Όταν η πραγματικότητα μυθοποιείται από αδίστακτους πραιτωριανούς της εξουσίας των μέσων μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ), τότε η δημοκρατία δεν κινδυνεύει –απλώς έχει πάει περίπατο…
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τα golden boys και girls (τα «χρυσά» αγόρια και κορίτσια) τα οποία καθημερινώς μάς «ενημερώνουν» για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, είναι αμφίβολο αν γνωρίζουν τον μεγάλο Αυστριακό φιλόσοφο της ελευθερίας, Καρλ Πόππερ (1902-1999). Θα αγνοούν δε, ασφαλώς, και το περίφημο έργο του «Η Ανοικτή Κοινωνία και οι Εχθροί της», το οποίο εκδόθηκε και στα ελληνικά πριν κάποια χρόνια, χάρις στον πνευματικό ηρωισμό κάποιων φίλων του μεγάλου φιλοσόφου. Το 1995 εξεδόθη στα ελληνικά το επίσης άγνωστο, αλλά σήμερα επίκαιρο, βιβλίο του Καρλ Πόππερ για την τηλεόραση και τον ρόλο της στις δημοκρατικές κοινωνίες –για τις οποίες, όπως τονίζει, συνιστά σοβαρότατο κίνδυνο.
Ο Αυστριακός φιλόσοφος επισημαίνει ότι η τηλεόραση μυθοποιεί την πραγματικότητα και στην ουσία παραπλανά το κοινό. Παίζει δε ολέθριο ρόλο στο επίπεδο των παιδιών, τα οποία αποβλακώνει, αντί να τα εκπαιδεύει και να τα υποβοηθά στην μόρφωσή τους. Την κατάσταση αυτή, ο Κ.Πόππερ χαρακτήρισε άθλια και αντιδημοκρατική διότι, όπως τονίζει, «η δημοκρατία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα σύστημα προστασίας εναντίον της δικτατορίας και τίποτα μέσα στην δημοκρατία δεν εμποδίζει τους πιο μορφωμένους ανθρώπους να μεταδίδουν την γνώση τους στους λιγότερο μορφωμένους. Το αντίθετο ακριβώς. Η δημοκρατία πάντα προσπαθούσε να ανεβάσει το επίπεδο εκπαίδευσης• αυτή είναι η αυθεντική φιλοδοξίας της».
Συμβαίνει, ωστόσο, η τηλεόραση όχι μόνον να αδιαφορεί πλήρως για παρόμοιες λεπτομέρειες, αλλά, σε χώρες όπως η δική μας, να καταδιώκει κάθε τι το οποίο θα μπορούσε να ανεβάσει το μορφωτικό επίπεδο του κοινού. Στο σημείο αυτό, ο Καρλ Πόππερ προτείνει η τηλεόραση, ως μορφή παντοδύναμης εξουσίας, να πρέπει να υπάγεται σε έλεγχο –όπως συμβαίνει και με την δημοκρατία, η οποία ελέγχεται από την πολιτική εξουσία. «Η τηλεόραση», γράφει, «έχει γίνει σήμερα κολοσσιαία εξουσία. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι δυνητικά είναι η σημαντικότερη από όλες τις εξουσίες, σαν να έχει αντικαταστήσει την φωνή του Θεού. Και θα συνεχίσει να είναι, για όσο καιρό θα ανεχόμαστε τις καταχρήσεις της. Η τηλεόραση απέκτησε ευρεία εξουσία στους κόλπους της δημοκρατίας. Καμμία δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει, αν δεν δώσουμε ένα τέλος σε αυτή την παντοδυναμία. Και είναι βέβαιον ότι γίνεται κατάχρηση αυτής της εξουσίας σήμερα».
Κατάχρηση η οποία μπορεί να προσλάβει δραματικές διαστάσεις, αν αυτοί οι μηχανισμοί χειραγωγήσεως και προπαγάνδας περιέλθουν υπό τον έλεγχο κάποιου ή κάποιων νέων Χίτλερ. Μπροστά στον κίνδυνο αυτό, ο Καρλ Πόππερ επισημαίνει τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν στην τηλεόραση οι παραγωγοί εκπομπών, οι δημοσιογράφοι και, βεβαίως, οι ιδιοκτήτες καναλιών. Και αν είχε συμβεί να βιώσει ο μεγάλος φιλόσοφος την ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα και τις εξαιρέσεις της, τότε σίγουρα θα είχε πέσει σε βαθύτατη θλίψη, γνωρίζοντας τί αντιπροσωπεύουν για την δημοκρατία οι πραιτωριανοί των ΜΜΕ.
Οι πραιτωριανοί ήταν ένα σώμα σωματοφυλάκων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων το οποίο είχε αποκτήσει τέτοια δύναμη ώστε μπορούσε να ανεβάζει και να καθαιρεί αυτοκράτορες σύμφωνα με την επιθυμία των μελών του. Μεταφορικά, η έννοια του πραιτωριανού –που καταργήθηκε μαζί με τους ενσαρκωτές της από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο– ήταν αυτή της αυτόνομης από κάθε εξουσία και ηθική αρχή απολυταρχίας. Στην εποχή μας υπάρχουν πολλές κατηγορίες πραιτωριανών, αλλά μία που έχει ειδικό βάρος είναι οι πραιτωριανοί-δημοσιογράφοι.
Πρόκειται για ένα ειδικό σώμα δημοσιογράφων που έκανε την εμφάνισή του από την μεταπολίτευση και μετά, το οποίο, με εργαλείο και όπλο την δύναμη της επικοινωνίας, αποφασίζει ποιες ιδέες, αντιλήψεις και πολιτικές ερμηνείες πρέπει να δέχεται ο ελληνικός λαός και ποιες όχι. Επιπροσθέτως δε, οι πραιτωριανοί-δημοσιογράφοι αποφασίζουν ποια πολιτικά πρόσωπα θα πρέπει να προβάλλονται, ποιες πολιτικές παρατάξεις θα προωθούνται στην εξουσία και ποιες ιδέες θα χρησιμοποιούν οι ίδιοι για να θησαυρίζουν προβαλλόμενοι. Έτσι, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα δημιουργήθηκε ένα δυσώδες σύστημα διαπλοκής, στόχος του οποίου ήταν και είναι, αφ’ ενός, η λεηλασία δημόσιου χρήματος και, αφ’ ετέρου, η δημιουργία συνθηκών μόνιμης χειραγώγησης της κοινής γνώμης και προσανατολισμού της προς κατευθύνσεις που εξυπηρετούν το σύστημα.
Το ολέθριο αυτό σύστημα χρηματοδοτήθηκε αφειδώς από τράπεζες και επιχειρήσεις και σήμερα εκβιάζει για να συνεχιστεί το σχετικό «πάρτυ». Από στοιχεία που μπορέσαμε να συλλέξουμε, οι αριθμοί που προκύπτουν μόνον ζάλη προκαλούν. Την δεκαπενταετία 1997-2012, τα ελληνικά ΜΜΕ δέχθηκαν:
-2,68 δισεκατ. ευρώ σε τηλεοπτικές διαφημίσεις,
-56,30 δισεκατ. ευρώ τραπεζικά δάνεια,
-6,20 δισεκατ. ευρώ αντλήθηκαν από το Χρηματιστήριο,
-1,3 δισεκατ. ευρώ χορηγίες.
Επίσης, από το 1987 έως το 1997 ο τηλεοπτικοί σταθμοί και οι ιδιοκτήτες τους ενθυλάκωσαν χωρίς να τα αποδώσουν 1,6 δισεκατ. ευρώ αγγελιόσημο. Με άλλα λόγια, το σύστημα διαπλοκής τροφοδοτήθηκε μέσα σε μία δεκαπενταετία με 68 δισεκατ. ευρώ περίπου, για να πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα η μεγαλύτερη μαζική πλύση εγκεφάλου που έχει σημειωθεί στον ευρωπαϊκό χώρο μετά τα μαύρα χρόνια του ναζισμού-φασισμού.
Εκείνο που πρέπει επίσης να σημειωθεί και είναι πολύ σοβαρό αφορά τις δυνάμεις που κινητοποιεί το σύστημα για να εμποδίσει την είσοδο στον χώρο του ανθρώπων και επιχειρήσεων που θα στηρίζονταν στην ποιότητα, αλλά και σε αντιλήψεις που ξεφεύγουν από αυτές του ιερατείου. Για παράδειγμα, το δημοσιογραφικό ιερατείο στην χώρα μας ναι μεν παίζει κομματικά παιχνίδια, πλην όμως προσπαθεί να αποφεύγει όσο γίνεται την κυκλοφορία αντιλήψεων που έχουν σχέση με την φιλελεύθερη κριτική σκέψη, την ευρωπαϊκή ιστορία και τις διάφορες επιμέρους πτυχές της, την ορθολογική ανάλυση της πραγματικότητας και, βέβαια, την απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και φαντασιώσεις επικαιρότητα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η πολιτική και δημοσιογραφική ζωή της χώρας κυριαρχείται από μία ευρύτατη παρεοκρατία, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μία νέου τύπου φεουδαρχία. Μία φεουδαρχία η οποία, μπροστά στις τεράστιες οικονομικές και πνευματικές ζημιές που έχει προκαλέσει, προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών της επιρρίπτοντας τα τερατουργήματά της στην Ευρώπη και την ισχυρότερη χώρα της, την Γερμανία. Μέσα από αυτή την τακτική, το φαιοκόκκινο ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο επιδιώκει να εφεύρει νέους εχθρούς και να παραπλανήσει για μιαν ακόμη φορά την κοινή γνώμη. Συνήθως, η δικαιολογία για τις πρακτικές αυτές είναι ότι «ο λαϊκισμός πουλάει». Όμως, οι αρχιμάστορες αυτής της ουρανομήκους σε κυνισμό αντίληψης ποτέ δεν μάς λένε ποιο είναι το ποσόν του λογαριασμού που πρέπει να πληρωθεί μετά την πώληση από τους αγοραστές.
http://www.europeanbusiness.gr/page.asp?pid=906
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τα golden boys και girls (τα «χρυσά» αγόρια και κορίτσια) τα οποία καθημερινώς μάς «ενημερώνουν» για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, είναι αμφίβολο αν γνωρίζουν τον μεγάλο Αυστριακό φιλόσοφο της ελευθερίας, Καρλ Πόππερ (1902-1999). Θα αγνοούν δε, ασφαλώς, και το περίφημο έργο του «Η Ανοικτή Κοινωνία και οι Εχθροί της», το οποίο εκδόθηκε και στα ελληνικά πριν κάποια χρόνια, χάρις στον πνευματικό ηρωισμό κάποιων φίλων του μεγάλου φιλοσόφου. Το 1995 εξεδόθη στα ελληνικά το επίσης άγνωστο, αλλά σήμερα επίκαιρο, βιβλίο του Καρλ Πόππερ για την τηλεόραση και τον ρόλο της στις δημοκρατικές κοινωνίες –για τις οποίες, όπως τονίζει, συνιστά σοβαρότατο κίνδυνο.
Ο Αυστριακός φιλόσοφος επισημαίνει ότι η τηλεόραση μυθοποιεί την πραγματικότητα και στην ουσία παραπλανά το κοινό. Παίζει δε ολέθριο ρόλο στο επίπεδο των παιδιών, τα οποία αποβλακώνει, αντί να τα εκπαιδεύει και να τα υποβοηθά στην μόρφωσή τους. Την κατάσταση αυτή, ο Κ.Πόππερ χαρακτήρισε άθλια και αντιδημοκρατική διότι, όπως τονίζει, «η δημοκρατία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα σύστημα προστασίας εναντίον της δικτατορίας και τίποτα μέσα στην δημοκρατία δεν εμποδίζει τους πιο μορφωμένους ανθρώπους να μεταδίδουν την γνώση τους στους λιγότερο μορφωμένους. Το αντίθετο ακριβώς. Η δημοκρατία πάντα προσπαθούσε να ανεβάσει το επίπεδο εκπαίδευσης• αυτή είναι η αυθεντική φιλοδοξίας της».
Συμβαίνει, ωστόσο, η τηλεόραση όχι μόνον να αδιαφορεί πλήρως για παρόμοιες λεπτομέρειες, αλλά, σε χώρες όπως η δική μας, να καταδιώκει κάθε τι το οποίο θα μπορούσε να ανεβάσει το μορφωτικό επίπεδο του κοινού. Στο σημείο αυτό, ο Καρλ Πόππερ προτείνει η τηλεόραση, ως μορφή παντοδύναμης εξουσίας, να πρέπει να υπάγεται σε έλεγχο –όπως συμβαίνει και με την δημοκρατία, η οποία ελέγχεται από την πολιτική εξουσία. «Η τηλεόραση», γράφει, «έχει γίνει σήμερα κολοσσιαία εξουσία. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι δυνητικά είναι η σημαντικότερη από όλες τις εξουσίες, σαν να έχει αντικαταστήσει την φωνή του Θεού. Και θα συνεχίσει να είναι, για όσο καιρό θα ανεχόμαστε τις καταχρήσεις της. Η τηλεόραση απέκτησε ευρεία εξουσία στους κόλπους της δημοκρατίας. Καμμία δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει, αν δεν δώσουμε ένα τέλος σε αυτή την παντοδυναμία. Και είναι βέβαιον ότι γίνεται κατάχρηση αυτής της εξουσίας σήμερα».
Κατάχρηση η οποία μπορεί να προσλάβει δραματικές διαστάσεις, αν αυτοί οι μηχανισμοί χειραγωγήσεως και προπαγάνδας περιέλθουν υπό τον έλεγχο κάποιου ή κάποιων νέων Χίτλερ. Μπροστά στον κίνδυνο αυτό, ο Καρλ Πόππερ επισημαίνει τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν στην τηλεόραση οι παραγωγοί εκπομπών, οι δημοσιογράφοι και, βεβαίως, οι ιδιοκτήτες καναλιών. Και αν είχε συμβεί να βιώσει ο μεγάλος φιλόσοφος την ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα και τις εξαιρέσεις της, τότε σίγουρα θα είχε πέσει σε βαθύτατη θλίψη, γνωρίζοντας τί αντιπροσωπεύουν για την δημοκρατία οι πραιτωριανοί των ΜΜΕ.
Οι πραιτωριανοί ήταν ένα σώμα σωματοφυλάκων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων το οποίο είχε αποκτήσει τέτοια δύναμη ώστε μπορούσε να ανεβάζει και να καθαιρεί αυτοκράτορες σύμφωνα με την επιθυμία των μελών του. Μεταφορικά, η έννοια του πραιτωριανού –που καταργήθηκε μαζί με τους ενσαρκωτές της από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο– ήταν αυτή της αυτόνομης από κάθε εξουσία και ηθική αρχή απολυταρχίας. Στην εποχή μας υπάρχουν πολλές κατηγορίες πραιτωριανών, αλλά μία που έχει ειδικό βάρος είναι οι πραιτωριανοί-δημοσιογράφοι.
Πρόκειται για ένα ειδικό σώμα δημοσιογράφων που έκανε την εμφάνισή του από την μεταπολίτευση και μετά, το οποίο, με εργαλείο και όπλο την δύναμη της επικοινωνίας, αποφασίζει ποιες ιδέες, αντιλήψεις και πολιτικές ερμηνείες πρέπει να δέχεται ο ελληνικός λαός και ποιες όχι. Επιπροσθέτως δε, οι πραιτωριανοί-δημοσιογράφοι αποφασίζουν ποια πολιτικά πρόσωπα θα πρέπει να προβάλλονται, ποιες πολιτικές παρατάξεις θα προωθούνται στην εξουσία και ποιες ιδέες θα χρησιμοποιούν οι ίδιοι για να θησαυρίζουν προβαλλόμενοι. Έτσι, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα δημιουργήθηκε ένα δυσώδες σύστημα διαπλοκής, στόχος του οποίου ήταν και είναι, αφ’ ενός, η λεηλασία δημόσιου χρήματος και, αφ’ ετέρου, η δημιουργία συνθηκών μόνιμης χειραγώγησης της κοινής γνώμης και προσανατολισμού της προς κατευθύνσεις που εξυπηρετούν το σύστημα.
Το ολέθριο αυτό σύστημα χρηματοδοτήθηκε αφειδώς από τράπεζες και επιχειρήσεις και σήμερα εκβιάζει για να συνεχιστεί το σχετικό «πάρτυ». Από στοιχεία που μπορέσαμε να συλλέξουμε, οι αριθμοί που προκύπτουν μόνον ζάλη προκαλούν. Την δεκαπενταετία 1997-2012, τα ελληνικά ΜΜΕ δέχθηκαν:
-2,68 δισεκατ. ευρώ σε τηλεοπτικές διαφημίσεις,
-56,30 δισεκατ. ευρώ τραπεζικά δάνεια,
-6,20 δισεκατ. ευρώ αντλήθηκαν από το Χρηματιστήριο,
-1,3 δισεκατ. ευρώ χορηγίες.
Επίσης, από το 1987 έως το 1997 ο τηλεοπτικοί σταθμοί και οι ιδιοκτήτες τους ενθυλάκωσαν χωρίς να τα αποδώσουν 1,6 δισεκατ. ευρώ αγγελιόσημο. Με άλλα λόγια, το σύστημα διαπλοκής τροφοδοτήθηκε μέσα σε μία δεκαπενταετία με 68 δισεκατ. ευρώ περίπου, για να πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα η μεγαλύτερη μαζική πλύση εγκεφάλου που έχει σημειωθεί στον ευρωπαϊκό χώρο μετά τα μαύρα χρόνια του ναζισμού-φασισμού.
Εκείνο που πρέπει επίσης να σημειωθεί και είναι πολύ σοβαρό αφορά τις δυνάμεις που κινητοποιεί το σύστημα για να εμποδίσει την είσοδο στον χώρο του ανθρώπων και επιχειρήσεων που θα στηρίζονταν στην ποιότητα, αλλά και σε αντιλήψεις που ξεφεύγουν από αυτές του ιερατείου. Για παράδειγμα, το δημοσιογραφικό ιερατείο στην χώρα μας ναι μεν παίζει κομματικά παιχνίδια, πλην όμως προσπαθεί να αποφεύγει όσο γίνεται την κυκλοφορία αντιλήψεων που έχουν σχέση με την φιλελεύθερη κριτική σκέψη, την ευρωπαϊκή ιστορία και τις διάφορες επιμέρους πτυχές της, την ορθολογική ανάλυση της πραγματικότητας και, βέβαια, την απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και φαντασιώσεις επικαιρότητα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η πολιτική και δημοσιογραφική ζωή της χώρας κυριαρχείται από μία ευρύτατη παρεοκρατία, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μία νέου τύπου φεουδαρχία. Μία φεουδαρχία η οποία, μπροστά στις τεράστιες οικονομικές και πνευματικές ζημιές που έχει προκαλέσει, προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών της επιρρίπτοντας τα τερατουργήματά της στην Ευρώπη και την ισχυρότερη χώρα της, την Γερμανία. Μέσα από αυτή την τακτική, το φαιοκόκκινο ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο επιδιώκει να εφεύρει νέους εχθρούς και να παραπλανήσει για μιαν ακόμη φορά την κοινή γνώμη. Συνήθως, η δικαιολογία για τις πρακτικές αυτές είναι ότι «ο λαϊκισμός πουλάει». Όμως, οι αρχιμάστορες αυτής της ουρανομήκους σε κυνισμό αντίληψης ποτέ δεν μάς λένε ποιο είναι το ποσόν του λογαριασμού που πρέπει να πληρωθεί μετά την πώληση από τους αγοραστές.
http://www.europeanbusiness.gr/page.asp?pid=906
0 Σχόλια
Αποφύγετε τις ύβρεις για να μην αναγκαζόμαστε να διαγράφουμε.Είμαστε υπέρ της ελεύθερης έκφρασης και του διαλόγου