Και όμως, το Ποτάμι γυρίζει πίσω.

Άρθρο του Στέλιου Κούλογλου στο tvxs
Στη διάρκεια της προετοιμασίας για την Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου που έληξε την Πέμπτη, το «Ποτάμι» προσπάθησε να θέσει το «ελληνικό πρόβλημα» στην ημερήσια διάταξη της Ολομέλειας. Η προσπάθεια οργανώθηκε με κινήσεις παρασκηνίου και μοχλό τον Γκι Βέρχοφσταντ, επικεφαλής της ομάδας των Φιλελεύθερων στην Ευρωβουλή.
 
Στην τελευταία, ο κ. Βέρχοφσταντ είναι εκφραστής της πιο νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έκτακτη συνεδρίαση αμέσως μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, ήταν ο μόνος που δεν έθιξε ούτε στο ελάχιστο την ανάγκη αλλαγής της οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται, προτείνοντας ως λύση τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού!
Στην Ολομέλεια, ο κ. Βέρχοφσταντ θα ασκούσε σκληρή κριτική στην ελληνική κυβέρνηση ότι δεν εφαρμόζει σωστά το μνημόνιο, καθώς, μεταξύ των άλλων, καθυστερεί στις ιδιωτικοποιήσεις και δεν αναλαμβάνει την «ιδιοκτησία» του. Στις συζητήσεις για τον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης την πρόταση των Φιλελεύθερων για την συζήτηση του ελληνικού θέματος υποστήριξε και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο ανήκει και η ΝΔ. Τελικώς η πρόταση απερρίφθη,  καθώς δεν έγινε δεκτή όχι μόνο από την αριστερά αλλά και από την ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, στην οποία ανήκουν ακόμη οι ευρωβουλευτές του «Ποταμιού».
Όσοι τάχθηκαν εναντίον της πρότασης υποστήριξαν ότι ενώ η ΕΕ κλυδωνίζεται από το Brexit, η επαναφορά του ελληνικού θέματος θα επανέφερε το Grexit από το παράθυρο, τη στιγμή μάλιστα που μόλις έχει κλείσει η αξιολόγηση για το μνημόνιο. Την απαξίωση αυτής της τελευταίας και την απαρχή ενός νέου κύκλου πολιτικής και οικονομικής αστάθειας εξυπηρετούσε η κίνηση του κ. Βέρχοφσταντ και της ηγεσίας του Ποταμιού.
Ξένοι πολιτικοί, ιδίως του ευρωκοινοβουλίου, χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρο από το ξέσπασμα της κρίσης του 2009 και την επιβολή των μνημονίων, προκειμένου να επηρεάσουν τις πολιτικές των διαφόρων κυβερνήσεων ή ακόμη και τη ψήφο των πολιτών. Αυτές όμως οι επεμβάσεις είχαν κυρίως τη μορφή δηλώσεων ή παρασκηνιακών πιέσεων. Είναι ίσως η πρώτη φορά που επιχειρείται με τόσο επίσημο τρόπο, μέσω του Ευρωκοινοβουλίου, η αποσταθεροποίηση μιας ελληνικής κυβέρνησης. Η υπόθεση θυμίζει τις εποχές που στην Ελλάδα δρούσαν το ρωσόφιλο, αγγλόφιλο ή γαλλόφιλο κόμμα. Σχεδόν διακόσια χρόνια μετά, έχουμε και το κόμμα του Βέρχοφσταντ…
Ο κ. Θεοδωράκης έχει παράπονα με τη κυβέρνηση και τον Α. Τσίπρα, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα έχει μικρή σημασία στη συγκεκριμένη περίπτωση:  με τίποτα δεν δικαιολογείται η επαναφορά του  Grexit καθώς και η πλήρης ταύτιση με τις επιλογές της ηγεσίας της ΝΔ, που εξακολουθεί να κάνει ότι μπορεί ώστε να προκαλέσει τη πτώση της κυβέρνησης το φθινόπωρο.
Η χώρα χρειάζεται να γίνει «κανονική», να φύγει δηλαδή από τα πρωτοσέλιδα των διεθνών μέσων ενημέρωσης. Ας αφήσουμε επιτέλους χώρο για το μεγάλο ντόμινο της Ιταλίας, ή τις απειλές και τα νέα μέτρα λιτότητας σε βάρος της Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Πρέπει η οικονομία να αρχίσει να δουλεύει στους όποιους κανονικούς ρυθμούς επιτρέπουν τα επώδυνα μέτρα, οι πολίτες να επιστρέψουν τα χρήματα από τα στρώματα στις τράπεζες και οι επενδυτές να κρίνουν ότι η κατάσταση σταθεροποιείται πολιτικά. Ακόμη και τον τουρισμό δεν θα συνέφερε μια συζήτηση για την Ελλάδα στο Ευρωκοινοβούλιο, την οποία οι λιγότεροι πληροφορημένοι υποψήφιοι τουρίστες θα εκλάμβαναν ως ένδειξη συνεχιζόμενης αναταραχής.
Αυτό είναι προς το συμφέρον της χώρας αλλά και όσων κομμάτων της αντιπολίτευσης μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους: μια πτώση της κυβέρνησης θα συνδυαζόταν με πολιτικό και οικονομικό χάος που κανένα κόμμα δεν μπορεί να διαχειριστεί. Πότε επιτέλους θα διαβάσουμε το μάθημα από τα παθήματα όλων των κομμάτων, που από το 2009 προσπάθησαν να εκμαιεύσουν πολιτικές εξελίξεις πριν την ώρα τους;
Από εκεί και μετά η σημερινή, όπως και κάθε άλλη κυβέρνηση, θα κριθεί στις εκλογές. Από τους Έλληνες πολίτες, όχι τον όποιο Ευρωπαίο κοινοβουλευτικό που καλείται να κάνει τη δουλειά που άλλοι δεν μπορούν να κάνουν καλά. Το Ποτάμι, που με την εμφάνιση του διακήρυξε ότι θέλει να ανανεώσει τη πολιτική ζωή της χώρας, δεν μπορεί να μας γυρίζει πίσω στις εποχές της ξενοκρατίας. Ούτε φυσικά της Βέρχοφσταντκρατίας.