Η μεσαία τάξη ασφυκτιά και αγωνιά



Αιτίες, η βαθιά ύφεση που επιδεινώνεται από τα μέτρα για τη δημοσιονομική προσαρμογή και η απουσία σαφούς αναπτυξιακού σχεδίου
Του Βασιλη Ζηρα

Η βαθιά ύφεση που επιδεινώνεται από τα μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, και η εμφανής απουσία μιας αναπτυξιακής πρότασης από την πλευρά της κυβέρνησης κλονίζουν πλέον τη μεσαία τάξη της χώρας. Ενδεικτικό της πίεσης που αισθάνεται είναι το αίτημα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών για απεμπλοκή ή αλλαγή των όρων του Μνημονίου. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας πρότασης στην παρούσα φάση, όπου οι αγορές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν με καχυποψία την Ελλάδα, θα οδηγούσε σε άμεση χρεοκοπία, θέτοντας εν αμφιβόλω τη θέση της χώρας στην Ευρωζώνη. Αποτέλεσμα αυτής της διογκούμενης πίεσης είναι και η τάση κοινωνικής ανυπακοής που καταγράφεται σε έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ με έναν στους πέντε επαγγελματοβιοτέχνες να θεωρεί ως
πρόσφορο τρόπο αντίδρασης στην οικονομική πολιτική τη στάση πληρωμών προς το Δημόσιο.
Η μεσαία τάξη πιέζεται εξαιτίας του ότι καλείται να πληρώσει ακόμη ακριβότερα και μάλιστα εν μέσω ύφεσης τον πάντα υπερτροφικό, σπάταλο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα, μέσω της αύξησης των έμμεσων φόρων και των έκτακτων εισφορών στο εισόδημα και την ακίνητη περιουσία. Η συγκράτηση των κρατικών δαπανών οφείλεται κατά κύριο λόγο στην περικοπή των μισθών και των συντάξεων και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και -τουλάχιστον προς το παρόν- όχι στη μείωση του όγκου του δημόσιου τομέα, στενού και ευρύτερου.
Δεδομένου ότι τέτοιου μεγέθους περικοπές στις αποδοχές δεν μπορούν να επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, είναι προφανές ότι θα πρέπει να μειωθεί το μέγεθος του Δημοσίου και ιδίως των ΔΕΚΟ, τα ελλείμματα των οποίων εξανέμισαν την εξοικονόμηση από το ψαλίδι σε μισθούς και συντάξεις. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί βασική στόχευση της κυβερνητικής πολιτικής. Κάτι άλλο που τροφοδοτεί την αγωνία της μεσαίας τάξης είναι το γεγονός ότι η ύφεση, η ελλιπής χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα και τις δημόσιες επενδύσεις αναδεικνύουν τα ανταγωνιστικά μειονεκτήματά της, έναντι ισχυρότερων εθνικών ή πολυεθνικών ομίλων.
Ελάχιστα εξωστρεφής, προσανατολισμένη κατά κύριο λόγο στην ικανοποίηση της εγχώριας ζήτησης και κυρίως της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης, η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα αισθάνεται ότι διεκδικεί υπό δυσμενέστερους όρους σε σχέση με το παρελθόν, δηλαδή χωρίς ρευστότητα, ένα μικρότερο κομμάτι μιας συρρικνωμένης πίτας. Οι αυξήσεις των φόρων το 2010, αλλά και αυτές που προβλέπεται να εφαρμοστούν τον επόμενο χρόνο θα οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση του κύκλου εργασιών και αναδιανομής του προς όφελος των μεγαλύτερων επιχειρήσεων, που έχουν ισχυρότερες αντοχές και περισσότερες δυνατότητες πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό.
Ενας άλλος παράγοντας, είναι το γεγονός ότι υπό την πίεση των δανειστών μας, η ελληνική οικονομία αλλάζει. Το Μνημόνιο επιβάλλει μεταρρυθμίσεις, όπως το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η απελευθέρωση των αγορών και η άρση των εμποδίων στην επιχειρηματική δραστηριότητα, που άλλοτε λειτουργούσαν ως δίχτυ προστασίας. Τα ωράρια λειτουργίας, το θεσμικό πλαίσιο για τις εκπτώσεις και τις προσφορές, οι περιορισμοί ίδρυσης εμπορικών επιχειρήσεων στις αγορές εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης είναι θέματα που θα τεθούν επί τάπητος το επόμενο διάστημα.
Ετσι, παράλληλα με τη διογκούμενη δυσαρέσκεια που προκαλεί το Μνημόνιο και η ανεπάρκεια της κυβερνητικής πολιτικής, διαμορφώνονται μέτωπα αντιπαράθεσης μεταξύ των μικρομεσαίων με τις ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νέος αναπτυξιακός νόμος που καλωσορίστηκε από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ως ένα μέσο ανάσχεσης της ύφεσης, για τον ΣΕΒ ήταν απλώς ένας νόμος-πλαίσιο για τη χωρίς στόχευση κατανομή των κρατικών επιδοτήσεων και όχι αναπτυξιακό εργαλείο.
kathimerini

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια