαν και αποτέλεσαν λαογραφικό θησαυρό για τις ερχόμενες γενιές.
Οι παλαιότερες συλλογές παροιμιών ανάγονται στην αρχαία Αίγυπτο, γύρω στο έτος 2500 π.Χ. Στον βασιλιά Σολωμόντα του Ισραήλ αποδίδονται 900 περίπου παροιμίες που αποτελούν βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης.
Ο πρώτος όμως που ασχολήθηκε συστηματικά με τη συλλογή και την ταξινόμηση των παροιμιών ήταν ο Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.). Σύμφωνα με τον Νεοπλατωνικό φιλόσοφο Συνέσιο (370-413 μ.Χ.), ο Αριστοτέλης θεωρούσε τις παροιμίες επιβιώσεις της παλαιότερης σοφίας: "Παροιμίαι παλαιάς εισίν φιλοσοφίας...
εγκαταλείμματα, περισσωθέντα δια συντομίαν και δεξιότητα [ 1 ].
Ο Αριστοτέλης στη Ρητορική του δίνει για τις παροιμίες τον εξής ορισμό:
Αι παροιμίαι μεταφοραί απ' είδους επ' είδός εισίν. οίον αν τις ως αγαθόν πεισόμενος αυτός παγάγηται, είτα βλαβή, ως ο Καρπάθιός φησίν τον λαγόν.άμφω γαρ το ειρημένον πεπόνθασιν [ 2 ].
Ο Αριστοτέλης αναφέρεται εδώ στην περίπτωση ενός κατοίκου της Καρπάθου, ο οποίος, με την ελπίδα ότι θα είχεωφέλεια από τους λαγούς, έφερε ένα ζευγάρι στο νησί. Οι λαγοί όμως πολλαπλασιάστηκαν με τόση ταχύτηταπου κατέστρεψαν τη σοδειά του νησιού!
Άλλος αρχαίος έλληνας συγγραφέας που ασχολήθηκε με τις παροιμίες είναι ο Θεόφραστος (372-287 π.Χ.), φιλόσοφος και συνεργάτης του Αριστοτέλη, που επίσης έγραψε έργο με τον ίδιο τίτλο, αλλά ούτε αυτό σώθηκε.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος, ιστοριογράφος της φιλοσοφίας, που έζησε τον 3ο αιώνα μ.Χ., αναφέρει ότι ο Αριστοτέλης είχε γράψει σύγγραμμα με τίτλο Περί παροιμιών, το οποίο όμως δεν σώθηκε. Ως σημαντικός παροιμιογράφος της αρχαιότητας αναφέρεται επίσης ο Δήμων, ιστοριογράφος της Αττικής, για τον οποίο λέγεται ότι έγραψε γύρω στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα σύγγραμμα Περί παροιμιών, αποτελούμενο από 40 βιβλία.
Κατά την ελληνιστική εποχή οι παροιμίες χρησιμοποιήθηκαν ως ρητορικά στολίδια, όπως αυτό φαίνεται στα έργα του Λουκιανού και του Λιβανίου. Συλλογές παροιμιών έκαναν τότε ο Αριστοφάνης Βυζάντιος, ο περίφημος φιλόλογος (257-180 π.Χ.), που συγκέντρωσεπαροιμίες σε 6 βιβλία (δύο με έμμετρες και τέσσερα με πεζές) και φρόντισε για την άρτια διατύπωσή τους και τις σημασίες τους. Τις παροιμίες τις είχε αναζητήσει στα κείμενα κυρίως των κωμικών ποιητών.
Άλλοι συλλογείς παροιμιών υπήρξαν ο Δίδυμος ο Αλεξανδρείας, φιλόλογος (γεννήθηκε γύρω στο 80 π. Χ.), του οποίου η συλλογή εκτεινόταν σε 13 βιβλία, και ο Λούκιος ο Ταρρεύς (Κρήτη), που συγκέντρωσε παροιμίες σε 3 βιβλία.
Ο Πλούταρχος (περ. 45-125 μ.Χ.), ο περίφημος βιογράφος και δοκιμιογράφος, εκτός των πολλών πραγματειών του, ανάμεσα στις οποίες εξέχουν οι Βίοι παράλληλοι, έκανε και μια συλλογή, τα Αποφθέγματα λακωνικά, όπου υπάρχουν πολλές παροιμίες.
Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, ο Ζηνόβιος, έλληνας σοφιστής που έζησε στη Ρώμη τον 2ο μ.Χ. αιώνα, συγκρότησε μια επιτομή παροιμιών, βασισμένος στα βιβλία του Λουκίου του Ταρρέως και του Διδύμου Αλεξανδρείας. Αρχική έκδοση των παροιμιών του Ζηνοβίουκαι του Διδύμου έγινε στη Φλωρεντία το 1487 με τίτλο Επιτομή παροιμιών του Λουκίου του Ταρρέως και του Διδύμου του Αλεξανδρέως σύμφωνα με την ελληνική αλφαβητική σειρά (Epitome proverbiorum Lucili Tarrhaei et Didymi Alexandrini secundum ordinem alphabeticum graece). Ακολούθησαν οι εκδόσεις στη Βενετία από τον Άλντο Μανούτιο το 1505, στη Χάγη το 1535, και στην Αμβέρσα το 1612. Νεότερη έκδοση με τίτλο Έλληνες παροιμιογράφοι (Paroemiographi graeci) έγινε από τον Th.Gaisdorf στην Οξφόρδη το 1836. Πιστεύεται ότι στο έργο του Ζηνοβίου στηρίζονται οι παροιμίες που είναι καταγραμμένες στο Σώμα Ελλήνων παροιμιογράφων (Corpus paroemiographorum graecorum). [ 3 ] Tην ίδια εποχή με τον Ζηνόβιο έζησε ο Διογενιανός ο Ηρακλειώτης, ο οποίος ασχολήθηκε με τις παροιμίες, και από τον οποίο άντλησαν τόσο ο Πλούταρχος όσο και ο Γρηγόριος ο Κύπριος.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο ο λόγιοςμοναχός Μάξιμος Πλανούδης (1255-1305) κατέγραψε 275 παροιμίες, που δημοσιεύτηκαν από τον Γερμανό φιλόλογο E. Kurtz το 1886 στη Λειψία. [ 4 ]
Κατά τον Μεσαίωνα η χρήση των παροιμιών στα μοναστήρια, σε κηρύγματα και σε διδακτικά έργα τις έκανε δημοφιλείς ώστε να διαδοθούν ευρύτατα σε όλη την Ευρώπη με αποτέλεσμα να καταγραφούν σε χειρόγραφα. Από τα πρώτα χρόνια της εποχής αυτής έχουμε δύο αγγλικά χειρόγραφα γνωμικού υλικού, τις Παροιμίες του Αλφρέδου, από τα έτη 1150-1180, σε 4 παραλλαγές, και, αργότερα, τις Παροιμίες του Χέντρυν. Οι παροιμίες είναιδιατυπωμένες σε στίχους με παρήχηση, με ομοιοκαταληξία και ρυθμό, και εκφράζουν τον τρόπο της ζωής και την ανθρώπινη μοίρα. Οι Παροιμίες του Χέντρυν είναι μια συντομότερη συλλογή 300 περίπου στίχων που γράφτηκαν στα μέσα του 13ου αιώνα.Η απόδοση των παροιμιών στον Αλφρέδο είναι εξίσου μυθική όσο και εκείνων στον βασιλιά Σολωμόντα της Παλαιάς Διαθήκης. Και οι δύο συλλογές έχουν θέματα θρησκευτικές και ηθικές παραινέσεις. [ 5 ]
Μετά την Άλωση, ο λόγιος Μιχαήλ Αποστόλης 6 (γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1422) αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κρήτη, όπου παράλληλα με τη διδασκαλία και την αντιγραφή κωδίκων, συγκέντρωσε πολλές παροιμίες τις οποίες κατέγραψε σε χειρόγραφο που φέρει τον τίτλο Ιωνία ήτοι συλλογή ελληνικών παροιμιών. Η συλλογή συμπληρώθηκε από τον γιο του Αρσένιο, επίσκοπο Μονεμβασίας. Οι παροιμίες αυτές δημοσιεύτηκαν από το τον R.Walz [ 7 ].
Στον Έρασμο οφείλουμε τη διάδοση αρχαίων ελληνικών παροιμιών σε διάφορες χώρες της Ευρώπης κατά την Αναγέννηση. Στο έργο του Adagiorum collectanea, που έγραψε σε όψιμα λατινικά και δημοσιεύτηκε το 1500, μετέφρασε 3000 περίπου ελληνικές και ρωμαϊκές παροιμίες [ 8 ]. Τις παροιμίες αυτές τις διάβασαν οι μορφωμένοι Ευρωπαίοι των διαφόρων εθνών, αφού τα λατινικά ήταν τότε διεθνής γλώσσα. Αργότερα οι παροιμίες αυτές, αυτούσιες ή τροποποιημένες, ενσωματώθηκαν στις εθνικές γλώσσες της Ευρώπης. Έτσι εξηγείται το φαινόμενο να έχει γίνει μια αρχαία ελληνική παροιμία κοινή κληρονομιά σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Παράδειγμα: ελληνικά: Μία χελιδών έαρ ου ποιεί, λατινικά: Una hirundo non efficit ver, ιταλικά: Una rondine non fa primavera, γαλλικά: Une hirondelle ne fait pas le printemps,ισπανικά:Una golondrina no hace verano, γερμανικά:Eine Schwabe macht keinen Sommer, αγγλικά: One swallow makes no summer.Φυσικά, στις παροιμίες αυτές προστέθηκαν και πολλές άλλες, που τις έπλασε ο λαός της κάθε χώρας, ο ανώνυμος παροιμιοπλάστης.
Στο έργο Adagia (Λονδίνο,1550) του γνωστού Ολλανδού ουμανιστή Έρασμου (1467-1536), διαβάζουμε:
Ο πρώτος που αφιέρωσε έργο στη συλλογή παροιμιών ήταν ο Αριστοτέλης. Μετά από αυτόν ο Χρύσιππος, ο Ζηνόδοτος και ο Κλεάνθης. Υπάρχουν μερικές συλλογές που αποδίδονται στον Πλούταρχο. Ο Αθηναίος αναφέρει μεταξύ των παροιμιογράφων τον Κλέαρχο τον Σολέα και τον Αριστείδη, κατόπιν τον Ζηνόδωτο, που συγκέντρωσε τις παροιμίες του Διδύμου και του Ταρρέως. Στα σχόλια για τον Δημοσθένη γίνεται μνεία για τις παροιμίες του Θεοφράστου. Αναφέρεται επίσης κάποιος Μύχων ως παροιμιογράφος και επίσης ένας Δαίμων. Υπάρχει η συλλογή του Διογενιανού και πολλές προστίθενται από τον Ησύχιο και Σουίδα που αποδίδονται από μερικούς στον Τζέτζη [ 9 ].
Την ίδια εποχή στην Αγγλία εκδίδεται η παλαιότερη συλλογή αγγλικών παροιμιών από τον R. Taverner, με τίτλο Παροιμίες ή αποφθέγματα με νέες προσθήκες συλλεγείσες από τις ''Χιλιάδες''του Εράσμου (Λονδίνο, 1539). Ακολούθησαν οι συλλογές του J.Heywood, Διάλογος περιέχων αριθμόν όλων των χρησιμοποιουμένων παροιμιών εις την αγγλικήν γλώσσαν (Λονδίνο, 1546), του T. Draxe, Θησαυρός αρχαίων αποφθεγμάτων (Λονδίνο, 1616), του G. Herbert, Ξενικές παροιμίες (1641) και του D.Fergusson, Σκωτσέζικες παροιμίες (Λονδίνο, 1641) [ 10 ].
Την εποχή της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα (1453-1821), που είχε διάρκεια 4 αιώνων, όταν η μάθηση περιορίστηκε στα ελληνικά κέντρα της διασποράς σε διάφορες ελληνικές παροικίες της Ευρώπης (Βενετία, Παρίσι, Βιέννη, Μόσχα) κανένα αξιόλογο βιβλίο ή χειρόγραφο που να σχετίζεται με τις παροιμίες δεν εμφανίστηκε, εκτός από τη χειρόγραφη συλλογή 700 παροιμιών από την περιοχή Ιωαννίνων που έκανε το 1715 ο Ηπειρώτης μοναχός Παρθένιος Κατζιούλης [ 11 ].
Γύρω στο έτος 1650 ο Ολλανδός φιλόλογος Levinus Warner, που υπηρετούσε στην Κωνσταντινούπολη ως διπλωματικός εκπρόσωπος της χώρας του, συγκέντρωσε, από τη συναναστροφή του με τους εκεί Έλληνες, 750 νεοελληνικές παροιμίες, οι οποίες δημοσιεύτηκαν από τον συμπατριώτη του ελληνιστή D.C.Hesseling στο μνημειώδες έργο του Πολίτη [ 12 ]. Σπουδαία συμβολή στη μελέτη των ελληνικών παροιμιών είναι η εργασία που έκανε ο Νικόλαος Γ. Πολίτης (1852-1921)· είναι πρώτος που εισήγαγε τις λαογραφικές μελέτες στην Ελλάδα στο τέλος του περασμένου αιώνα. Άλλοι αξιόλογοι μελετητές της ελληνικής Λαογραφίας ήταν ο Κυριακίδης και οΜέγας.
Στην Αμερική άμεσασυνδεδεμένο με τις παροιμίες είναι το όνομα του Βενιαμίν Φρανκλίνου (1706-1790), εφευρέτη, λογίου και πολιτικού, ο οποίος στη διάρκεια των 25 ετών (1733-1758) που εξέδιδε το Ημερολόγιο του φτωχού Ριχάρδου, ετήσιο δημοσίευμα, αποθησαύρισε πολλές παλιές και μερικές νεόκοπες παροιμίες, Δύο δημοφιλείς παροιμίες που αποδίδονται στον Φρανκλίνο είναι: Τρεις μετακομίσεις είναι τόσο άσχημες όσο μια πυρκαγιά, και Σπίτι χωρίς γυναίκα και χωρίς φωτιά είναι σαν σώμα χωρίς ψυχή ή πνεύμα [ 13 ].
Από τους νεότερους ξένους μελετητές των ελληνικών παροιμιών που ασχολήθηκαν διεξοδικά με το θέμα αξιοσημείωτη είναι η συμβολή του Σουηδού παροιμιογράφου Reinhold Strömberg, του οποίου το βιβλίο για τις ελληνικές παροιμίες εκδόθηκε στο Göteborg σε τρεις γλώσσες: στα σουηδικά Grekiska Ordsprök (1949), στα αγγλικά Greek Proverbs (1954), και στα γερμανικά Griechische Sprichwörter (1961).
Κατάτα τελευταία χρόνιασημαντική είναι η συμβολή στη μελέτη των ελληνικών παροιμιών και της Λαογραφίας γενικότερα δύο μελετητών, του Δημητρίου Λουκάτου και του Μιχάλη Μερακλή.
2. Προέλευση και σπουδαιότητα των παροιμιών
Οι παροιμίες είναι σύντομες, σφριγηλές σε νόημα, παραινετικές προτάσεις λαϊκής σοφίας, που πέρασαν σε γενική χρήση. Συχνά είναι έμμετρες και εκφράζουν με περιεκτικό, αλληγορικό τρόπο, αλήθειες που αποτελούν απόσταγμα της πείρας του λαού. Οι λαϊκές αυτές ρήσεις συχνά έχουν σατιρική ή σκωπτική πρόθεση. Σχεδόν το 95% των ελληνικών παροιμιών είναι έμμετρες. Μερικές απ' αυτές είναι αντιφατικές και, για να τις κατανοήσουμε καλύτερα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι εκφράζουν τη νοοτροπία που επικρατούσε πριν από μερικούς αιώνες. Μερικές παροιμίες παρουσιάζουν ελαφρές αποκλίσεις από τους γραμματικούς κανόνες και είναι διατυπωμένες σε τοπική διάλεκτο.
Η λέξη παροιμία (λατιν. proverbium) είναι γνωστή τουλάχιστον από το έτος 458 π.Χ., οπότε τη συναντάμε στον Αγαμέμνονα (στίχ. 264) του Αισχύλου. Ο Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς, ο σημαντικότερος έλληνας λεξικογράφος, (5οςαιώνας μ.Χ.), γράφει: "Παροιμία, βιωφελής λόγος παρά την οδόν λεγόμενος, οίον παροδία· οίμος γαρ η οδός". Σχολιάζοντας την αναφορά αυτή ο Δημήτριος Λουκάτος, διακεκριμένος καθηγητής της Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, διευκρινίζει:"Ώστε ήταν κάτι συνοδευτικό και βοηθητικό για τους ανθρώπους η παροιμία, είτε στη ρύμη του λόγου τους ("εν παρόδω"), είτε στο δρόμο της όλης πορείας τους στη ζωή" [ 14 ].
Άλλη μια θεωρία για την προέλευση της λέξης παροιμία είναι ότι αυτή προέρχεται από την πρόθεση παρά (πλησίον, κοντά) και τη λέξη οιμός, που στην αρχαία ελληνική γλώσσα σημαίνει οδός, δρόμος (πρβλ. προοίμιον). Κατά την αρχαιότητα υπήρχε η συνήθεια να χαράσσουν κάτω από τις προτομές του θεού Ερμή, που ήταν ο προστάτης των οδοιπόρων, στις ερμές, οι οποίες βρίσκονταν σε κύρια σημεία των οδών, σταυροδρόμια και άλλα κεντρικά σημεία, σύντομα διδακτικά συνθήματα. Τα συνθήματα αυτά, σύντομες, περιεκτικές σε νόημα προτάσεις, έγιναν δημοφιλή και πέρασαν στο στόμα του λαού ως παροιμίες [ 15 ].
Οι παροιμίες περιέχουν έντονες παρατηρήσεις για την καθημερινή ζωή, αποτελούν λαϊκή φιλοσοφία, και μας παρέχουν βαθιά γνώση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και του χαρακτήρα. Επέζησαν χάρη στη συντομία τους, στην ομοιοκαταληξία τους και στον ρυθμό τους, στοιχεία που είναι ευχάριστα στην ακοή και που συντελούν στην απομνημόνευση.
Από τους πολλούς ορισμούς που δόθηκαν για την παροιμία αξίζει να αναφέρουμε εδώ τον ορισμό του γνωστού παροιμιολόγου Archer Taylor:
Η παροιμία είναι ένας λιτός διδακτικός λόγος που είναι παραδοσιακά κοινής χρήσης ή, όπως λέει ένα επίγραμμα, είναι "η σοφία των πολλών και η εξυπνάδα του ενός". Συνήθως υποδεικνύει έναν τρόπο ενέργειας ή εκφράζει μια κρίση για μια κατάσταση [ 16 ].
Ο Taylor προχωρεί εξηγώντας τον ορισμό του με παραδείγματα:
Η παροιμία μπορεί να δηλώνει απλώς ένα γεγονός: Η τιμιότητα είναι η καλύτερη πολιτική, Τέλος καλό, όλα καλά, ή να είναι μεταφορά που αναφέρεται σε μια κατάσταση: Μην αλλάζεις άλογο όταν περνάς ποτάμι, Μην κόβεις τη μύτη σου μόνο και μόνο για να εκδικηθείς. Σε πολλές παροιμίες και ιδιαίτερα σε κείνες που αναφέρονται σε ιατρικές ή νομικές έννοιες ή στον καιρό, το διδακτικό στοιχείο αποτελεί συμπύκνωση πείρας ή έναν σύντομα διαμορφωθέντα κανόνα: Βροχή πριν τις εφτά, καλοκαιρία πριν από τις έντεκα, Δύο λέξεις σε μία συμφωνία, Η σιωπή δηλώνει παραδοχή.
Ένας περισσότερο ακριβής και περιεκτικός ορισμός για την παροιμία δόθηκε από τον Δημήτριο Λουκάτο:
Παροιμία είναι ο μικρός έμμετρος ή πεζός λόγος, που διατυπώνει παραστατικά και συχνότατα αλληγορικά μια σοφή γνώμη, μια διαπίστωση, μια συμβουλή, και που επαναλαμβάνεται στον καθημερινό λόγο σαν επιχείρημα ή παράδειγμα [ 17 ].
Οι παροιμίες διαστέλλονται από τις παροιμιώδεις εκφράσεις, αφού οι δεύτερες αυτές δεν έχουν αυτοτέλεια και δεν σχετίζονται με μύθους. Οι παροιμιώδεις εκφράσεις έχουν ειπωθεί από συγκεκριμένους ανθρώπους σε συγκε-κριμένες στιγμές, χαρακτηρίζοντας μια κατάσταση, και από τότε επαναλήφθηκαν και σιγά - σιγά πέρασαν στο στόμα του λαού.
Σύμφωνα με τους σύγχρονους Έλληνες λαογράφους, οι παροιμίες προήλθαν:
α) Από σύμπτυξη μύθων και απόσπαση μιας χαρακτηριστικής έκφρασης κάποιου μύθου (Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα λέει κρεμαστάρια, Αισώπειος μύθος),
β) Από ιστορικά γεγονότα (Φοβούμαι τους Έλληνες, ακόμα και όταν προσφέρουν δώρα, Βιργίλιος, Αινειάς),
γ) Από λόγια και αποφθέγματα ιστορικών προσώπων (Ες αύριον τα σπουδαία, Αρχίας, αρχηγός των Σπαρτιατών ),
δ) Από φράσεις της Αγ.Γραφής (Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω (Απόστ. Παύλος, Προς Θεσσαλονικείς, Β΄, 3,10) [ 18 ].
Άμεσα σχετιζόμενες με τις παροιμίες είναι οι γνώμες ή τα γνωμικά, που διαφέρουν από τις καθαυτό παροιμίες, μολονότι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις παροιμίες και στα γνωμικά δεν είναι ευδιάκριτη. Η γνήσια παροιμία έχει μεταφορική έννοια, αφού άλλα λέει και άλλα εννοεί. Πολλές συζητήσεις, και διαφωνίες, διατυπώθηκανμεταξύ διαφόρων συγχρόνων παροιμιολόγων σχετικά με το θέμα αυτό, αλλά o Αριστοτέλης είχε ήδη διευκρινίσει το σημείο, δηλώνοντας λακωνικά: "Ένιαι των παροιμιών και γνώμαί εισίν." (Ρητορική,1395α 19).
Η χρήση των παροιμιών στη λογοτεχνία
Παροιμίες χρησιμοποίησαν σποραδικά στα έργα τους τόσο οι δύο μεγάλοι ποιητές της αρχαιότητας, ο Όμηρος και ο Ησίοδος (8ος αιώνας π.Χ.), όσο και οι κωμικοί ποιητές, ο Αριστοφάνης και Μένανδρος. Επίσης, οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι βυζαντινοί συγγραφείς χρησιμοποίησαν παροιμίες στα κείμενά τους. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (398-404), ονομάζει τις παροι-μίες, "λόγους σοφούς", προσθέτοντας ότι "ου δει των δημωδών παροιμιών καταφρονείν, αν έχωσί τι σοφόν" [ 19 ].
Η χρήση γνωμικών και παροιμιών στη λογοτεχνία είναι φιλολογικό θέμα που καθιερώθηκε από παλαιά. Έχουν πραγματοποιηθεί εντυπωσιακές και λεπτομερείς φιλολογικές έρευνες και από διαφόρους μελετητές, έχουν εκπονηθεί διατριβές για τη χρήση παροιμιών από συγγραφείς με διεθνή φήμη, όπως είναι ο Αριστοφάνης, ο Ευριπίδης, ο Δάντης, ο Τσόσερ, ο Θερβάντες, ο Σαίξπηρ, ο Ραμπελαί και ο Γκαίτε [ 20 ]. Οι συγγραφείς αυτοί, ανάμεσα στα άλλα σχήματα λόγου, με τα οποία διακόσμησαν τα έργα τους, έχουν χρησιμοποιήσει γνωμικά και παροιμίες, ιδίως παροιμίες, παροιμιώδεις εκφράσεις ή παροιμιακές συγκρίσεις, είτε αυτούσιες είτε κάνοντας υπαινιγμούς σ' αυτές.
Στην αγγλική λογοτεχνία ο Τζέφφρυ Τσόσερ (περ.1340-1400), που θεωρείται ο πατέρας της αγγλικής ποίησης, έχει χρησιμοποιήσει αρκετές παροιμίες στα μακρά ποιήματά του [ 21 ].
Η χρήση των παροιμιών έφτασε στο αποκορύφωμά της ιδιαίτερα κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα. Οι Ελισαβετιανοί θεατρικοί συγγραφείς Τζον Λύλυ (περ.1554-1606) [ 22 ] και Μπεν Τζόνσον (1572-1637) [ 23 ] έκαναν ευρεία χρήση παροιμιών στα έργα τους. Πάνω απ' όλους όμως, ο μεγάλος δραματουργός Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616) διακόσμησε τα θεατρικά έργα του με πολλές παροιμίες. Για τίτλους σε δύο κωμωδίες του μάλιστα ο Σαίξπηρ χρησιμοποίησε παροιμίες: Τέλος καλό, όλα καλά και Με το ίδιο μέτρο. Επίσης, στις περίφημες τραγωδίες του Ρωμαίος και Ιουλιέτα και Άμλετ, ιδίως στην 5η Σκηνή της Α΄ Πράξης του Άμλετ, o Σαίξπηρ έκανε μεγάλη χρήση παροιμιών [ 24 ]. Ο σύγχρονός του Μιχαήλ Ντρέιτον (1563-1631) έγραψε ένα σονέτο στο κείμενο του οποίου ενσωμάτωσε δέκα παροιμίες [ 25 ].
Στις αρχές του 19ου αιώνα, μετά την αναβίωση του ενδιαφέροντος του Ρομαντισμού για τις παροιμίες, δύο σπουδαίοι μυθιστοριογράφοι, ο σερ Ουόλτερ Σκοτ (1771-1832) [ 26 ]και ο Τσαρλς Ντίκενς (1812-70)[ 27 ], στα πολλά και δημοφιλή μυθιστορήματά τους ενσωμάτωσαν σημαντικό αριθμό παροιμιών. Παροιμίες μπορεί κανείς να βρει και στο βιβλίο του Λιούις Κάρρολ, Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων (1865). Ως αντανάκλαση στον λαϊκό πολιτισμό, η περισσότερο συστηματική μελέτη των παροιμιών κατά τον 20ο αιώνα ανανέωσε το ενδιαφέρον των μελετητών γι' αυτές. Ο Λόρενς Ντάρρελ στα Πικρολέμονά του χρησιμοποιεί τρεις ελληνοκυπριακές παροιμίες [ 28 ].
Στη γαλλική λογοτεχνία ο Φρανσουά Βιγιόν (1431-1463;) ανάμεσα στις έξοχες μπαλάντες του έγραψε και μία με τίτλο "Η μπαλάντα των παροιμιών", η οποία αποτελείται από 36 παροιμίες. Παρατίθεται το πρώτο οχτάστιχο (σε μετάφραση Σπύρου Σκιαδαρέση):
Όσο πάει στη βρύση, τόσο πιο νωρίς σπάει το λαγήνι·
Τόσο η γίδα κακοπέφτει, όσο πιο βαθιά σκαλίζει.
Όσο σίδερο πυρώσεις, τόσο κόκκινο θα γίνει,
Όσο πιο πολύ χτυπάς το, τόσο πιο πολύ λυγίζει.
Όσο πιο μίζερος είσαι, τόσο ο κόσμος σε μανίζει.
Όσο πιο πολύ αλαργεύεις, τόσο κι οι άλλοι σε ξεχνούνε.
Όσο ένας εχτιμιέται, τόσο και μονάχα αξίζει·
Όσο κράζεις τις γιορτάδες, τόσο πιο νωρίς θα ρθούνε [ 29 ].
Ο Φρανσουά Ραμπελαί (1494-1553), στο έργο του Γαργαντούας και Πανταγκρουέλ (1532) έγραψε ένα κεφάλαιο χρησιμοποιώντας παροιμίες. Ο Ζαν ντε Λαφονταίν έκανε επίσης χρήση παροιμιών στα έργα του.
Στη γερμανική λογοτεχνία συστηματική συλλογή παροιμιών έγινε από τον Έγκμπερτ φον Λύττιχ, γύρω στο έτος 1023, αλλά παροιμίες μπορούν να εντοπισθούν και στο ποίημα Το τραγούδι του Χίλντεμπραντ, που ανάγεται στο έτος 800. Ο μοναχός Νότκερ Λαμπέο, που έζησε τον 11ο αιώνα, χρησιμοποίησε ορισμένες ηθικοπλαστικές παροιμίες. Ο 15οςκαι ο 16ος αιώνας όμως μπορούν να θεωρηθούν η εποχή της ακμής των γερμανικών παροιμιών. Συγγραφείς και ρήτορες, όπως ο Σεμπάστιαν Μπραντ, ο Χανς Ζακς και ο Μάρτιν Λούθερ, έκαναν χρήση παροιμιών στα έργα τους. Κατά τον 17ο αιώνα δύο ονόματα εξέχουν: του Άγγελου Σιλέσιου και του Γιοχάννες Γκρίμμελσχάουζεν (1622-76), περίφημου μυθιστοριογράφου με θέματα από τη μεσαιωνική εποχή. Το 1529 τυπώθηκαν στο Χάγκενάου 300 παροιμίες που είχαν συλλεγεί από τον Γιοχάννες Αγκρίκολα. Αν και οι παροιμίες έχασαν μεγάλο μέρος από την εκτίμησή τους κατά την εποχή του Διαφωτισμού, ως αποτέλεσμα της κατά πολύ μεσαιωνικής προέλευσής τους, δεν παραμελήθηκαν καθόλου από τους συγγραφείς της κλασσικής εποχής, όπως είναι ο Λέσσινγκ, ο Σίλλερ και ο Γκαίτε [ 30 ]. Κατά τους νεότερους χρόνους ο πιο σημαντικός λογοτέχνης που έκανε χρήση παροιμιών στα έργα του είναι ο Μπέρτολντ Μπρεχτ.
Στην ιταλική λογοτεχνία παροιμίες υπάρχουν τόσο στη Θεία Κωμωδία του Δάντη, που ολοκληρώθηκε λίγο πριν από τον θάνατό του το 1321, όσο και στο ποίημα Il Morgante (1484) του ΛουίτζιΠούλτσι. Ο ποιητής Τζιουζέππε Τζιούστι (1809-50) συνέλεξε 3.000 παροιμίες στη Συλλογή παροιμιών της Τοσκάνης (Φλωρεντία, 1853). Ακολούθησε η συλλογή Ιταλικές παροιμίες (Μιλάνο, 1858) του Νικολό Τομμαζέο, ο οποίος , τονίζοντας τη σπουδαιότητα των παροιμιών τις κατέταξε μετά τη Βίβλο και έγραψε:
"Αν όλοι μπορούσαν να συγκεντρώσουν και να ταξινομήσουν τις παροιμίες κάθε λαού και κάθε εποχής, με τις ποικιλίες της έκφρασης, της φαντασίας και της σύλληψης, αυτό, μετά την Αγία Γραφή,θα ήταν το σημαντικότερο βιβλίο σκέψεων." [ 31 ]
Πολλές παροιμίες υπάρχουν στα μυθιστορήματα του Τζιοβάννι Βέργκα, που αναφέρονται στη Σικελία.
Οι παροιμίες και τα ρητά αυτού του είδους κατέχουν σπουδαία θέση στην ισπανική γλώσσα και λογοτεχνία. Οι παροιμίες γενικά, που στα ισπανικά λέγονται ρεφράνες, αδάχιος ή προβέρμπιος, είναι πολύ δημοφιλείς στο αριστούργημα του ΘερβάντεςΔον Κιχώτης (1605). Όταν ο Σάντσο Πάντσα αρχίζει μια εξιστόρηση και ο Δον Κιχώτης του λέει "Άφησε τις παροιμίες σου. Προχώρησε στην ιστορία σου", ο Σάντσο απαντάει: "Όλες οι εξιστορήσεις πρέπει να αρχίζουν έτσι". Πολυάριθμες είναι οι παροιμίες ιδιαίτερα στο έργο Η Δωροθέα (1634) του Λόπε ντε Βέγκα (1562-1635). Άλλοι σπουδαίοι Ισπανοί συγγραφείς που χρησιμοποίησαν παροιμίες στα έργα τους είναι η Φερνάν Καμπαλλέρο (1796-1877), ο Μπενίτο Πέρεζ Γκαλντόζ (1843-1920), που θεωρείται ο καλύτερος μυθιστοριογράφος μετά τον Θερβάντες, ο Μιγκέλ Ντελίμπες (γεν. 1920) και ο Καμίλο Χοσέ Τσέλα (γεν. 1916), τιμημένος με το βραβείο Νομπέλ (1989). Οι Ισπανοί είναι πολύ υπερήφανοι για τις πολυάριθμες γνωστικές αυτές ρήσεις που βρίσκονται εν αφθονία στη γλώσσα τους [ 32 ].
Στη νεοελληνική λογοτεχνία η παρουσία παροιμιών στα έργα ορισμένων κορυφαίων ποιητών και πεζογράφων είναι αξιοσημείωτη. Ο Κωστής Παλαμάς (1859-1943), λόγου χάρη, με την ευκαιρία της μεγάλης έκδοσης των Παροιμιών του Γ.Ν.Πολίτη, συνιστά τη μελέτη των παροιμιών, που τις θεωρούσε ένα μικρό είδος ποίησης. "Αξίζει να αναλυθούν οι παροιμίες, ως μνημεία γλωσσικά, που μια μέρα θα ευεργετήσουν το φιλόσοφο, θα ευεργετήσουν τον ποιητή", έγραψε [ 33 ] . Ο Παλαμάς επίσης, σ' ένα σονέτο του με τίτλο "Οι Πατέρες", εξαίροντας τη συμβολή του Πολίτη στη μελέτη των παροιμιών, γράφει:
Και ξεσκεπάζεις της κρυφής, λιγόλοης παροιμίας
τ' αγαλματένιο πρόσωπο, νόημα, φωνή της δίνεις [ 34 ].
Στα ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη (1863-1933), αν και δεν βρίσκονται αυτούσιες παροιμίες, υπάρχουν όμως πολλοί απόηχοι παροιμιών [ 35 ]. Ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957) έχει χρησιμοποιήσει πολλές παροιμίες στα μυθιστορήματά του Αλέξης Ζορμπάς και Καπετάν Μιχάλης. Στο δεύτερο και μόνο έχουν εντοπισθεί και καταμετρηθεί πάνω από 50 παροιμίες [ 36 ]. Τέλος, ο Γιάννης Ρίτσος (1909-90) σε ποίημά του που βασίζεται στην παροιμία "Αν πιάσει φωτιά στη γειτονιά σου, περίμενε και στο σπίτι σου", καταλήγει: "Κανένας σήμερα δεν είναι μακριά απ' την πυρκαγιά" [ 37 ].
ΑΠΟ :www.translatum.gr
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου